Φτερουγίσματα

Φτερουγάν τα όνειρά σου, στο καταχείμωνο,

αψηφούν μπόρες και χιόνια,

δεν τα λύγισαν τα χρόνια,

της ζωής κακοτοπιές,

αδικίες και φωτιές.

 

 

 

Φτερουγάν τα βάσανά σου, σε χαμόγελα,

προσπερνάς λύπες και φόβους,

μεταλλάσσεις και τους πόνους,

σε αγάπη, σε γιορτάσι,

κάθε ομορφιάς στην πλάση.

 

 

 

Φτερουγάν οι αναμνήσεις, στα κιτάπια σου,

αψηφούν μήνες και χρόνια

κι οι ιδέες σου αιώνια,

θα διδάσκουν γενεές,

θα στηρίζουν ομορφιές.

Πώς περάσαν τόσα χρόνια

Τραβάει ο γεροντάκος μοναχός,

από Χαυτεία Αιόλου.

Περίλυπος και σκεφτικός…

Για ομορφιές του Βόλου.

 

 

Πώς περάσαν τόσα χρόνια,

πότε έπαιζα αμάδες;

Στου χωριού μου τα αλώνια…

… Θάναι μερικές βδομάδες.

 

 

Προχώρησε στην αγορά,

ο κόσμος σα μυρμήγκια,

τα πρόσωπά τους σκυθρωπά,

τρέχουν, σαν νάναι αγρίμια.

 

 

Πώς περάσαν τόσα χρόνια

και ασπρίσαν τα μαλλιά μου;

Ας γυρνούσα στα αλώνια…

Για να ζήσω τα στερνά μου…

 

Προσευχή καλογριάς

Μια καλογριά εικοσάχρονη,

τη στόλιζαν οι μούσες.

Η ομορφιά, τα κάλλη της,

ήταν παραμυθένια.

Ποτέ, δε χτύπησε η καρδιά,

στου έρωτα τα βέλη.

Ποτέ, δε γνώρισ’ έφηβο,

δεν είχε αγγίξει άντρα.

 

Στον αργαλειό που ύφαινε,

την Άνοιξη σκεφτόταν

και στο σεντόνι το λευκό,

γλυκοκαθρεφτιζόταν.

Ύφαινε και ζωγράφιζε,

στου σεντονιού το υφάδι…

Ξάφνου, προβάλλει στο πανί,

όμορφος καβαλάρης.

 

Η καλογριά, λιγώθηκε,

τον παίρνει στο κελί της.

Μ’ αυτόν κοιμάται και ξυπνά,

μ’ αυτόνε ξενυχτάει,

προσεύχεται γονατιστή,

μη σβήσει απ’ το σεντόνι…

Ο καβαλάρης μη χαθεί

και σβήσει κι η ζωή της.

Ποτέ δεν θα το μάθεις

Πάντοτε θα σ’ αγαπώ,

ως τ’ ουρανού την άκρια.

Πάντοτε θα σε θρηνώ

και ας μην έχω δάκρυα.

 

 

Την Άνοιξη θα καρτερώ,

μην έλθεις σαν λουλούδι.

Τα κρύα βράδια θ’ αγρυπνώ,

μην έλθεις σαν τραγούδι.

 

 

Με σένα ονειρευόμουνα,

ως της ζωής τη δύση.

Ποτέ δε φανταζόμουνα,

τη φλόγα σου να σβήσει.

 

 

Πάντα θα σε καρτερώ

κι ας ξέρω πως δεν θάρθεις.

Πάντοτε σ’ έχω φυλαχτό…

Ποτέ δεν θα το μάθεις.

Αητόπουλο

Αητόπουλο τραγούδαγε

μέσα από τη φωλιά του,

τη χαραυγή, την Άνοιξη,

τη νιότη, τη χαρά του.

 

Τ’ άκουσε ο πετροκότσυφας

κι έχασε τη φωνή του.

Η γερακίνα πέρασε,

κλαίει για τη ζωή του.

 

Πώς να του πουν τα θλιβερά,

πώς να του πουν χαμπέρια;

Η μάνα του η πανέμορφη,

στου κυνηγού τα χέρια.

 

Τ’ αητόπουλο το ένοιωσε

και σβήνει τα τραγούδια.

Αρχίζει να μοιρολογεί,

δακρύζουν τα λουλούδια.

 

Νάχα φτερά μανούλα μου, να έλθω να σε πάρω.

Με το φονιά να μετρηθώ, απέναντι στο χάρο.

Να ιδείς γλυκιά μανούλα μου, το πόσο σ’ αγαπάω.

Με τις φτερούγες της ψυχής, πόσο ψηλά πετάω.

Εσένα να φυλάω… Το χάρο να νικάω…

Η χελιδόνα η κόρη μου

Πάνω στο σεντόνι τ’ ουρανού,

διαβάζω τα όνειρά σου,

μεσ’ στο σεντούκι του μυαλού,

φυλάω τα προικιά σου.

 

 

Αετοί μου, πέρδικες, θάλασσοπούλια μου,

τριαντάφυλλα, γιούλια, ζουμπούλια μου.

Κοιμάται η χελιδόνα μου να την ξυπνήστε,

την έχω μονάκριβη, μη λησμονήστε.

 

 

Τα μελισσάκια Πασχαλιάς,

σου στείλαν χίλια δώρα

κι ένας κακόκαρδος χιονιάς,

θα σε παγώνει τώρα.

 

 

Αετοί μου, πέρδικες, θάλασσοπούλια μου,

τριαντάφυλλα, γιούλια, ζουμπούλια μου.

Ξυπνήστε τη θυγατέρα μου την περιμένω,

ψωμάκι της ζύμωσα, το τζάκι αναμμένο.

Τι είναι αγάπη (;)

Μια ευχή ανήμπορου, στη βοήθειά σου.

Ένα αθώο χαμόγελο παιδιού, στην αλήθειά σου.

Ένα ψέμα σου, για την ευτυχία τους.

 

 

Η παρουσία ουράνιου τόξου, μετά την καταιγίδα.

Ο αγώνας μας, ο αγώνας σας, ενάντια στην αδικία.

Του ήλιου η ανιδιοτέλεια, για τη ζωή μας.

Της βροχής η ανιδιοτέλεια, για τη ζωή μας.

 

 

Να μην εξαργυρώνεις, πιστεύω, ήθος,

για οποιαδήποτε ανταλλάγματα.

 

Να είσαι ο εαυτός σου, σε κάθε στιγμή σου,

σε κάθε ηλικία σου.

 

Να σκέφτεσαι φωναχτά,

χωρίς να υποτιμάς συνανθρώπους σου.

 

Να είσαι φιλαλήθης, φιλελεύθερος

και φιλήσυχος…

… Τι άλλο είναι αγάπη (;)

Ευτυχία;

(Ι)

…Ρώτησα την πούλια,

τι είναι ευτυχία;

Μου χαμογέλασε με νόημα,

αφού τώρα είσαι ευτυχισμένος

πραγματικά,

τι με ρωτάς (;)

Εσύ πρέπει να δώσεις τον ορισμό της.

 

 

 

Τα μάτια σου, τα χτυποκάρδια μου,

τα χείλη σου, η γλυκιά προσμονή μου.

… Αυτό δεν είναι ευτυχία;

 

 

 

(ΙΙ)

Δυο περιστέρια, αγνάντευαν απεγνωσμένα

τα παγωμένα κεραμίδια…

Άνοιξα το αραχνιασμένο παράθυρο,

κάθισαν στο περβάζι, τρώγοντας ψίχουλα

από τη φανουρόπιτα, που είχες ζυμώσει,

αναζητώντας την ευτυχία σου.

… Αυτό δεν είναι ευτυχία;

 

 

 

Τα μάτια σου, τα χτυποκάρδια μου,

τα χείλη σου, η γλυκιά προσμονή μου.

… Αυτό δεν είναι ευτυχία;

 

(ΙΙΙ)

…Συνάντησα σ’ ερημικό ακρογιάλι

τη μορφή σου …

Ξαφνικά!!

Γέμισε η παραλία με γελαστά πρόσωπα,

λουλούδια, ορχήστρες, παιδιά

να χορεύουν, να τραγουδούν,

«ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ» «ΤΙΣ ΧΑΡΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ»

… Αυτό δεν είναι ευτυχία;

 

 

 

Τα μάτια σου, τα χτυποκάρδια μου,

τα χείλη σου, η γλυκιά προσμονή μου.

… Αυτό δεν είναι ευτυχία;

Τι είναι Μουσική;

(Ι)

Ρωτούν οι μαθητές μου:

Δάσκαλε τι είναι Μουσική;

… Το αγνό βλέμμα σας,

ενάντια στα πονηρά και στην ιδιοτέλεια.

… Το χαμόγελό σας,

ενάντια στην αδικία και στην εκμετάλλευση.

… Η ψυχούλα σας,

ενάντια στις μαύρες σκέψεις ανεγκέφαλων.

… Το φτερούγισμα των πουλιών,

ενάντια στη στασιμότητα, στην οπισθοδρόμηση.

… Τα σκιρτήματα της καρδιάς,

ενάντια στους ανέραστους στους υλιστές.

… Τα παραμύθια της γιαγιάς,

ενάντια στην αποχαύνωση, στην ισοπέδωση.

… Η ανθισμένη αμυγδαλιά,

ενάντια στα παγωμένα χαμόγελα

και στα παγόβουνα της ψυχής τους…

 

 

(ΙΙ)

Ρωτούν οι γονείς των μαθητών μου:

Δάσκαλε τι είναι Μουσική;

… Τα χαλικάκια των παιδιών της Παλαιστίνης,

ενάντια των τανκς Ισραηλινών.

… Η μπούργκα όμορφης Αφγανής,

ενάντια στ’ αχαλίνωτα ήθη, καιρών, καναλιών.

… Οι διαδηλώσεις αδικημένων,

ενάντια στα μονοπώλια, στην παγκοσμιοποίηση.

… Τα περιττώματα μελισσών,

ενάντια στη μόλυνση, στην οικολογική λαίλαπα.

… Η ανεκτικότητα της φύσης,

ενάντια στους φονιάδες κάθε ομορφιάς.

… Η αναγνώριση, ο σεβασμός,

σε ανθρώπους της τέχνης,

ενάντια στους σκοταδιστές, στους δήθεν …

Ο Ήλιος

Χαίρονται τα παιδιά στον ερχομό του Ήλιου,

ξεπροβάλλοντας από τα μακρινά βουνά.

Ξυπνώντας τη φύση,

χαρίζοντας το χρυσάφι του.

Παίρνοντας τη θέση της νύχτας,

τα παιδιά ευτυχούν …

 

 

 

Λυπούνται τα παιδιά όταν χάνεται ο Ήλιος,

όταν βυθίζεται στα κόκκινα σύννεφα.

Στου ορίζοντα το βλέμμα,

στο φευγιό των πουλιών.

Παίρνοντας τη θέση του η νύχτα,

τα παιδιά μελαγχολούν …