Τροχάδην, άγχος, ιδρωκοπάς, να βγάλεις τα σπασμένα,
μα που να βγουν τα πρόστυχα, πολλά τα γαμ…α.
Οι τράπεζες σε γδέρνουνε, τα ίδια η εφορία,
τα σούπερ-μάρκετ, η ΔΕΗ, ΟΤΕ κι η πιτσαρία.
Τα μηχανάκια τρέχουνε, στομάχια να χορτάσουν,
δε μαγειρεύει ούτε μιά, αυγά κι άμα προφθάσουν.
Δουλεύουνε τα έτοιμα, σβήσαν οι κατσαρόλες,
μπιφτέκια ή κοτόπουλα ή πλαστικές μπριζόλες.
Τα όσπρια, τα λαδερά, παστίτσια, μουσακάδες,
δεν έχει χρόνο η οικοκυρά, θέλουνε και μπελάδες.
Μα πως ν’ αφήσεις σίριαλ, κούς-κούς, τηλεπαιχνίδια,
για φαγητό αδερφάκι μου, καλά και «τα σκουπίδια».
Χοληστερίνη, πίεση, τα καρδιακά, ο διαβήτης,
σε περιμένει στη γωνιά, ο χάρος ο αλήτης.
Πρέπει να δίνει ποσοστά, στα έτοιμα «ο Μιχάλης»
έχουν ανοίξει οι δουλειές, αυτός; Πάει κι η άλλη;
Τα θέλουμ’ όλα γρήγορα, φαΐ, αμάξι, χρήμα,
κονσέρβα και τον έρωτα, από τον καναπέ, ούτε βήμα.
Γαμ…ε ηλεκτρονικά, μέσω διαδιχτύου,
δίσκος σκληρός το πέ…ς τους, στο DVD του αιδ…
Θα εξαρτηθεί η ηδονή απ’ της ΔΕΗ την τάση,
γιατί αν κάνει διακοπές, τ’ αρχ…α ίσως σπάσει.
Της φύσης το χαμόγελο, το έχουν κάνει κλάμα,
του έρωτα η ομορφιά, πώς έχει γίνει δράμα;
Ζητώ συγνώμη νέοι μου, για της ζωής τα χάλια,
κόβεις τη μία κεφαλή, χίλια νέα κεφάλια…
Γιατ’ η δική μου η γενιά, τα έχει κάνει ρόϊδο,
μπορεί να είμαι έξυπνος(;) Μα, πιάστηκα κορόϊδο.
Πιστέψαμε μυθεύματα, οι ελπίδες βγήκαν φρούδες,
γιατί τα έκαναν σκατά, της αλλαγής οι αρκούδες.
Κοιτάξανε τις τσέπες τους και όλα, μεταξύ τους,
μονά-ζυγά στην πάρτη τους, τί θέλ’ η όρεξή τους;