Τζόγος και ζαριές

Κορμιά δεμένα σε τροχούς,

του τζόγου στρατιωτάκια.

Μα εσύ ’ξωπίσω κρυφακούς

κι αδειάζεις καραφάκια.

 

Έγινε η ζωή λαχείο

και ο έρωτας ζαριά.

Η αγάπη μας μουσείο

και οι πόθοι ζυγαριά.

 

Τα όνειρά μας σε γιαπιά,

της νύχτας παραισθήσεις.

Μα εσύ γυρεύεις στα χαρτιά

και στον καφ’ εξηγήσεις.

 

Έγιν’ η ζωή μας τζόγος

και το μέλλον μας σκουριές.

Δεν ισχύει πιά ο λόγος,

παίζοντ’ όλα στις ζαριές.

Να διαβασθούν

Του κόσμου τα συνθήματα,

φθάνουν σε κινητά μηνύματα,

τρελαίνουν τις τηλεφωνίες.

Παπάδες φέρνουν παραδείγματα,

στον Πλαστουργό – τάχα – διαβήματα,

κάτω απ’ το παγκάρι συμφωνίες.

 

Λαμπάδες σαν το μπόϊσας

και τάματ’ ασημένια.

Τα ονόματα απ’ το σόϊ σας,

ζώντα ή πεθαμένα.

Να διαβασθούν, να διαβασθούν, να διαβασθούν,

στο φάκελο πολλά ευρά, για να συγχωρεθούν.

… Με το Θεό

Θέλω να παίξω στο Θεό

πεντ’ έξη μαντινάδες

και να του δείξω πως εγώ,

δεν κάνω τεμενάδες.

 

Θέλω ν’ ανάψω στο Θεό

πεντ’ έξη αργιλέδες.

Εξάρες και στον ουρανό,

στην κόλαση βαλέδες.

 

Θέλω να κλέψω απ’ το Θεό

λιβάνια, θυμιατήρια

και να του πω, αχ! Δεν μπορώ

και ανιδιοτελώς μυστήρια;

 

Θέλω να δείξω στο Θεό

τι κρύβει η καρδιά μου.

Για να μου στείλει χειρουργό,

να βγάλει εσώψυχά μου.

 

 

Θέλω να ρίξω στο Θεό

δυό σοβαρές ιδέες.

Να βάλουνε στον ουρανό,

των κινητών κεραίες.

 

Να οικονομάει ο Θεός

κι αυτοί; Τα ποσοστά τους.

Το εμπόριο πάντα εμπρός

… Μην κάθονται στ’ αβγά τους.

 

Θέλω να κλάψω στο Θεό

… Ν’ αλλάξω νοοτροπίες.

Αδίκησα τον αδελφό

… Με τις τεχνοτροπίες.

 

Θέλω να μείνει ο Θεός

μονάχος με Αγγέλους.

Να τριγυρνάει σαν τρελός,

να ’ρθεί η αρχή του τέλους…

Όλα για το χρήμα

Χιλιόμετρα μετρούσα

και αποστάσεις γης.

Το χρόνο σπαταλούσα

και ήμουν ευτυχής.

Αγόραζα ντουβάρια

και αποταμιεύω ευρά.

Θυσιάζω παληκάρια

με τ’ αναβολικά.

 

Όλα για το χρήμα, το χρήμα το ζεστό,

αν τύχει θα προδώσω και πάλι το Χριστό.®

Δεν μ’ ενδιαφέρουν τα παιδιά, ούτε και οι φτωχοί,

μονάχα οι καταθέσεις, του Μαμμωνά η ευχή.

 

 

Περνούν όμως τα χρόνια,

κυλάνε σα νερό.

Και ας φροντίσω αιώνια,

στροφή προς το Θεό.

Θα φτιάξω εκκλησία

μ’ ολόχρυσους σταυρούς.

Για νάχω εξουσία,

ως και στους ουρανούς.

 

®

Λιβάνια και λαμπάδες

ευχέλαια, λειτουργιές.

Δικούς μου τους παπάδες,

θα παίρνω κι εκλογές.

Θεέ αν με νικήσεις

με τόσα μετρητά.

Εσύ θάχεις τις κρίσεις

… Κι εγώ τον μπεζαχτά

Όλα μπετόν γινήκαν

Μι’ αγάπη καλλικέλαδη

ποτέ δεν τραγουδάει,

σφαλίζει τα ματάκια της,

τη λησμονιά ζητάει.

 

Μόνο ρωτάει τα πουλιά,

της λεμονιάς τα κλώνια,®

μην έφθασε Καλοκαιριά

κι ανθίσαν τα μπαλκόνια;

 

Αγάπη καλλικέλαδη

τα λιακωτά χαθήκαν.

Λουλούδια δεν ανθίζουνε

κι όλα μπετόν γινήκαν.

 

®

(ΓΙΑΤΕΛΟΣ) … Μπήκαμε εκούσια στα κρεματόρια

κι όλοι μας τραβάμε ζόρια…

 

Δίνει στους άφωνους φωνή

Μιά αγάπη καλλικέλαδη

χαίρεται στη λιακάδα.

Με την πανσέληνο αγκαλιές,

με τα φιλιά βαρκάδα.

 

Και στου ορίζοντα το φως

τη φέρνουν γλαροπούλια.®

Τη χαιρετάει ο Αυγερινός

και τη ζηλεύει η Πούλια.

 

Μιά αγάπη καλλικέλαδη

σκορπάει τον έρωτά της.

Δίνει στους άτυχους ζωή,

σ’ άφωνους τη λαλιά της.

Ερωτικό αεράκι μου

Σου παίρνω το χαμόγελο

το κάνω χελιδόνι,

το στέλνω με καυτά φιλιά,

στου νού σου το μπαλκόνι.

 

Γλυκό χελιδονάκι μου

ερωτικό αεράκι μου,

ταξίδεψε τους πόθους μου®

σ’ ερημικό ακρογιάλι.

Για να σου κάνω έρωτα,

να μη μας ξέρουν άλλοι.

 

Σου παίρνω το παράπονο

το κάνω περιστέρι,

για να σου φέρει τη χαρά,

απ’ της καρδιάς τα μέρη.

 

Γλυκό περιστεράκι μου

ερωτικό αεράκι μου,

ταξίδεψε τους πόθους μου®

σ’ ερημικό ακρογιάλι.

Για να σου κάνω έρωτα,

να μη μας ξέρουν άλλοι.

Ο έρωτας τη νίκησε

Απόψε έχει παγωνιά

κ ο νιός; Βαρκάκι με πανιά,

θέλει να βγεί στο Πανταζί,

Να ’δεί η γοργόνα του αν ζει.

 

Και του φωνάζει η θάλασσα:

Το σπιτικό της χάλασα.

Πήγε σε μακρινό γιαλό,

άστη να πάει στο καλό.

 

Κι ο νιός μ’ ολόχρυση κλωστή

γράφει ψηλά στην κουπαστή.

Εγώ αυτήν αγάπησα

κι ας μου τη λες σατράπισσα.

 

Η θάλασσα ξενύχτησε

που ο έρωτας τη νίκησε.

Σηκώνει το πρωί πανιά,

για Νέα Μάκρη, για Σχοινιά.

Ποίημα μου

Μάτια μου…

Ουρανοθώρητοι ιστοί,

ερωτο-ονειρεμένοι.

Χέρια μου…

Γοργοφτέρουγοι αετοί,

χιλιο-ταξιδεμένοι.

Στήθη μου…

Ανθοστόλιστες φωτιές,

που μυρο-αναυλίζουν.

Χείλη μου…

Ηδονικές μου σαϊτιές,

που σ’ αντικατοπτρίζουν.

 

 

Σκέψη μου…

Γλυκοχαράματα γιορτής,

δν έχει αρχή και τέλος.

Λάθη μου…

Η αυτοκάθαρση ψυχής,

της ρότας μου το βέλος.

Ποίημα μου…

Αποστάγματα στιγμών,

πόνων, καημών και πόθων.

Στίγμα μου…

Κρυφοσκιρτήματα λυγμών,

των νάϋλον και νόθων…

Έγινε βράδυ το πρωί

Τα νιάτα ρώτησαν μιά αστραπή:

Πώς τρέχεις τόσο γρήγορα,

έτσι δαιμονισμένα;

Κι απάντησε η αστραπή:

Μπροστά σ’ εσάς!!

Τρέχω αργά,

’σεις πάτε στα χαμένα.

Μα τρέχουμε, να προφθάσουμε,

τα νιάτα να χορτάσουμε…

Αχ! Δε χορταίνετ’ η ζωή…

κι έγινε βράδυ το πρωί…