Πόσο νωρίς γερνάμε γιατί;

Ήμουν παιδί, στα δεκαοκτώ,

ήσουν θεά, στα εικοσιδυό.

Πώς περάσαν τόσα χρόνια;

Τώρα ομορφιά μου, πού νάσαι,

με ποιόν να κοιμάσαι…

Πώς χαθήκαν τόσα χρόνια;

 

 

 

Πόσες φορές ανθίσαν τα κρίνα,

τα ρόδα κι η καρδιά Κατερίνα ή (καρδερίνα)

Πόσο νωρίς γερνάμε, γιατί;

Πόσες φορές ήλθε Απρίλης, Λαμπρή (;)

Μα τ’ όνειρό μου, ομορφιά μου, ακόμη ναρθεί.

Πόσο νωρίς γερνάμε, γιατί;

Τα ερωτηματικά ενός παιδιού

(Ι)

Ένα παιδί, ρωτά τη θάλασσα,

πού μένουν οι γοργόνες;

Πώς έρχονται τα κύματα;

Πώς γίνοντ’ οι τυφώνες;

Ο Οδυσσέας γύρισε;

Είναι κοντά η Ιθάκη;

Μια ψαροπούλα χάθηκε,

πού μένει ο καπετάνιος;

Οι συγγενείς του πνίγηκαν;

Δεν θα ξαναγυρίσουν;

Η αδελφή του φτερουγά;

Παίζει με τους αγγέλους;

Η μαυρομάνα η τρελή,

θα ξαναβρεί το γιο της;

Τον έχει και μοναχογιό,

πότε θα τον παντρέψει;

Προσμένει η νυφούλα της

έξω απ’ την εκκλησία

Οι γλάροι που φτεροκοπάν

γιατί δεν της μηνούνε;

 

(ΙΙ)

Τα βράχια, του ματώνουνε,

τις σάρκες και το νου του.

Πικρό κάνουν το δάκρυ του,

την παιδική ψυχή του…

Τα βότσαλα, του τραγουδούν,

η άμμος, του χορεύει.

Μα στη καρδιά του δε χωρούν,

χοροί και πανηγύρια…

 

 

 

Θάλασσα πικροθάλασσα, γιατί δεν αποκρίνεσαι;

Είσαι σκληρή και άκαρδη, μα θα σε περιμένω.

Εδώ στον κάβο Μαλιά,

πάντα θα σε ρωτάω …

Γίνονται όλα αγέρας

Ο άνθρωπος είν’ άπληστος

τα θέλει όλα δικά του,

μα δε κερδίζει τη ζωή

μόνο με τα ευρά του.

 

 

Πρωΐ γεννιέται μια ζωή,

ανθίζει μεσημέρι,

το δειλινό μαραίνεται,

το βράδυ είν’ αστέρι.

 

 

Ο άνθρωπος τρελάθηκε

θέλει τα πάντα τώρα,

ξεχνά το ηλιοβασίλεμα

και της νυχτιάς την μπόρα.

 

 

Μικρά, μεγάλα βάσανα,

φορτώνει κάθε μέρας,

μα ό,τι κερδίσεις άμυαλε,

γίνονται όλα αγέρας.

Ανοιχτές αγκαλιές

θα πάρω

τη θάλασσα

αγκαλιά.

Τα βότσαλα, την αμμουδιά

στους ώμους.

Θα σου κεντήσω

με αστέρια τα μαλλιά…

Θ’ αλλάξω αγάπη μου

και της ζωής τους δρόμους.

 

 

 

Φεγγαρολούλουδα κι αγκαλιές,

τραγούδια όμορφα,

φιλιά, ακρογιαλιές.

Φεγγαρολούλουδα κι ομορφιές,

τραγούδια, αρώματα,

ανοιχτές αγκαλιές.

Με τ’ αστέρια φιλιά

Γλυκιά προσευχή…

Χίλιες νυχτιές,

σου στέλνω

με της ψυχής τα πουλιά.

 

 

 

Γλυκιά προσμονή…

Χίλιες ευχές,

σου στέλνω

με τ’ αστέρια φιλιά.

 

 

 

Όνειρα, αγάπη κι ομορφιές,

φτεροκοπάνε οι ψυχές

και χαρούμενα τα μάτια,

η καρδιά, στου έρωτα παλάτια.

Γλυκιά προσευχή …

Γλυκιά προσμονή …

Για την αγάπη

Τα γράμματα στον τοίχο,

έψαλλαν Ανάσταση

πικρά χαμογελώντας.

Τα όνειρα στο στοίχο,*

έκαναν παράσταση

ψυχρά χειροκροτώντας.

 

Δεν θέλει η ειρήνη αίματα

κι ο πόλεμος ειρήνη, κρίνε μου.

Δεν θέλει η αγάπη ψέματα

κι ο θάνατος αγάπη, φίλε μου.

 

Τα χρώματα στα μάτια,

έκλαψαν τις Άνοιξες

αβάντα προσκυνώντας.

Τα νιάτα σε χαμόψυχα

και μάχες άνισες

κραυγές αναζητώντας.

 

Δεν θέλει η αγάπη ψέματα

κι ο θάνατος αγάπη, φίλε μου.

Δεν θέλει η ειρήνη αίματα

κι ο πόλεμος ειρήνη, κρίνε μου.

Μικρός για έρωτες

Κορίτσι Καλοκαιρινό

πούχεις σπαθιά για μάτια,

μη μου ζητάς παλάτια,

είμαι μικρό και ορφανό.

Σου δίνω την καρδιά μου

και τη φτωχή ψαριά μου…

 

 

Κορίτσι Καλοκαιρινό

στα κάλλη τα γυμνά σου,

μέσα στην αγκαλιά σου,

κρύψε με ν’ αποκοιμηθώ.

Η νύχτα θαμε νοιώσει,

ποτέ μη ξημερώσει…

 

 

Κορίτσι Καλοκαιρινό,

άνοιξε τα φτερά μου,

Άγγελε κι έρωτά μου

σ’ έχω Θεό και Ουρανό.

Κοιμάσαι στην καρδιά μου,

παλάτι στα όνειρά μου…

Μη χαθούν τα σύμβολά μου

Πάνω στης ζωής μου το τεφτέρι,

«Άννα» μου γράφει ένα αστέρι.

Θέλω να ψιθυρίσω μάνα

κι η ψυχή, φωνάζει «Άννα».

Όταν ξυπνώ όταν πλαγιάζω,

που είσαι Άννα αναστενάζω.

 

 

 

Βαδίζω στην ακρογιαλιά,

τη φέρνουν γλάροι αγκαλιά.

Γράφει «Άννα», η γαλέρα κι η καρδιά,

«Άννα», ο γιαλός κι η αμμουδιά.

Ήλθε κύμα να τα σβήσει,

μα ο μπάτης, δεν θ’ αφήσει

να χαθούν τα σύμβολά μου,

χαραγμένα στην καρδιά μου…

Πάντα λουλουδιασμένη

Καρδιά μου άνοιξε πανιά

για της Μαριώς τη γειτονιά,

να τη γλυκοφιλήσω.

Γοργά, μην έλθει η νυχτιά

πριν κοιμηθούνε τα παιδιά

και πώς θα της μηνύσω;

 

 

 

Να της χαρίσω φυλαχτό,

να τη φυλάει απ’ το κακό,

νάναι ευτυχισμένη.

Άνοιξη, Γή και Ουρανό,

όπου βρεθώ να τη θωρώ,

πάντα λουλουδιασμένη.

Για την Άννα

Γράμματα «μαγικά» σαν μαθαίνω

και αρχή κάνω με τ’ άλφα.

Πρωτάκι στο σχολειό σαν πηγαίνω,

με τα όνειρά μου κρυμμένα στη σάκα.

 

 

Άννα, δυό «ΑΛΦΑ» γι’ αρχή και για τέλος…

Άννα, αγκαλιασμένα δυό «Νι»…

Απαρχή μου εσένα αγναντεύω,

όταν ανοίγω της καρδιάς το πανί.

 

 

Πέτρινα με χτυπούν κι υπομένω,

η ζωή μου στης Άννας τη σάκα.

Των Θεών τα σκαλιά ανεβαίνω,

αναζητώντας τη μορφή της στην Πλάκα.

 

 

Άνοιξη, Ακρόπολη, Αθήνα, Αγάπη.

Από «ΑΛΦΑ» Αρχίζεις Αυγούλα.

Απαρχή μου, Αφή μου, Αγνή μου,

Ανάσα μου, Ακριβή μου, Αννούλα…