Σκυλέ

Έγινε το τραγούδι μας, φρίκη και αηδία,

Καθημερνά του κάνουνε, πολυτελή κηδεία.

Με άνθη και γαρύφαλλα «από τα κοιμητήρια»

Πίστες, αχτίνες λέϊζερ, ουίσκυ στα ποτήρια.

Όμοιες όλες οι φωνές, ενορχηστρώσεις ίδιες,

ο ήχος απαράλαχτος, λογαριασμοί; Τσιμπίδες.

Παρήγορο είναι φίλοι μου, πώς το μπουζούκι αντέχει,

τα δήθεν και τα άψυχα, ανάγκη δεν τα έχει.

Κρατάει τον πήχυ του ψηλά, τους δρόμους; Λεωφόρους,

στον κρυσταλλένιο ήχο του, «τεζάρουν» μ’ άνευ όρους.

Τα «Ηλιοβασιλέματα» «Αρχόντισσα» «Μινόρε»

και Μελωδίες άπειρες, «ΑΠΑΤΗΤΕ ΜΑΣ ΧΩΡΕ»!!

Όσο κι αν σε ληστεύουνε, όσο κι αν ασελγούνε,

η Θεία Δίκη έρχεται… Μέσα τους θα τη βρούνε.

Θα πάρουνε εκδίκηση, «ΡΕΜΠΕΤΗΔΩΝ ΑΓΩΝΕΣ»

και το ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ ΣΟΥ ΛΑΕ!!

Θα βασιλεύει ΑΙΩΝΕΣ!!

Επαγγέλματα;

Τα υπουργεία σπαταλούν, το αίμα του κοσμάκη

κι αν βολευτούν οι κολητοί; Τρως κάνα ψιχουλάκι.

Μηδέν για τον πολιτισμό, ευρώ για την υγεία,

για την παιδεία, τη σύνταξη, στου τάδε τα εργαλεία.

Δεν πάει άλλο βρε παιδιά, τόχουν παρατραβήξει,

πρέπει να τους στριμώξουμε κι η κωμωδία, ας λήξει.

Άμυνας και πολιτισμού, αμαρτωλά υπουργεία,

πρέπει να τα γκρεμίσουμε, αχ! Μα την Παναγία.

Σύλλογοι πολιτιστικοί, «οι Σούλες και οι Μπούλες»

μαζεύουν όλο «το χαρτί» και θίασοι, «ρεμούλες».

Τεμπέληδες, αργόσχολοι και οι γλυψιματίες,

μυριάδες άλλες αφορμές, χιλιάδες οι αιτίες.

Και φτάνουμε «απόπατο» μ’ αυτά και μ’ όλα τάλλα.

Αντί να είμαστε ιππείς, «μας έχουνε καβάλα».

Μα το ποτάμι, πάντα εμπρός, στα πίσω δε γυρνάει,

γελάει όμως καλλίτερα, στο τέλος αν γαμ…

Λαμόγια

Τα υπουργεία σπαταλούν, το αίμα του κοσμάκη

κι αν βολευτούν οι κολητοί; Τρως κάνα ψιχουλάκι.

Μηδέν για τον πολιτισμό, ευρώ για την υγεία,

για την παιδεία, τη σύνταξη, στου τάδε τα εργαλεία.

Δεν πάει άλλο βρε παιδιά, τόχουν παρατραβήξει,

πρέπει να τους στριμώξουμε κι η κωμωδία, ας λήξει.

Άμυνας και πολιτισμού, αμαρτωλά υπουργεία,

πρέπει να τα γκρεμίσουμε, αχ! Μα την Παναγία.

Σύλλογοι πολιτιστικοί, «οι Σούλες και οι Μπούλες»

μαζεύουν όλο «το χαρτί» και θίασοι, «ρεμούλες».

Τεμπέληδες, αργόσχολοι και οι γλυψιματίες,

μυριάδες άλλες αφορμές, χιλιάδες οι αιτίες.

Και φτάνουμε «απόπατο» μ’ αυτά και μ’ όλα τάλλα.

Αντί να είμαστε ιππείς, «μας έχουνε καβάλα».

Μα το ποτάμι, πάντα εμπρός, στα πίσω δε γυρνάει,

γελάει όμως καλλίτερα, στο τέλος αν γαμ…

Διατροφική αλυσίδα

Τροχάδην, άγχος, ιδρωκοπάς, να βγάλεις τα σπασμένα,

μα που να βγουν τα πρόστυχα, πολλά τα γαμ…α.

Οι τράπεζες σε γδέρνουνε, τα ίδια η εφορία,

τα σούπερ-μάρκετ, η ΔΕΗ, ΟΤΕ κι η πιτσαρία.

Τα μηχανάκια τρέχουνε, στομάχια να χορτάσουν,

δε μαγειρεύει ούτε μιά, αυγά κι άμα προφθάσουν.

Δουλεύουνε τα έτοιμα, σβήσαν οι κατσαρόλες,

μπιφτέκια ή κοτόπουλα ή πλαστικές μπριζόλες.

Τα όσπρια, τα λαδερά, παστίτσια, μουσακάδες,

δεν έχει χρόνο η οικοκυρά, θέλουνε και μπελάδες.

Μα πως ν’ αφήσεις σίριαλ, κούς-κούς, τηλεπαιχνίδια,

για φαγητό αδερφάκι μου, καλά και «τα σκουπίδια».

Χοληστερίνη, πίεση, τα καρδιακά, ο διαβήτης,

σε περιμένει στη γωνιά, ο χάρος ο αλήτης.

Πρέπει να δίνει ποσοστά, στα έτοιμα «ο Μιχάλης»

έχουν ανοίξει οι δουλειές, αυτός; Πάει κι η άλλη;

 

Τα θέλουμ’ όλα γρήγορα, φαΐ, αμάξι, χρήμα,

κονσέρβα και τον έρωτα, από τον καναπέ, ούτε βήμα.

Γαμ…ε ηλεκτρονικά, μέσω διαδιχτύου,

δίσκος σκληρός το πέ…ς τους, στο DVD του αιδ…

Θα εξαρτηθεί η ηδονή απ’ της ΔΕΗ την τάση,

γιατί αν κάνει διακοπές, τ’ αρχ…α ίσως σπάσει.

Της φύσης το χαμόγελο, το έχουν κάνει κλάμα,

του έρωτα η ομορφιά, πώς έχει γίνει δράμα;

Ζητώ συγνώμη νέοι μου, για της ζωής τα χάλια,

κόβεις τη μία κεφαλή, χίλια νέα κεφάλια…

Γιατ’ η δική μου η γενιά, τα έχει κάνει ρόϊδο,

μπορεί να είμαι έξυπνος(;) Μα, πιάστηκα κορόϊδο.

Πιστέψαμε μυθεύματα, οι ελπίδες βγήκαν φρούδες,

γιατί τα έκαναν σκατά, της αλλαγής οι αρκούδες.

Κοιτάξανε τις τσέπες τους και όλα, μεταξύ τους,

μονά-ζυγά στην πάρτη τους, τί θέλ’ η όρεξή τους;

Σε άλλο ρυθμό

Ξενύχτηδες, μπατίρηδες, λαμόγια και κλεφτρόνια,

σύντομη είναι η ζωή, γι’ αυτό ξεκλέψτε χρόνια.

 

Στον κάτω κόσμο ο Θεός, σου εξασφαλίζει δωρεάν,

κεριά, ευχέλαια, λοιπά φύλλον συκής, ως και μπουφάν.

Μάσες και ξάπλες όπως θες, φραπέ, μπιλιάρδο, γήπεδα,

ανάπαυση και εκδρομές, σε όλα τα επίπεδα.

Αν δε γουστάρεις στην ¨ΕΔΕΜ» πηγαίνεις και στην κόλαση,

μπουζούκια, γλέντια, γκόμενες, του κάτω κόσμου, όαση…

 

Ζαμπέτας, Μοσχολιού, Νταλκάς, η Ρόζα, ο Τσιτσάνης,

ο Καζαντζίδης, κορυφή!! Σκέφτεσαι, να πεθάνεις;

Ο Μπιθικώτσης τραγουδά, ο Χιώτης στα μπουζούκια,

Γκόγκος, Καλδάρας, Ρούκουνας κι η Μπέλλου στα μπαρμπούτια.

Οι καλλιτέχνες άπειροι, δεν τους χωρά ο άδης

κι απολαμβάνουν αμανέ, που λέει ο Περπινιάδης.

Ο Μπέμπης ρίχνει ταξιμιά, ο Δαλαμάγκας ζάρια

κι ο Μόσχος ο αθεόφοβος κι εδώ κάνει παζάρια…

Διασκέδαση;

Μπουζούκια; Ή σκυλάδικα; Ή νάϋλον διασκεδάσεις;

Μπορεί από το θόρυβο και το μυαλό να χάσεις.

Η πίστα ’χει γαρύφαλλα, «της αηδούς» τα μπούτια,

κονσέρβα όλα τα σουξέ κι από το σίνθυ, ούτια.

Ρυθμοί, ΤουρκοΑράβικα, τραγούδια ’να χαρμάνι

και τα ουΐσκια ρέουνε, στης σήψης το καζάνι.

Λογαριασμοί αστρονομικοί, θες μιά περιουσία,

στο ταβερνάκι του ο λαός, αυτό έχει ουσία.

Μα όλοι οι νεόπλουτοι, πώς θες να ξεχωρίσουν;

Με διατριβές, συγγράμματα; Στις πίστες θα τα ρίξουν.

Να δείξουν την αξία τους, πως τάχα είν’ φτασμένοι

κι όχι «κουλτουροκόροϊδα», γυμνοί και πεινασμένοι.

Οικονομία ελεύθερη, έτσι διατυμπανίζουν,

αεριτζήδες, ποταποί κι οι δήθεν που γαυγίζουν.

Οι αητονύχηδες, χρυσά, κομπιναδόροι; Βίλες

κι όσοι τον Άνθρωπο κοσμούν, με τρύπιες τις αρβύλες.

 

Οι πλούσιοι, πλουσιότεροι και οι φτωχοί; Ζητιάνοι

και οι Αγνοί Δημιουργοί, τραβάνε για τη Μάνη.

Τους στέλνουν για το Ταίναρο, στην είσοδο του Άδη,

μήπως τους αχρηστέψουνε και ζούμε στο σκοτάδι.

Τα φώτα των Δημιουργών, τους μέτριους ζαλίζουν,

τους καλοπερασάκηδες, πάντοτε σατυρίζουν.

Δε μάθανε οι δύστυχοι, «ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ»

και ανά δευτερόλεπτο, «ΑΞΙΕΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΙ».

Του Αριστοφάνη οι φωτιές, δε σβήνουν για αιώνες

και των Αρχαίων μας ρητά, είν’ της Ζωής Πυλώνες.

Και όλοι ας το νοιώσουνε, μία φορά πως ζούμε,

το άδικο, τ’ ανέντιμο, μπροστά μας θα το βρούμε.

Αν δε «χτυπήσει» τους γονείς, ίσως παιδιά ή εγκόνια,

…Μία τριχούλα είμαστε, στα εκατομμύρια χρόνια…

Τους θησαυρούς της πλάσης μας, δώρο στα δίνει η Φύση

κι έχουμε βάλει στοίχημα, ποίος θα τ’ αφανίσει.

Όχι ν’ απολαμβάνουμε, αλλά τι θα λαμβάνουμε.

Όχι το πώς θα ζούμε, αλλά τι θ’ αποχτούμε…

Αθλητισμός;

Στα γήπεδα οι οπαδοί; Εχθροί, μεγάλο πάθος.

Χτυπιούνται σαν οχτάποδες, τα αίτια; Σε βάθος.

Εκεί ξεσπούν οι νεαροί, στα γκολη εκτόνωσή τους

κι αν γίνει και καμιά στραβή; Στη βία, η ένεσή τους.

Παράγκες και κυκλώματα, ποτάμια οι παράδες,

ΠΡΟ-ΠΟ, σικέ στοιχήματα, πολίτες… φουκαράδες.

Η μπάλα, είναι μια θεά, το μάτς σε συνεπαίρνει,

ποδόσφαιρο και στάδιο, την ευεξία φέρνει.

Η μπάλα, είναι φάρμακο, τα άγχη επουλώνει,

την Κυριακή στα γήπεδα, όλους τους καθηλώνει.

Η Νίκη νάναι Δίκαιη, ο πιο καλός; Κερδίζει.

Αυτός είναι ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ, η Άμιλλα τ’ ορίζει.

Άλλοι λαδώνουν διαιτητές, πληρώνουνε και παίχτες,

πουλούν και τη γυναίκα τους, για νίκη οι θεομπαίχτες,

Αρκεί να πάρουν κύπελο, πρωτάθλημα να πάρουν,

μετράει το αποτέλεσμα, με τα ευρά σκοράρουν.

Στα σκόρπια

Και αν θα βγεις καθηγητής ή ένας δικηγόρος,

σαν ταξιτζής θα βολευτείς ή λιμανιού αχθοφόρος.

Αν πας κατηγορούμενος και δεν διαθέτεις φράγκα,

σ’ έφαγε κολοβό σκυλί ή σ’ έφαγ’ η μαρμάγκα.

Μη λες για μπροστινού κλανιές, γι’ αμαρτωλού μετάνοιες,

κάτι σιγανοπαπαδιές, είναι πολύ πουτάνες.

Μιλούν για «ΗΘΙΚΑΣ ΑΡΧΑΣ» πως… τάχ’ αυτές αξίζουν,

είναι λιγάκι «γιαλαντζί» και μάλλον μαϊμουδίζουν.

Χρεώνεσαι ως το λαιμό, «λούξ καρώ» να σοφάρεις,

σηκώνεσαι χαράματα, για να ’βρεις να παρκάρεις.

Χάνεις την ηρεμία σου, πετάγεσαι στον ύπνο,

βλέπεις πως είσαι έγκυος, κατάμαυρο τον κύκνο.

Διαθέτεις «φούλ αξεσουάρ», κουκούλα όχι αστεία

και αν του κάνουν γραντζουνιά, σε βλέπω εγκληματία.

Αν πεις για το συναγερμό; Κάθε λίγο-λιγάκι,

στην ’ξώπορτα πετάγεσαι με το κομπιουτεράκι.

Η ζωή αυτή μας πρέπει;

Χαπάκια, ψυχοφάρμακα, τρελάδικα μ’ αλήθειες.

Έχουμε γίνει μπάχαλο… Αμερικανοσυνήθειες.

Φόνοι, κλοπές, ανώμαλοι, ληστείες, αδικίες,

έκαναν την πατρίδα μας, Σικάγου συνοικίες.

Θέλεις ν’ αγιάσεις; Δεν μπορείς, τα έχουνε στημένα,

του «βερζεβούλ» τα κέρατα, πάντοτε σηκωμένα.

Κέρατα τηλεόρασης ή κινητών κεραίες

και μας αποχαυνώνουνε… Πούν’ οι στιγμές οι ωραίες;

Ειδήσεις; Οι εφιάλτες μας, παράθυρα με βία,

ποιος χρωματίζει αυθεντικά, την αιματολαγνεία.

Φωνάζουνε αναίτια, για τις τηλεθεάσεις,

τα μηχανάκια της έϊ-τζι-μπι, αχ! πώς να τα χορτάσεις;

Μα έχεις το τηλεκοντρόλ, όπλο που αφοπλίζει,

μα… Σε τρώει περιέργεια κι αυτό τους ερεθίζει.

Σου δίνουν έτοιμη τροφή, δεν πρέπει να κοπιάσεις,

στη φυλακή του καναπέ, τα πάντα θα χορτάσεις…

 

Αν πεις για την πολιτική; Η ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ,

λόγια που λένε σοβαρά, τα πιάνεις για αστεία.

Ξεχώρισαν τα κόμματα, τους πλέον φωνακλάδες,

για τις ειδήσεις των οχτώ, σ’ εικονικούς καυγάδες.

Τραβά ο ένας απ’ εδώ, ο άλλος παρακάτω,

γι’ αυτό κυρίες, κύριοι, έχουμε πιάσει πάτο…

«Έφυγε κι ο Χριστόδουλος» με τις φιλοδοξίες,

ήρθε ο Ιερώνυμος, «μ’ αρχές και με αξίες».

Πάντα το τρένο χάνουμε, πάμε σαν τη χελώνα,

αν έτσι συνεχίσουμε, δε βγάζουμε «χειμώνα».

Ίσως να μας ζηλεύουνε ή και να μας μισούνε,

μ’ αν δεν φροντίζουμε εμείς, άλλους κατηγορούμε;

Τρέχουμε για την Κύπρο μας, το Κόσσοβο, τα Σκόπια,

με τα μυαλά στα κάγκελα και τις δυνάμεις σκόρπια.

Για τη φριχτή κατάντια μας, φταίμ’ όλοι οι πολίτες

κι όχι οι εκάστοτε ταγοί ή κάθε λογής αλήτες.

Κάτ’ όλοι από το μέτριο, γνώσεις; Υποτυπώδεις,

αν είχαμ’ άλλη εποχή, θά ’χε δουλειά ο Ηρώδης.

 

Και απαιτούν την ψήφο μας, κάθε τετραετία,

Μακράν κομματικής γραμμής; Μεγάλη αμαρτία.

Σχέδια, νομοσχέδια, ρυθμίσεις δια νόμου,

παρανομίες, σπέκουλα και μπόχα υπονόμου.

Πανεπιστήμια, μόρφωση; Θέλεις περιουσίες,

για την παιδεία όταν μιλούν; Το παίζουνε μεσσίες.

Συγκοινωνίες διάφορες, πλοία, αεροπλάνα,

«χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα».

Λογαριασμοί, πετρέλαια, δάνεια, φροντιστήρια,

στις πλάτες μας βαρύς σταυρός και του Ιησού μαρτύρια.

Να φτιάξεις οικογένεια; Σου χρειάζονται προσόντα,

όσο για τις ανάγκες σου, στο VIDEO μιά τσόντα.

Τα φρούτα, τα λαχανικά; Παράγονται μ’ ορμόνες

και κάθε προϊόν αγνό, το βλέπεις σε εικόνες.

Κιμάδες, ψάρια, κρέατα; Με χημικές ενώσεις

και αν θα φας εντόσθια, πικρά θα μετανιώσεις.

 

Δηλητηριάσεις, εμμετοί, ανάσκελα, φορείο,

νοσοκομείο, διάδρομος; Σου έτυχε λαχείο.

Εντατικές και θάλαμοι, ούτε στα όνειρά σου,

ανάρρωσες σαν άνθρωπος; Μόνο με τον παρά σου.

Ευρά για τα ασφάλιστρα; Στα τρώνε οι κηφήνες

και όταν πάρεις σύνταξη, δεν ζεις ούτε δυό μήνες.

Μα δεν σε φθάνει ο πόνος σου, χίλια άλλα να φροντίσεις,

σ’ έχουνε φέρει στο Αμήν, «χρόνους να τους αφήσεις».

Νεκροταφεία, εξόδιο, μνημόσυνα, παπάδες,

γραφειοκρατίες με Δ.Ο.Υ κι ένα σωρό μπελάδες.

Πρώτη κηδεία ή δεύτερη; Στόλισμα; Δεσποτάδες;

Ν’ ανάψουν πολυέλαιοι; Ή φτωχικές λαμπάδες.

Να λάβουν μέρος χορωδοί; Ή ένας φάλτσος ψάλτης,

μαϊμού «κοράκι» στην πομπή ή γνήσιος νεκροθάφτης;

Το κυλικείο, στέφανα, ο τάφος, το τρισάγιο

και το γραφείο τελετών; Γαμ…ι δίχως σάλιο…