Γνώση και απόγνωση

Από τη μια πλευρά πουλάς τη γνώση

και σκορπάς απο την άλλη την απόγνωση.

Γυναίκα και παιδιά ρίχνεις στα ζάρια

και για ένα ευρώ κάνεις παζάρια.

Λες, πως επιδιώκεις πάντα το διάλογο,

αλλά στο μυαλό, στις πράξεις, έχεις το παράλογο.

Βοηθάς τάχα αδύναμους και τη φτώχεια,

σε όλους ανεξαιρέτως στήνεις τα βρόχια.

Σ’ ενδιαφέρουν τάχα, υγειή και χαρμόσυνα,

πρωτοστατείς όμως σε λεωφόρων μνημόσυνα.

Απο τη μιά πλευρά πουλάς τη γνώση

και σκορπάς απο την άλλη την απόγνωση.

Η ζωή

Με χίλια τρέχεις στη λεωφόρο,

κρέμεται η ζωή σου από μία κλωστή.

Για ψυχή έχεις το τροχοφόρο

και όνειρό σου, η στροφή να είναι κλειστή.

Δεν είναι παιχνίδι η ζωή,

απ’ το Δημιουργό μας είναι θαύμα.

Δεν θα τη βρείς σε μαγαζί,

να βάλεις ανταλλακτικά στο τραύμα.

Με χίλια τρέχεις και στις διαβάσεις,

φανάρια κόκκινα, πάντα τα προσπερνάς.

Τη Μοίρα σου όμως μην τη δικάσεις,

όταν κλείσει μιά μέρα τα μάτια κι εσύ θα πονάς.

Τα γκάζια

Πατάς τα γκάζια ασυλόγιστα,

η μηχανή σε υπομένει αγόγγυστα.

Όπως δήποτε η λογική σου θέλειservis,

στα μέτρα σου μιά λεωφόρο για να εύρεις.

Δεν υπολογίζεις πιά τα νιάτα σου,

την καρδιά της μάνας σου περιφρονείς.

Στη φύση ποτέ δεν ακουμπάς,

είσ’ απερίσκεπτος κι αιθεροβάμων,

μόνο το χρόνο σου αντίθετα μετράς.

Πατάς τα γκάζια ασυλόγιστα

κι η μηχανή σε υπομένει αγόγγυστα.

Η λογική σου θέλειservis

τη λεωφόρο της φειδούς να εύρεις.

Αγρίεψαν και λήστεψαν

(Ι)

Αγρίεψαν την ψυχή μας

με τα νάϋλον τραγούδια

και τα παρατράγουδά τους.

Ληστέψαν τη ζωή μας

τα μεταλλαγμένα τους παιχνίδια

κι όλα τα εκτρώματά τους.

Αγρίεψαν την ψυχή μας

με τον δήθεν πολιτισμό τους

και με τις αποφάσεις τους.

Ληστέψαν τη ζωή μας

με τον άρρωστο ψυχισμό τους

και με χυδαίες φράσεις τους.

(ΙΙ)

Ημερεύουν την ψυχή μας,

ο Λοΐζος κι ο Καλδάρας

με τραγούδια της Ελλάδας.

Με Βαμβακάρη και Τσιτσάνη,

η ζωή για να γλυκάνει.

Ημερεύουν την ψυχή μας,

Χατζηχρήστος, Μπαγιαντέρας

του πολιτισμού αγέρας.

Αυλωνίτης, Παξινού

η τροφή ψυχής και νού.

 

 

(ΙΙΙ)

Ημερεύουν την ψυχή μας,

Βασιλειάδου και Μακρής,

Τα στραβά δεν τα μπορείς.

Νίκος Γκάτσος και Ελύτης,

Στη ζωή μας καταλύτης.

Ημερεύουν την ψυχή μας,

Ο Ψαθάς και ο Τσιφόρος,

Ευωδιές απ’ Άγιο – Όρος.

Καζαντζάκης, Μακρυγιάννης,

Ο Ταύγετος της Μάνης.

V)

Ημερεύουν την ψυχή μας,

τα μπουζούκια της Ελλάδας

φλόγες άσβεστες της δάδας.

Ζαφειρίου, Σπόρος, Χιώτης,

ελιξίριο της νιότης.

Παπαδόπουλος, Καρνέζης,

με τις ομορφιές να παίζεις.

Καραντίνης, Βασιλάς,

όλα τ’ άνθη να φιλάς.

Τατασόπουλος, Στεργίου,

με τα μύρα του αγίου.

Με Αλτή και με Τσιμπίδη,

με Χιονά, Κωνσταντινίδη.

Φορεσιές από πενιές,

από νέους κι απο νιές.

Σου γράφω

Σου γράφω ανορθόγραφα

μικρά ή κεφαλαία,

σε στέκια ομοιόμορφα

και με κλειστή αυλαία.

Να τραγουδάς, να τραγουδάς

και μαργαρίτες να μαδάς.

Είναι τυφλός ο χωρισμός

και της ματιάς σου ο σεισμός.

Σου γράφω με το αίμα μου

χωρίς τελείες, τόνους

κι αν έχασες το βλέμμα μου,

ψάξε στης γης τους κλώνους.

Δεν συγχωρεί ποτέ ο νούς

Ξελόγιασαν τα λόγια σου

της μοίρας δρομολόγια,

φθαρμένα τα ρολόγια σου

σε νόθ’ ανεμολόγια.

Μην οδηγείς στους ουρανούς

χωρίς διαγραμμίσεις,

δεν συγχωρεί ποτέ ο νούς,

μη τον υποτιμήσεις.

Καθρέφτιζαν τα μάτια μου

κομμάτια απ’ την ψυχή σου,

φθαρμένα σκαλοπάτια μου

μιάς νόθας προσευχής σου.

Αρχίζουν

Αρχίζουν της ζωής τα σκαλοπάτια,

ανάμεσα απ’ αδικίες και κλοπές

και απανθρώπων διαπλοκές.

Αρχίζουν της ζωής τα δρομολόγια,

ανάμεσα απο φωτιές κι απο καπνούς,

σε όσα δε χωρά ο νούς.

Αρχίζουν της ζωής τα παρατράγουδα,

ανάμεσ’ από μάχες και πληγές,

μα δε διαφέρουν οι εποχές.

Αρχίζουν της ζωής τ’ αρώματα,

ανάμεσ’ από κάλλη κι ομορφιές,

μέσ’ απ’ του έρωτα φωτιές.

Μέσα στ’ Απρίλη αρώματα,

στης Άνοιξης τα χρώματα.

Μέσ’ στα κάλλη και στις ομορφιές,

στου Μάη τις τριανταφυλλιές.

Τα χρόνια

Καράβια πάνε κι έρχονται,

τα χαιρετά η Ραφήνα

και το μαντήλι της κουνά.

Τα χρόνια φεύγουν, χάνονται

δεν τα μετρά η Μαλβίνα,

μα της θυμίζουν πως γερνά.

Καράβια δένουν, χάνονται

τα λησμονά η Ραφήνα,

πιάνουν οι άγκυρες σκουριά.

Τα νιάτα τρέχουν, σβήνονται

μονάχη κι η Μαλβίνα,

νοιώθει τα πόδια της βαριά.

Τα χρόνια γρήγορα περνούν

μαχαίρια, ύπουλα χτυπούν

και οι πληγές(;) Αγιάτρευτες.

Τα χρόνια έχουν και χαρές,

άτολμες και περαστικές,

μικρές και απροστάτευτες.

Με τη σκέψη σου

Στο τρένο της υπομονής,

μόνιμος ταξιδιώτης…

Ψάχνω να ’βρώ τα μάτια σου,

της ψυχής σου το κελάηδημα,

του κορμιού σου την ευωδιά.

Ψάχνω να ’βρώ τα χάδια σου,

το γλυκό σου περπάτημα

στην αλάνα που τρέχαμε παιδιά.

Στο τρένο της προσμονής,

μόνιμος επιβάτης…

Δε θύμωσα,

δεν κουράστηκα,

δε βαρέθηκα,

δεν αγανάχτησα,

γιατί μόνο με τη σκέψη σου, ταξιδεύω, προσμένω,

παίρνω δυνάμεις, καθοδηγούμαι…

Ζαΐρα

Σκαλίζω πάλι στα μαβιά,

στα μισοξεχασμένα,

γυρίζω μόνος στα παλιά

και στα ξεθωριασμένα.

Η ομορφιά δεν είναι χρηματιστήριο,

μα έχει φούσκες στις μετοχές της.

Είναι πολύ μεγάλο κρυφομυστήριο,

γιατί αλλάζουν πάντα οι ενοχές της.

Οι αναμνήσεις σε καιρούς,

στα κάλλη σου Ζαΐρα,

η συλλογή μου από καρπούς

και της ζωής την πείρα.