Κύματα έρχονται και πάνε
δίχως να ’χουν τελειωμό,
τα ρωτώ δεν απαντάνε,
καρτερώ το γυρισμό.
Η μοναξιά είναι τυφλή
ρίχνει στην άμμο φύκια,
φέγγει στου Μπάτη τη γιορτή,
στολίζει τ’ αρμυρίκια.
Κύματα έρχονται και πάνε
δίχως νά ’χουν τελειωμό,
τα κοιτώ και με κοιτάνε
και μου παίρνουν τον καημό.