Μάθημα 4ο

E-mail

(Ι)

 

Μιά μπάλ’ απ’ αγκάθια

κυλούσαν στους λόγκους,

δυό αλεπούδες.

Και ματωμένες είχαν,

τις ιδρωμένες μουσούδες…

 

Στο νερόλακο της ραχούλας,

ρίχνουν την μπάλα

και προβάλουν απ’ τ’ αγκάθια,

δυό μάτια μεγάλα…

 


(ΙΙ)

 

Του σκαντζόχοιρου είναι,

του χαμού του η αγωνία…

Για καλή του όμως τύχη,

γεωργός καβαλάρης,

με σκυλιά συνοδεία.

 

Οι αλεπούδες τρεχάλα

να κρυφτούν απ’ τους σκύλους

κι ο σκαντζόχοιρος βγαίνει,

τινάζει τ’ αγκάθια,

χαιρετάει τους φίλους…

 


(ΙΙΙ)

 

Στο άλογο επάνω,

τον βάζει ο Κυρ – Μήτσος,

κάπου σίγουρα να τον πάει…

Κι ο σκαντζόχοιρος καβαλάρης,

ατενίζει με ύφος.

 

Έγινα ψηλός,

καλπάζω,

υπερήφανος τρέχω,

ανάγκη σκουλήκια,

κανέναν δεν έχω…


V)

 

Σε απότομη κλίση του δρόμου,

σ’ ένα αφήνιασμα του αλόγου…

Ο σκαντζόχοιρος βρέθηκε

στου γκρεμού και στου λόγκου,

τα κλαδιά κρεμασμένος…

Είχε πιστέψει ο δόλιος,

άλογο ήταν, περήφανο

κι όχι σκαντζόχοιρος, ταπεινός

και γι’ άλλα ήταν πλασμένος…

… Τροφή στα κοράκια,

έγινε ο συγχωρεμένος…