Ταξίδια στη Ζωή και στο Όνειρο

Είναι μικρός ο κόσμος»

Στο ταξίδι σου, ν΄ αγκαλιάσεις τον κόσμο,

είναι μικρός,

χωράει στις αγκαλιές σου,

μη σε γελάει το μάτι,

είναι μικρός

να το θυμάσαι.

Στις ανοιγμένες αγκαλιές

χωρούν ουρανοί,

σύννεφα κι αστέρια,

χωρούν φεγγάρια και Ήλιοι κι ορίζοντες χωρούν.

Στις ανοιγμένες αγκαλιές

χωρούν οι ωκεανοί,

τα καράβια, οι φάροι, τα δελφίνια,

οι γλάροι, τα κύματα, τα λιμάνια,

χωρούν όλες οι ομορφιές, οι αγάπες

και τα όνειρα, ναι χωρούν

όλα τα όνειρα.

Μη σε γελάει το μάτι,

χωρούν Άνοιξες, Καλοκαίρια, Έρωτες

χωρούν Φθινόπωρα και Χειμώνες.

Χωρούν τα δάση, τα πουλιά,

ναι, χωρούν όλα τα πουλιά και τα ζώα.

Ναι, χωρούν οι αετοί, οι νυφίτσες,

τα σπουργίτια

και οι ελέφαντες χωρούν

και τα περιστέρια χωρούν

και οι ψυχές χωρούν

Οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλίτες

οι Άραβες και οι Αμερικάνοι χωρούν,

οι μαύροι και οι λευκοί,

οι κίτρινοι και οι διαφορετικοί χωρούν

.

Ναι, χωρούν όλοι,

να το θυμάσαι,

όλοι χωρούν,

γιατί είναι μικρός ο κόσμος

και είναι Μεγάλες οι αγκαλιές σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Όλα πρέπει να διαφέρουν »

Ταξιδεύω και ονειρεύομαι,

ταξιδεύω και συλλογιέμαι

ταξιδεύω και χάνομαι στα πλάτη του κόσμου.

Στον κόσμο το διαφορετικό υποκλίνομαι,

νοσταλγώ τον τόπο μου,

αγαπώ περισσότερο την Ελλάδα μου.

Το διαφορετικό μ’ ερεθίζει,

μου ερεθίζει την περιέργεια για το άγνωστο,

εκεί που τα άγνωστα γίνονται πιο γνωστά,

τα γνωστά πιο οικεία

και τα οικεία πιο συγγενή.

Τα συγγενή πιο διαφορετικά, πιο όμορφα,

τα όμοια πιο άσχημα, πιο ατελή.

Η τελειότης και η ισορροπία

βρίσκεται στα διαφορετικά, συλλογιέμαι.

«όλα διαφέρουνε στη γη

γι’ αυτό ισορροπούμε

έχουμε αγάπη στη ζωή

γι’ αυτό και τραγουδούμε.»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Παίρνω»

Παίρνω της νύχτας τα καρφιά

κι ανοίγω ένα πηγάδι.

Μύρο να πίνουν τα πουλιά

απ’ του Θεού την αγκαλιά

κι από της γης το χάδι.

Παίρνω της Άνοιξης ανθούς

και φτιάχνω ένα γεφύρι.

Δρόμο να έχουν οι φτωχοί,

άτυχοι και αμαρτωλοί,

στης γης το πανηγύρι.

Παίρνω της μάνας την ευχή

και μιας αγάπης δάκρυ.

Να κλείσουν όλες οι πληγές,

για να δροσίζουνε πηγές,

σ’ όλης της γης τα μάκρη.

Παίρνω από τα στάχυα τον καρπό

κι απ’ τα λουλούδια γύρη.

Με τα στεφάνια της ελιάς

και τους χυμούς μιας κοπελιάς,

στης γης το τρεχαντήρι.

Παίρνω τη δύναμη αετών,

γι’ άφτερους πληγωμένους.

Για να πετάξουμε μακριά,

με το μερίδιο απ’ τη χαρά,

στης γης τους ξεχασμένους.

Παίρνω το αίμα της καρδιάς,

ποτίζω τα τραγούδια.

Τα στέλνω στα μικρά παιδιά,

σ’ όλου του κόσμου τα ορφανά,

στης γης τα Αγγελούδια

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Καλό σου ταξίδι»

Βλέπεις τα περασμένα, σκοτάδια και ντροπές μόνο,

ό,τι είναι μπροστά σου αθώο, το μισείς.

Ναι τα μισείς όλα,

από άγνοια ή από φόβο

και τα φώτα και τους καθρέφτες μισείς,

γιατ’ είναι συνήγοροι της αλήθειας,

είναι αδέκαστοι μάρτυρες,

είναι εχθροί σου φανταστικοί.

Αποφεύγεις την εικόνα τους,

διώχνεις κάθε αντικείμενο

ή σκέψη που μοιάζει με φως.

Είσαι ένα μικρό νούφαρο

και σε παρομοιάζουν με άνυδρο βράχο,

είσαι μια πυγολαμπίδα

και σε ταυτίζουν με ηφαίστειο πόνου και μίσους.

Το μίσος δεν είναι άμιλλα

και η άμιλλα δεν γειτνιάζει ποτέ με το μίσος

Ταξίδεψε στον άλλο σου εαυτό,

γνώρισε τον Άνθρωπο,

ταξίδεψε στην ελάχιστη ζωή

να γνωρίσεις τη ματαιότητα.

Να ταξιδεύεις πάντοτε,

θα γνωρίσεις ομορφιές,

πελάγη, φουρτούνες,

λιμάνια, αγάπες, έρωτες,

νοσταλγία, προσμονή…

Στα ταξίδια σου,

ίσως ανακαλύψεις την ψυχή σου

που χρειάζεται φως και αέρα,

που επιθυμεί ν’ αγαπήσει και ν’ αγαπηθεί,

που αγωνιά, πασχίζοντας να κερδίσει

τα χαμένα ηλιοβασιλέματα της αγάπης.

Καλό σου ταξίδι…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τριαντάφυλλό μου»

Θα στείλω τριαντάφυλλα,

με τα φτερά του ανέμου.

Προσκέφαλο τα φύλλα τους,

να γίνουν όνειρό μου.

Η ομορφιά το κάλλος τους,

να είν’ η συντροφιά σου.

Το άρωμά τους Πασχαλιές,

τραγούδια της αγάπης.

Το φως από το χρώμα τους,

να σου χαρίζει λάμψη.

Και η θωριά τους όραμα,

σ’ ευωδιασμένες στράτες.

Η μουσική απ’ το μίσχο τους,

να σε γλυκοξυπνάει.

Το γέλιο τους Εσπερινός,

Ύμνοι και Ραψωδίες.

Το άγγιγμα προσκύνημα,

σ’ ερημικό ’ξωκλήσι.

Τ’ αγκάθια τους οι προσευχές,

που θα σε προστατεύουν.

Το στήριγμά σου ο κορμός,

για τη ζωή η πίστη.

Και η δροσιά τους βάλσαμο,

σε ’μέρες ξηρασίας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Πώς να χορτάσεις τον κόσμο»

Πώς να χορτάσεις τον κόσμο,

είναι μικρή η ζωή σου,

μια σταλιά είναι,

δεν έχεις άλλο χρόνο, τέλειωσε το ταξίδι σου,

ναι τέλειωσε,

πριν καλά – καλά αρχίσει.

Πώς να χωρέσουν οι καημοί σου

σε τόση μιζέρια;

Με τόσες αγορές,

υπερκατανάλωση,

αγορές,αγορές , χωρίς αίσθημα και φειδώ.

Πώς ν’ ανθίσουν δρόμοι

και να βρουν τα βιβλία το δρόμο τους,

τα γράμματα τη σειρά τους,

το στοίχο τους οι λέξεις

και οι τόνοι τον τόνο τους(;).

Πώς οι αδιέξοδοι λεωφόροι

ν’ αγκαλιάσουν το φως, τη σήμανσή μας

και τα φώτα πως θα νικήσουν

της νάρκωσης την ομίχλη;

Παντού αράχνες, τι να σου κάνουν τα φώτα.

Πώς να ντυθούν τα ψάρια

από την εκμετάλλευση των λεπιών

και του ιωδίου την άμπωτη(;).

Οι ωκεανοί πώς να χορτάσουν τα κύματα(;)

Αποκοιμήθηκαν,

ναρκώθηκαν με τις τοξικές αγάπες μας,

ξαγρυπνούσαν αιώνες

για τη ζωή μας, μην ξεπουληθεί.

Όλα έχουν ένα τέλος, οι ποταμοί νοσούν

και η ζωή μας, που μισεί τη ζωή, νοσεί.

Οι φυλλωσιές κουράστηκαν, με τέτοια ζωή,

ξεπουλήθηκαν, για τριάκοντα αργύρια,

αντί πινακίου φακής.

Ημέρα γιορτής χωρίς επισήμους,

φτερούγισαν και οι κυνηγοί ανεπίσημα,

με παραλλαγής στολές… Τι κρίμα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξιδεύω»

(Ι)

Ταξιδεύω στου μυαλού μου τον καθρέφτη

και θολώνω τον αλήτη και τον κλέφτη,

χρόνια τώρα, με το άρωμά σου που μεθώ.

Ταξιδεύω στης ζωής μου τα τεφτέρια

και σου στέλνω της καρδιάς μου περιστέρια,

χρόνια τώρα, με του έρωτα ανθό.

Ταξιδεύω στ’ ουρανού τα μονοπάτια

και γυρεύω τα ολόγλυκά σου μάτια,

μα η Άνοιξη, είναι πολύ μακριά.

Ταξιδεύω σε ξεθωριασμένες σκάλες,

πούχουν σβήσει των ματιών μου οι ψιχάλες,

χάθηκαν τα φώτα σου και η θωριά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξιδεύω»

(ΙΙ)

Ταξιδεύω και ρωτάω τα λιμάνια,

ταρσανάδες και το γέλιο απ’ τα γεράνια,

τα γλαρόνια και το χρώμα τ’ ουρανού.

Ταξιδεύω και ρωτάω πολιτείες,

τους μπαχτσέδες, λιακωτά και συνοικίες,

Χελιδόνια από το πέρασμα του νού.

Ταξιδεύω και ρωτάω τους διαβάτες,

του ορίζοντα, της νύχτας επιβάτες,

καλντερίμια και σοκάκια της βροχής.

Ταξιδεύω και ρωτάω ηλιοτρόπια,

της καρδιάς και του μυαλού σου ανθοτόπια,

την αρχή και το δι’ ευχών μιάς προσευχής.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξιδεύω»

(ΙΙΙ)

Ταξιδεύω σε χρησμούς και συμπληγάδες,

απ’ τις Μούσες και την Κίρκη, στις Νεράιδες,

χρόνια τώρα, στα ταξίμια, στους Θεούς.

Στα ξενάκια χελιδόνι που γυρνάς,

δε μαθαίνω, πώς κοιμάσαι, αν πονάς.

Χελιδόνι μου – Αχ! Χελιδόνι μου,

ανεξίτηλη εικόνα στο μπαλκόνι μου.

Ταξιδεύω στο Μαντείο, την Πυθία να ρωτήσω

και στο Μάη μαργαρίτες να μαδήσω,

χρόνια τώρα, σου φωνάζω δε μ’ ακούς.

Στα ξενάκια χελιδόνι που γυρνάς,

δε μαθαίνω, πώς κοιμάσαι, αν πονάς.

Χελιδόνι μου – Αχ! Χελιδόνι μου,

ξεθωριάζει η μορφή σου στο σεντόνι μου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξιδεύω»

V)

Στα εσώψυχά μου ταξιδεύω,

για ναβρώ αγάπης ψήγματα,

στα όνειρά μου σε γυρεύω,

για ναβρώ δικά σου δείγματα.

Μα η πορεία του βοριά,

δε γράφεται ποτέ στο νόμο,

μόν’ της ματιάς σου η θωριά,

αλλάζει την τροχιά στο χρόνο.

Ταξιδεύω στης καρδιάς τα βρόχια,

για να μάθω τα κουρντίσματα,

σ’ άγραφα, γραμμένα πρωτοβρόχια

και στης νιότης τα παθήματα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

 

«Ταξιδεύω»

(V)

Με τον ήλιο ταξιδεύω στον πλανήτη,

να γνωρίσω ανθισμένες γειτονιές.

Με την Πούλια και με τον Αποσπερίτη,

να κρατήσω επαφή κι αναμονές.

Να μη σβηστούν οι όμορφες ματιές

και της καρδιάς, κρυφά τραγούδια.

Να μη χαθούν ερωτικές φωλιές

κι ευωδιαστά, του νού λουλούδια.

Με τον ήλιο ταξιδεύω στα ουράνια,

σε μπαχτσέδες, σε βεγγέρες του Θεού.

Και ρωτάω τους Αγγέλους, τα γεράνια,

μου είπαν, ο Θεός κοιμάτ’ αλλού…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

 

 

 

«Ταξιδεύω»

(VΙ)

Ταξιδεύω στα φυλλοκάρδια σου,

ναβρώ τα ίχνη απο τα χάδια σου.

Μα η ομίχλη μου κρύβει τον κόσμο σου

και άβατο βρίσκω το δρόμο σου.

Αφετηρίες που κλαίνε κρυφά,

στην παράλογη πίστα του νού σου,

σε οδηγούνε πίσω και στα κλεφτά,

ν’ αλλάζεις το χρώμα του ουρανού σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

 

 

 

«Ταξιδεύω»

(VΙΙ)

Ταξιδεύω στα όνειρά μου

και θαλασσοδέρνομαι.

Μούχεις κλέψει τη χαρά μου,

για τίποτα δεν ενδιαφέρομαι.

Αν θα ζήσω ή αν χαθώ,

τον κόσμο και τη ζωή

σιχάθηκα…

Μαζί σου χάθηκα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Καλό σου ταξίδι ήλιε μου»

Καλό σου ταξίδι ήλιε μου,

στα θολά μονοπάτια της σκέψης μας

μην λοξοδρομήσεις,

είναι πολύ κοντά οι αχτίνες σου.

Ζυγώνουν οι φωτεινές σου ελπίδες,

στα νησιά της αιωνιότητας

πλησιάζουν οι χάρες σου,

φθάνουν στις καμινάδες,

που ακούραστα φωτίζουν τις χαρές σου.

Μη διστάσεις ν’ αντισταθείς ήλιε μου,

είσαι η ελπίδα των αποσκιαδερών,

είσαι των χαμάληδων η ανάσα,

η αναπνοή των κεκοιμημένων είσαι.

Μη διστάσεις ν’ αντισταθείς ήλιε μου,

είσαι η ευχή κατατρεγμένων δούλων,

είσαι η ψυχή αθώων εσταυρωμένων,

ο τίμιος σταυρός της Ανάστασης είσαι.

Ήλιε μου…

Καλό σου ταξίδι,

Ήλιε μας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Καλό Ταξίδι»

(Ι)

Ταξιδεύοντας με του μυαλού τα πανιά,

ξαγρυπνούμε στο χαλί της σιωπής,

παραδειγματιζόμαστε

αλιβάνιστοι, θυμωμένοι, με κουράγιο «φθαρμένο».

Στης ψυχής τους δρόμους

αυτοϊκανοποιόμαστε,

με την πανσέληνο του πάθους

πειραματιζόμαστε

θύτες του δίκιου μας τραγουδούμε «φάλτσα».

Μεσάνυκτα και κάτι, απογειωνόμαστε

από τη νεκρική λίμνη…

…Σκοτάδι με άπειρες αποχρώσεις…

Άγνωστη η πορεία μας

άγνωστες αφετηρίες, αποφάσεις κίβδηλες

και το μέγεθος τη πίκρας μας «δυσανάγνωστο».

Άγνωστοι κόσμοι

σε διαδρόμους υπομονής,

προσμονές άνισες με τα κυκλάμινα

μεταλλαγμένα.

(ΙΙ)

Οι ώρες ανίκανες οφθαλμολάγνες,

οι ημέρες σιωπηλές, διάτρητες,

οι μήνες να ερωτοτροπούν με τις συννεφιές.

Οι χρόνοι, εξουθενωμένοι συσκέπτονται,

αποφασίζουν δόλια,

κάτω από συνθήκες ηχορύπανσης

και απόλυτης σιωπής διαπραγματεύσεων.

Οι αιώνες αρνούνται μεθοδικά

τα πάθη και τα λάθη τους,

αλισβερίσι ήθους.

Γιατί να μην ανθίζουν οι διαδρομές μας

γιατί να ξεθωριάζουν τα ταξίδια μας (;)

Γιατί νοσούν οι σφηκοφωλιές

και τα κοχύλια των λεωφόρων πενθούν (;)

Γιατί μετράμε αντίστροφα

ομορφιές και αριθμούς (;)

Γιατί δε μάθαμε,

μετρώντας λαθεμένα, νούμερα και προσμονές(;)

Καλό ταξίδι…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Γιατί Θεέ μου»

Ταξιδεύω στα ρηχά

και συναντώ χάος στις ψυχές και στις σκέψεις.

Ταξιδεύω βαθιά

και βρίσκομαι στην επιφάνεια των αισθημάτων.

Προσπερνώ το χάος των ψυχών

και τα επιδερμικά αισθήματα.

Φθάνω στη κορυφή της ζωής,

στο θαύμα της φύσης.

Τι κάλλος, τι ομορφιά Θεέ μου…

Τυφλοί και άωτοι άνθρωποι,

τρέχουν για την καταστροφή τους,

ανεβαίνουν εκούσια το γολγοθά τους.

Όλα μάταια, όλα εφήμερα,

γιατί τόση κακία, τόση φιλαργυρία, τόση τρέλα,

γιατί άρρωστα πάθη και εκούσια λάθη (;)

Γιατί, γιατί, γιατί τόσος πόνος

γιατί το τελειότερο δημιούργημα Σου

να νιώθει τόση μοναξιά

κι εγκατάλειψη, γιατί, γιατί, γιατί Θεέ μου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξιδευτής άγνωστος»

Μέσα στης πόλης τα στενά, μικρός σπουργίτης,

στους μονόδρομους, στ’ αλσύλλια, λαθρεπιβάτης.

Μέσα στα πλήθη, ταξιδευτής άγνωστος,

στις λεωφόρους, στις πλατείες, σε στάδια,

στα τροχοφόρα, ταξιδευτής ανύπαρκτος,

στα κιτρινισμένα πάρκα,

στις ερειπωμένες παιδικές χαρές,

κάτοικος ξεχασμένος, ταξιδευτής λυπημένος

και χαρούμενος,

Στα γυάλινα κτίρια,

στο θόρυβο, στην τρέλα,

στο άσκοπο τρέξιμο, ταξιδευτής του ονείρου,

στου Καλοκαιριού τις αρπαχτές,

στων ημετέρων το χορό,

στον πολιτισμό του κώλου,

στων υμετέρων το σκοπό,

τσαλακωμένο εισιτήριο

και ακροατής ακούσιος…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Αταξίδευτος»

Μην τρέχεις

μη σε φοβίζει της βροχής το ταξίδι,

ταξίδεψε κι εσύ,

πότισε την άγνοιά σου με εικόνες,

με χρώματα ουρανών,

με ηλιόλουστες καληνύχτες.

Μην τρέχεις,

μη σε φοβίζει η ημέρα του αύριο,

ίσως δεν υπάρξει συνέχεια του σήμερα.

Απόλαυσε στο ταξίδι σου κάθε στιγμή,

κάθε σου βήμα.

Μην τρέχεις άσκοπα, αταξίδευτα, άχρωμα,

η προσφορά σου στην αιωνιότητα

θα είναι η απληστία σου,

τα λάφυρα της καχυποψίας σου,

η άοσμη σάρκα σου

και η ασχήμια της στασιμότητάς σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο Αποσπερίτης»

Μαγεύτηκες και δε γύρισες Αποσπερίτη μου.

Σκοτείνιασαν τα μονοπάτια μας,

τα όνειρά μας άλλαξαν εποχές,

αράχνιασαν χρόνους οι ελπίδες μας…

Οι αχτίδες του φεγγαριού μας άλλαξαν ρότα,

βασίλεψαν οι βεγγέρες και τα μεσημέρια μας.

Ξοδέψαμε όλα τ’ αγιοκέρια και το λιβάνι μας,

κλαδέψαμε τις κληματόβεργες της καρδιάς μας,

δεν υπάρχει σταγόνα κρασιού

για της ζωής μας το πανηγύρι.

Ποιός θα φωτίζει τώρα της ψυχής μας τους δρόμους;

Ποιός θ’ αφουγκράζεται της αγρύπνιας μας τον ύπνο;

Ποιός θα κουράζεται, για να μας ξαποστάσει;

Μαγεύτηκες και δεν γύρισες Αποσπερίτη μου,

το ταξίδι σου χωρίς επιστροφή,

το ταξίδι σου χωρίς γυρισμό, Αποσπερίτη μου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τα αισθήματα σε κόπωση»

Το γαλάζιο των ματιών σου,

ατέλειωτες τρικυμίες,

αφιλόξενο μουράγιο

και φωλιές γλάρων, στων βράχων τ’ αρμυρίκια.

Η κάθε σου λέξη,

πύρινη λαίλαπα, χωρίς γυρισμό ξημέρωμα,

επιστρόφια λύπης

και ευχές βασανισμένων αρχόντων του σκότους.

Η κάθε σου κίνηση,

μαχαίρια φονικά,

ιστοί λάβαρων μίσους

και χοροί σειρήνων σε καμένη γη απογόνων.

Το γαλάζιο των ματιών σου,

ατέλειωτες σιδηροτροχιές λαβύρινθου,

που οδηγούν τα αισθήματα σε κόπωση…

Το γαλάζιο των ματιών σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ήλιε μας ταξιδευτή»

Ήλιε Σοφέ, ταξιδευτή

και της Αγάπης γητευτή

μας, φώτιζε τις νύχτες.

Για να ξυπνούνε τα πουλιά,

νάναι ζεστή η αγκαλιά,

γι’ απόκληρους κι αλήτες.

Ήλιε έρωτά μας και Θεέ

και της ζωής χρυσέ ανθέ

μας, φώτιζε το δρόμο.

Να μη χαθούνε τα παιδιά,

να βγάλουν άνθη τα κλαδιά,

να γειάνουμε τον κόσμο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξίδευες τα όνειρά μου»

Ταξίδευες τα όνειρά μου στα πέλαγα,

ζωγραφίζοντας γοργόνες και τρεχαντήρια,

στ’ ουρανού το μαγνάδι, στη σκέψη μου.

Ταξίδευες τα όνειρά μου στα θαύματα,

σε ουράνιες μελωδίες, σε λιμνών νούφαρα,

στης καρδιάς τα ερωτοπαιχνιδίσματα.

Ταξίδευες τα όνειρά μου στα όνειρα,

τραγουδώντας σε ανθώνες και παραδείσους,

στης ψυχής τ’ ακριβό σφιχτ’ αγκάλιασμα.

Ταξίδευες τα όνειρά μου

και τη χαρά μου,

κρυφά σεργιανούσα.

Ταξίδευες τα όνειρά μου

και στη θωριά σου,

κρυφά τραγουδούσα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Του έρωτα κρυφοί επιβάτες»

Σαν ταξιδέψει η καρδιά και ο νούς,

σε γνωστούς και σε άγνωστους τόπους,

μεθούν και γνωρίζουν κρυφούς ουρανούς,

ταπεινούς και λογιών άλλους ανθρώπους.

Σαν ταξιδέψει η ψυχή κι οι ματιές,

σ’ ομορφιές και ατέλειωτες στράτες,

του πόθου σκαρώνουν ζεστές αγκαλιές,

για του έρωτα κρυφούς επιβάτες.

Σαν ταξιδέψει το κορμί κι ηδονή,

σε φεγγαρόλουστες, κοραλένιες αμμούδες,

παράδεισου μύριοι κρυφοί οργασμοί,

με φτερά της ζωής πεταλούδες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Αμήχανα»

Διάβαζα το σενάριο της ζωής σου

και μάντευα ό,τι δεν ήταν γραμμένο…

Κρατώντας αμήχανα τα χέρια σου,

αφήνω τη ματιά μου ελεύθερη,

να καλπάσει…

Αγνάντεψα το κενό της ψυχής σου,

έλαμπε το σκοτάδι της σκέψης σου,

παραμιλούσαν οι εμμονές σου…

Μπλέχτηκαν με τις αχτίνες του ήλιου

τα λόγια μου και ξεστράτισαν.

Από τα μονοπάτια του ορίζοντά σου

κύλησαν στ’ αδιέξοδα του χρόνου μου,

αντέγραψαν το σενάριο

αμήχανα,

λοξοδρόμησαν και χάθηκαν,

στην ομίχλη του νου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Αλλά»

Σε δέρνουν οι τυφώνες

στων πυραμίδων τους δρόμους.

Ανεβαίνεις με αγκομαχητά, με ιδρώτα,

αλλά,

με τις δικές σου δυνάμεις,

με το δικό σου φως,

με τη δικιά σου λάμψη.

Είσαι αυτόφωτη και αυτάρκης,

είσαι καμάρι και παράδειγμα,

είσαι συννεφιασμένη και Ηλιόλουστη,

είσαι παιδί μα και γυναίκα,

είσαι πεδιάδα αλλά και οροσειρά,

είσαι Θεά ουράνια,

αλλά …

Και Μάνα Γήινη…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δρόμοι δίχως γυρισμό»

Τριγυρίζει στα εσώψυχα της νύχτας

με της Γαλιώταινας το πατίνι,

ζωγραφίζοντας τα τσίτια και τις κορδέλες της,

με τα χρώματα της Πούλιας.

Παραπονιέται ο πύχης σου

για το ξεπούλημα

του σιταριού,

για το κόντημα του φιλότιμου,

κλαίει.

Αδιαφορώντας για θύματα, θυσίες

και θαύματα,

αναζητάς μέτρα και εικόνες

διάφανες.

Μα η αδιαφάνεια είναι τρόπος

της φύσης τους, της ζωής τους σκοπός.

Μην τριγυρίζεις άσκοπα,

δεν υπάρχουν ανθώνες στα βαλτοτόπια.

Τα περιστέρια, φτερουγάνε μόνο

στους εφιάλτες τους.

Πληγωμένη και η ελπίδα της ομίχλης τους.

Τραβάνε δρόμους δίχως γυρισμό…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μόνη στα ξένα»

Στου κόσμου τα συνθήματα,

στης μοναξιάς τα βήματα

ψάχνω για ’σένα.

Μα φεύγεις στα διαλείμματα

μέσ’ στου μυαλού τα κρίματα,

μόνη στα ξένα.

Στου κόσμου τα χαμόγελα,

μία ζωή σου τό ’λεγα

πρέπει να ζούμε.

Προτίμησες τα «θαύματα»

και κολυμπάς σε τραύματα,

ως πότε να ’δούμε.

Στην τρέλα όταν κολυμπάς,

φθάνεις και στην Ιθάκη.

Μα όταν προβλήματα ακουμπάς,

σε τρώνε δράκοι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξιδευτές»

Ταξιδευτές τ’ ονείρου,

συνοδοιπόροι της βροχής.

Αερικά τ’ απείρου,

πυγολαμπίδες μιάς ευχής.

Ταξιδευτές με στάσεις,

συνοδοιπόροι στις ματιές.

Σ’ ανθρώπων παραστάσεις,

μ’ αγιάτρευτες λαβωματιές.

Ταξιδευτές στ’ αστέρια,

συνοδοιπόροι τ’ ουρανού.

Με απλωμένα χέρια,

στα αμαρτήματα του νού.

Ταξιδευτές με φίλους,

συνοδοιπόροι σ’ ομορφιές.

Ανθόσπαρτοι με ήλιους,

μ’ αρώματα και ζωγραφιές.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Με όνειρα ταξίδευα»

Τον κόσμο τον τραγούδησα

από μικρό παιδί.

Οράματα δεν πούλησα

και σε καμιά τιμή.

Με όνειρα ταξίδευα

στη γη στους ουρανούς.

Στις ομορφιές επίστευα

κι ό,τι ορίζει ο νους.

Οι φίλοι με προδώσανε

χιλιάδες μαχαιριές.

Σε άλλους με χρεώσανε

με κάλπικες ζαριές.

Τον κόσμο τον βαρέθηκα

μιλάω σοβαρά.

Νόθα, στραβά, τ’ ανέχθηκα

λειψή και τη χαρά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο Δρόμος μας»

Ο δρόμος ανηφορικός

μ’ αγκάθια και μοναχικός,

στο πουθενά πηγαίνει.

Ο κόσμος μας γυαλιά, καρφιά,

με κόλπα ηλεκτρονικά,

τις σκέψεις μας ρυπαίνει.

Εγώ θα ζήσω όπως – όπως,

δε λογαριάζω αφορισμούς.

Θα είναι άδικος ο κόπος

και γι’ άλλους υπολογισμούς.

Μη σκέφτεσαι τα αγαθά,

γινήκαν οι καημοί βουνά

μαυρίζει κι η ψυχή μας.

Ο δρόμος μας ολισθηρός,

μα δε γλυστρά προς τα εμπρός,

τρέχει η εποχή μας.

Εγώ θα ζήσω όπως – όπως,

δεν κάνω υπολογισμούς.

Θα είναι άδικος ο κόπος

με βία και αφορισμούς.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δεν είναι όλα ίδια»

Της λεμονιάς τ’ ανθάκια

σε νανούριζαν

χωρίς ύπνο οι αξίες σου,

άυπνες πάντα,

πάντοτε ανθηρές, πάντα σε νανούριζαν τ’ ανθάκια,

Περπατούσες,περπατούσες, ταξίδευες , ταξίδευες

και ξεχώριζες τ’ αδελφωμένα και τα πολύ μακρινά,

ξεχώριζες όλες τις βουνοκορφές τις χιλιανθισμένες

να χαϊδεύουν τα πελάγη,

ξεχώριζες τα βότσαλα από τις τρικυμίες,

τις μυρτιές από τους υάκινθους.

Ξεχώριζες τα ποτάμια από τις πίκρες

και τις πίκρες από τις αστραπές,

όλα τα ξεχώριζες, τα λίγα και τα καθόλου

και τα πολύ μακρινά

και τ’ αδελφωμένα,

όλα τα ξεχώριζες.

Μη ζητάς εξηγήσεις τώρα από τους παπαγάλους,

ξενιτεύτηκαν οι αντιδράσεις,

αντέδρασαν οι αμμόλοφοι,

ανθίζουν οι έρημοι

και τα κατάρτια σφυρηλατούνται

στις οάσεις και στα καπηλειά.

Της λεμονιάς τ’ ανθάκια, έγιναν αστέρια,

αποκοιμήθηκαν οι αξίες σου.

Δεν περπατάς, αιωρείσαι, δεν ταξιδεύεις,

έγινες σχοινοβάτης, φακίρης,

αιθεροβάμων,

ξέχασες να ξεχωρίζεις,

παπαγαλίζεις, μόνο παπαγαλίζεις.

Πόσο μοιάζουν οι αξίες, μονολογείς,

πόσο μοιάζουν τα όνειρα, μην είναι αργά(;)…

Στον ορίζοντα οι γλάροι, ο μπάτης, οι μέλισσες,

τα ψαροπούλια, οι βαρκάρηδες, ζωγραφίζουν,

με τα χρώματα της καρδιάς τους, ζωγραφίζουν

«ουράνια τόξα», δεν μοιάζουν όλα,

δεν είναι ίδια όλα, δεν είναι αργά.

Υπάρχει ελπίδα, υπάρχει φως…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στη μανούλα, μαμά» (ΣΤΗ ΔΑΝΑΗ)

Οι φυλλωσιές και τα πουλιά

ξενιτεύτηκαν.

Τα δένδρα έχασαν τα κορμιά τους,

οι κόλακες είχαν ανάγκη την πρασινάδα τους.

Τα κοράκια του βάλτου

μεθούν,

με την πυρκαγιά και το θάνατο.

Άλλαξαν πορεία

τα σύννεφα και τα όνειρα.

Η ζωή τρέχει, ανήμπορη, αδύναμη

και απροσάρμοστη,

στα νέα δρομολόγια.

Κουράστηκαν οι αισθήσεις,

χειμώνιασε στις καρδιές…

Σε λίγο θ’ αρχίσει

ο τρύγος και το λιομάζωμα.

Υπάρχουν ακόμα καρποί.

Υπάρχει ακόμα καιρός…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξίδευε ο λογισμός»

Ταξίδευε ο μαρασμός

σε χώρες πλαστικές,

με ξένους ανθρώπους

και σάλεψε ο λογισμός

γι’ αγάπες μακρινές

και ξάστερους τόπους.

Δε λύνονται προβλήματα

με λόγια ή αυταπάτες.

Αργά, χλιαρά, τα βήματα

μ’ ανάσες και διαλείμματα,

για να κυρτώνουν πλάτες.

Ταξίδευε και η ψυχή

σε λάγνες αγκαλιές,

σε πόθου λιμάνια

και μάτωνε η προσευχή

σ’ ακάνθινες τριανταφυλλιές,

σε μνήμης γιορντάνια.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ν’ ανθίσ’ η κάμαρά μας»

Σε περιμένω μην αργείς,

με τη βροχούλα γύρισε,

στη μοναξιά μου μίλησε,

ν’ ανθίσ’ η κάμαρά μας.

Και τ’ αστεράκι της αυγής

σημάδι νάναι της γιορτής,

στολίδι στη χαρά μας.

Στο λιακωτό αγκαλιασμένους

να μας θωρεί, η νύχτα, η μέρα.

Να στέλνουμε σ’ ερωτευμένους,

ρόδα, φιλιά, με τον αγέρα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στη μοίρα καρτέρι»

Δεν πάγωσαν μόνο αγκαλιές και χαρακώματα,

αβγάτισαν οι υπερβολές, τα μαχαιρώματα.

Δε λύγισαν μόνο γειτονιές και πανανθρώπινα,

μα χλώμιασαν οι ομορφιές και τα χαρμόσυνα.

Διαδρόμοι, λιμάνια, λεωφόροι και παροχές,

πλανήτες, φεγγάρια, ’βδομάδες και εποχές.

Τα ίδια πάντα ακούμε, ακροβατώντας,

φυλάμε καρτέρι στη μοίρα, μονολογώντας.

Τα ίδια πάντα κρατάμε, αγανακτώντας,

φυλάμε καρτέρι στη μοίρα, μοιρολογώντας.

Δε τέλειωσαν μόνο οι αντοχές και τα αισθήματα,

τερμάτισαν οι συμβουλές με τα συνθήματα.

Δε χάθηκαν μόνο φωτεινά και αξιαγάπητα,

μαράθηκαν φανταστικά, αγνά κι απάτητα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Με τη σκέψη σου»

Στο τρένο της υπομονής,

μόνιμος ταξιδιώτης…

Ψάχνω να ’βρώ τα μάτια σου,

της ψυχής σου το κελάηδημα,

του κορμιού σου την ευωδιά.

Ψάχνω να ’βρώ τα χάδια σου,

το γλυκό σου περπάτημα

στην αλάνα που τρέχαμε παιδιά.

Στο τρένο της προσμονής,

μόνιμος επιβάτης…

Δε θύμωσα,

δεν κουράστηκα,

δε βαρέθηκα,

δεν αγανάχτησα,

γιατί μόνο με τη σκέψη σου, ταξιδεύω, προσμένω,

παίρνω δυνάμεις, καθοδηγούμαι…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στον κόσμο το δικό σου»

Στα βλέφαρά σου ξαγρυπνούν

οι ουρανοί κι οι θάλασσες,

οι μούσες και οι μάγισσες

στον κόσμο το δικό σου.

Στα μάτια σου γλυκοξυπνούν

οι πόθοι μου και κατοικούν,

μέσ’ στο χαμόγελό σου.

Γοργόνα τ’ Αλεξάνδρου

και του Μαγιού εταίρα.

Στα ακομπανιαμέντα βάρδου,

του Ελ-Γκρέκο θυγατέρα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τα πάθη να λυτρώσεις»

Θέλω να ρίξεις δυό ματιές,

στης μοναξιάς τα σύννεφα

και στης ψυχής τα σύνεργα,

τον πόνο να μερώσεις.

Να φύγουν οι λαβωματιές

και του καημού οι μαχαιριές,

τα πάθη να λυτρώσεις.

Ο Γολγοθάς που ανεβαίνω,

δεν έχει τελειωμό.

Το άδικο σου ανασαίνω,

του κόσμου τον κατατρεγμό.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Καλή σου νύχτα θάλασσά μου»

Σα μαγεμένος τρέχω μόνος στα ουράνια,

σαν αετός.

Για την αγάπη σου, μα εσύ δηλώνεις

άγνοια δυστυχώς.

Καλή σου νύχτα θάλασσά μου,

όνειρα, ταξίδια, έρωτά μου.

Όνειρα, ταξίδια, έρωτά μου,

καλή σου νύχτα θάλασσά μου.

Δαιμονισμένος φεύγω πάλι στα πελάγη

και όπου βγεί.

Για το χατήρι σου μου κάνουν δώρα,

εφτά μάγοι ναυαγοί.

Σα λαβωμένος πέφτω, σβήνω,

στου σπιτιού σου τα σκαλιά

και στο κρεβάτι παίρνει η μοίρα σου

το χάρο αγκαλιά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Όλοι νικητές»

Τα όργανα ακούρντιστα,

με τ’ ασχημοφτιαγμένα σκαριά της ομίχλης

συνωστίζονται στα λιμάνια.

Ο μάγος στηρίζει τα μπράτσα της μπόρας,

η δυνατή κραυγή του, απόψε ξενιτεύτηκε,

οι αποσκευές των λουλουδιών

δεν ακολούθησαν, λάθος παράγγελμα.

Αμαρτίες και σάβανα

στις εξέδρες χαιρετούν,

άλογα βαμμένα λουλακί, παρελαύνουν.

Όλα τα περιστέρια έχουν αυτοκτονήσει,

πριν αιώνες, ο γεράκος με τα σπόρια

στις χούφτες τα περιμένει στη Μαδρίτη

κάθε πρωινό, χρόνια τώρα, μα η πλατεία άφτερη.

Τ’ απογεύματα τους έχουν στήσει καρτέρι,

κυνηγοί άσφαιροι, στην αρένα,

γνωρίζουν τις διαδρομές τους οι επιστάτες,

είναι ο αγώνας άνισος, πάντα νικάνε τα περιστέρια

Με τα πρησμένα πόδια

ο γκέκας ταξιδεύει,

ζητά αλλαγή φρουράς και κραυγές,

μα είναι αλυσοδεμένος ο γύπας

με κλώνους λεβάντας, τέλειωσε το θυμίαμα,

δεν ξεχωρίζει τους ανθρώπους,

είναι τυφλός ο βρυκόλακας

βλέπει μόνο την κόλαση,

νάρχεται από μακρινό ταξίδι χωρισμού.

Όλοι ζητωκραυγάζουν

η ομίχλη εκλιπαρεί κλαίγοντας,

τα όργανα γλυκοκελαϊδούν,

νανουρίζουν τα λιμάνια,

σε λίγο όλοι, ησυχάζουν, με τη νίκη τους,

ναι, όλοι είναι νικητές… Καληνύχτα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στους πέντ’ ανέμους»

Οι δρόμοι ανοίξανε φτερά

γι’ άγνωστους κόσμους.

Η βροχή τους κάνει συντροφιά,

στους πέντ’ ανέμους.

Χάθηκαν όλα τα τροχοφόρα

μέσ’ στο διαδίχτυο, μέσα στη μπόρα.

Λοξοδρόμησαν κι οι λαμαρίνες

στα χάδια της Κίρκης και στις Σειρήνες.

Τα βρόχια κλείσαν’ εποχές

μέσ’ στα κομπιουτεράκια.

Τη ζωή πηγαίνουν φυλακή

τα πλαστικά δωράκια.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θα σου…»

Θα σου ψιθυρίσω με μια κιθάρα,

τώρα που τελειώνει

του καημού μας η μέρα

και πλαγιάζει ο ήλιος…

Θα σου ζωγραφίσω με ηχοχρώματα,

τώρα που ματώνει

τ’ ουρανού μας η άκρη

κι ωριμάζει η ζωή μας…

Θα σου ιστορίσω για κατορθώματα,

τώρα που μικραίνει

των ονείρων το ύψος

κι έρχεται λήθη για όλα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»