Τρίτο Μέρος

«Ευωδίες και δυσωδίες»

(Ι)

… Της αρμύρας η ανάσα

έφθανε ως την κορυφή των βράχων,

για ν’ αφουγκραστεί

Από τα ψηλά λημέρια –

Επτασφράγιστα μυστικά της θάλασσας

και του ξεχασμένου βάλτου τα μυστήρια.

… Κρεμασμένη ώρες ατελείωτες

με μπόρες, με χιονιάδες, με υπομονή,

μ’ εσπερινούς σε Βυζαντινούς δρόμους,

κεκραγάρια και μοσχολίβανο,

αφουγκραζόταν, αφουγκραζόταν…

Δυό γερακίνες ζύγιζαν τις φτερούγες τους,

στη λαϊκή αγορά τ’ ουρανού,

αδιαφορώντας για την κόπωση των ήχων

και της αρμύρας τις εμμονές…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Οι σταυροί από τα σέμπρε βίβα

μύρωναν τους άπιστους βοριάδες

και τις πορείες των δελφινιών,

που ξεδιψούσαν

με ταξίδια μακρινά,

τις ψυχές και το χρόνο…

Τα Κύθηρα ξελόγιαζαν

τις λυγερόκορμες

κι οι λυγερόκορμες μάγευαν τους ανέμους

και οι άνεμοι ζωγράφιζαν

στον Αβλέμμωνα έρωτες

απρόβλεπτους, ανικανοποίητους…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Το κάστρο έκλεινε στην αγκαλιά του

θούριους, ελπίδες κι ελευθερίες ήλιων,

πλέκοντας οριζόντων βλέφαρα

και μπουλουκιών χαϊμαλιά.

… Στα βοσκοτόπια και στους χειμάρους

Μιάς άλλης εποχής –

Χόρευαν ολόγυμνες νεράιδες

μ’ έφηβους του Ολύμπου

και με καλοσμιλευμένα κορμιά του Ευρώτα.

Σφιχταγκαλιασμένοι φθόγγοι

από τσιγκάνους οργανοπαίχτες,

έδεναν τα σύννεφα

με τις κορφές των δένδρων

και με τ’ άλικα ντέφια

Από μιάς νεκρής αρκούδας όνειρα –

Ταξίδευαν κι ονειροπολούσαν…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙV)

Κεραυνοί ζωγραφίζουν φόβους

μικρών παιδιών

και πουλιών χτυποκάρδια,

στις καμένες φωλιές

και στα κακοτράχαλα ρουμάνια των πόθων.

… Με το υπερήφανο άλογο του Αλεξάνδρου

και με τα φτερά της ιστορίας

οι ερωδιοί ανοίγουν δρόμους,

για τους τολμηρούς και αποφασιστικούς

καβαλάρηδες της βροχής…

Περιμένει η γοργόνα μηνύματά του,

από τους ψαράδες των Κυθήρων

και της Νεάπολης τις φουσκοθαλασσιές…

Άργησε το πλοίο της γραμμής,

σε ποιόν κάβο δένουν την υπομονή;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(V)

Χρόνια τώρα έκλεισαν τις πόρτες

των δημιουργών

και οι φύλακες νωχελικά πλάγιασαν

επάνω στις δάφνες τους,

ναρκωμένοι

για πολλούς αιώνες…

Για χρόνια πολλά και φανταστικά.

Για χρόνια χρήσιμα και φαντασίας.

Για χρόνια άχρηστα και φαντασμάτων…

… Κλαίνε κι οι αναμνήσεις με τη μοναξιά,

κλαίνε και τα μεσημέρια με τους μοναχούς,

κλαίνε κι οι έρωτες μονάχοι τους…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙ)

Τ’ αρμυρίκια ζητωκραυγάζουν

για τις επιδόσεις των γλάρων

και για τους ατέλειωτους οργασμούς

των κυμάτων,

που αναβλύζουν ιδρώτα και μύρα.

… Το δειλινό αρχίζουν να ζευγαρώνουν

οι κάμπιες με το μέλλον

και τα φύκια

Εν μέσω χασμουρητών –

Ετοιμάζουν κορδέλες και στέφανα,

για τους έσχατους της πεδιάδας…

Κάμποι λουλουδιασμένοι, απόμακροι,

ερωτεύονται την αρμύρα της θάλασσας

κι αγαπούν τις γιορτές και τις βεγγέρες,

πουλώντας τα γλαρόνια της αντίπερα όχθης…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙ)

Φυλλωσιές που υπογράφουν μηνύματα

στ’ ακροκέραμα της ανατολής,

μαραίνονται, ξαναφουντώνουν,

μαραίνονται, ξαναμαραίνονται,

αλλ’ αντιστέκονται σθεναρά.

Αντιστέκονται, αντιστέκονται

κι αντιστέκονται,

έως το επόμενο ηλιοβασίλεμα,

που θ’ αναστηθούν

από μόνα τους τα χρυσάνθεμα

και θα ξαναπετάξουν ελεύθερα

οι κύκνοι για το μοναστήρι

της «Γλυκοφιλούσας»…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VIII)

Κοιμάσαι ανάμεσα στους θορύβους του μυαλού σου

και στης νεροποντής τ’ αγκάλιασμα,

ονειρεύεσαι, ονειρεύεσαι κι ονειρεύεσαι…

Κλείνεις τα ματόκλαδα στις αλήθειες

της ανακωχής

και στα βεγγαλικά του γάμου,

χορεύοντας ασταμάτητα

έως την ώρα του μεγάλου χωρισμού.

Δε χωρίζουν τα κυκλάμινα,

από τη μανία του βοριά.

Δεν ανταμώνουν τα βράχια,

με την αγκαλιά του ορίζοντα.

Δεν αγκαλιάζονται οι στιγμές,

με τη σοφία του μπάτη…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(IX)

… Τραγουδάς, τραγουδάς, τραγουδάς,

άτολμα κι αθόρυβα

και με τους ρυθμούς της αυγής

μοιράζεις αναρίθμητα νούφαρα,

στις λίμνες της προσμονής

και στων μεγάλων προσδοκιών τ’ αντάμωμα.

Σε γιορτές και σχόλες – Μεσάνυχτα –

κάνεις τον ακροβάτη στους χασομέρηδες,

στις πόρνες

και στα φανάρια της Ιεράς οδού.

Αυτά είναι τα όπλα αμύνης

κι επίθεσης

μιάς δίκαιης απόφασης.

Μιάς αμαρτίας βαρυπενθούσας,

που συνεχίζει ν’ αμαρτάνει…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(X)

Το κάλλος και η ομορφιά

χαθήκαν στους αιώνες

κι όλοι επάνω στα καρφιά,

λοιμοί, λιμοί, τυφώνες.

Στρατώνες χτίσαν μ’ άσφαιρα,

σκοπιές με δαχτυλίδια

και λες, πώς τα κατάφερα;

Μ’ ακάνθινα στολίδια…

Δεν κλάψαν τότε οι βροχές

χαθήκαν στις πορείες

κι όλοι μετρούσαν εποχές,

Με θα… Και θα… Ιστορίες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙ)

… Οι Μούσες επέστρεψαν

τις Θεϊκές τους ιδιότητες,

τις χάρες κι αρετές τους,

στο υπουργικό συμβούλιο του Διός.

Αγανακτισμένες, φοβισμένες,

προβληματισμένες…

«Παραπλανηθήκαμε από Σειρήνες

της Άνοιξης,

από το γεμάτο υποσχέσεις

χαμόγελο του Μάη.

Από τα ηλιοβασιλέματα της Οίας,

από την πανσέληνο τ’ Αυγούστου

κι από την λάμψη του Ερμή

και την ομορφιά της Αφροδίτης…»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙ)

Δήλωσαν κατηγορηματικά,

πως δεν επιθυμούν συμμετοχή,

σε προγραμματισμένα παιχνίδια

κερδοσκόπων, σεμινάρια ανθελλήνων

και φονιάδων κάθε ομορφιάς…

Εξήγησαν πως δεν φαντάστηκαν

Ούτε στους εφιάλτες τους –

Α ρ ά χ ν ε ς να διοικούν,

θρασύτατα, με ιδιοτέλεια

και να κατευθύνουν όνειρα,

ελπίδες και προκοπή, νέων αγγέλων…

Δεν έγινε αποδεκτή η παραίτηση

από τους Θεούς, «λόγω ανωτέρας βίας»

Οι πρώτοι; Απουσίαζαν, σ’ εγκαίνια;

Κι οι έσχατοι; Συνεστιάσεις; Συμβούλια;

… Οι Μούσες παραμένουν άνεργες…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙΙ)

Με τις ευωδιαστές Κυριακές

που γλυκοξυπνάνε μύθους και παραμύθια,

που καρφώνουν στις ψυχές χρώματα.

Με τ’ ανεξίτηλα χάδια κι αρώματα

της γιαγιάς, με τις ισόβιες ελευθερίες

των παιδικών μας χρόνων.

Με τα χαμόγελα της μικρής λεμονιάς,

με του κήπου μας την ορχήστρα.

Με του κοκκινολαίμη τις μελωδίες,

με τ’ αγκάλιασμα της κληματαριάς.

Με τις επευφημίες και τα χειροκροτήματα

του εσπερινού, αναπολούμε, αναπολούμε…

Δρόμους με πυλώνες και φάρους,

μ’ ευωδιές της ψυχής μας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XIV)

… Δεν άνθησε η γαρδένια των ματιών σου,

γιατί δεν υπήρξε σπορά επιθυμιών,

γιατί δεν άνοιξαν οι στιγμές τα φτερά τους,

γιατί δε χορεύουν οι μέλισσες

τα Σαββατόβραδα.

Κι όμως ο γερο-βαρκάρης

μεταφέρει ακόμα, νιάτα δροσερά

με το σαπισμένο σκαρί του.

Κουβαλάει ελπίδες, στο καταχείμωνο

της ξεχασμένης καρδιάς.

Συνεχίζει ν’ ανοίγει τα κουπιά του

στη ζωή,

συνεχίζει, συνεχίζει, συνεχίζει,

καρτερικά, νικώντας το χρόνο…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XV)

Και η θάλασσα

γαληνεύει με το μονότονο τραγούδι

της φώκιας.

Δεν περιμένει άλλες καντάδες

από τους ναύτες,

δεν περιμένει κουβεντολόι

με τους ναυαγούς της…

Δυστυχώς έχουν βυθιστεί άδοξα,

έχουν αυτοκτονήσει άνανδρα,

τα «φροντιστήρια» του Ποσειδώνα.

Και οι γοργόνες του Αλεξάνδρου;

Έγιναν θαμώνες τηλεπαραθύρων…

Τηλεπαιχνιδιών…

Και τηλεδικείων…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θυμήσου»

(Ι)

Θυμήσου Σαββατιανό μου αγκυροβόλημα,

μέσα στην αγκαλιά σου

ξεχνάω κάθε μου πρόβλημα.

*

Θυμήσου απόψε ομορφιά μου,

σε περιμένω να ταξιδέψεις

τα όνειρά μου.

*

Ζωή μου θυμήσου στην Κυπαρισσία,

πως ο έρωτας είναι της φύσης

πανδαισία,

με ανεξίτηλες αξίες και ουσία.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Ψυχή μου θυμήσου

και στους Γαργαλιάνους,

ό,τι ο έρωτας πρέπει νάναι αγνός,

γι’ άρχοντες και για ζητιάνους.

*

Καρδούλα μου θυμήσου

και στα Φιλιατρά,

πως ο έρωτας είναι γιατρειά

και του μυαλού η λευτεριά.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Θυμήσου τα τριαντάφυλλα

ανθίσανε για σένα.

Το άρωμά τους με μεθά,

μα το κορμί στα ξένα.

*

Θυμήσου πως η Άνοιξη

ανθίζει για αιώνες.

Να σου φωτίζει αστέρι μου,

του έρωτα πυλώνες.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Θυμήσου τα χαράματα

του αηδονιού τραγούδια.

Εγώ τα στέλνω αγάπη μου

με της καρδιάς λουλούδια.

*

Θυμήσου το ηλιοβασίλεμα

πως κοκκινίζει ο ήλιος.

Είναι γιατί σε ’ντρέπεται,

που χάθηκε ο Απρίλιος.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(V)

Θυμήσου το ηλιοβασίλεμα

πως κοκκινίζει ο ήλιος.

Το αίμα μου τον σκέπασε

με σκότωσ’ ένας φίλος.

*

Θυμήσου το ηλιοβασίλεμα

πως χαιρετάει τη ’μέρα.

Πηγαίνει σ’ άλλες γειτονιές,

να πει μιά καλημέρα.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙ)

Θυμήσου όμορφες στιγμές…

Μου κράταγες τα χέρια,

σαν με ταξίδευες μακριά,

στου ουρανού τ’ αστέρια.

*

Θυμήσου τον Ταΰγετο,

στο δάσος της Βασιλικής

πάντα μας καλημέριζε

ο ερχομός της Κυριακής.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙ)

Θυμήσου και στη Μάνη μας,

σε πύργους και αλώνια.

Ξοδεύαμε τα νιάτα μας,

μην αποχτούμε χρόνια.

*

Θυμήσου και στον Άγιο – Λιά,

της νιότης χτυποκάρδια,

που τα φτερά σου άνοιγες

και μου ’κλεβες τα βράδια.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙΙ)

Θυμήσου και τις Άνοιξες

που φύτρωνα για ’σένα.

Με άφησες ξερό δεντρί

και άνθιζες στα ξένα.

*

Θυμήσου την αγάπη μας

στο Πανταζί, στα βράχια.

Άρμεγε χρώματ’ απ’ το νου

κι απ’ της ζωής τα στάχυα.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

X)

Θυμήσου γλάρους που βουτούν

να πιάσουνε κοχύλια.

κι εγώ ρουφούσ’ αρώματα

απ’ τα καυτά σου χείλια.

*

Θυμήσου λόγια μυστικά

και δακρυσμένα μάτια.

Την Πούλια, τον Αυγερινό

και της καρδιάς παλάτια.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(X)

Θυμήσου τα απόβραδα,

σου κράταγα το χέρι.

Σε κάθε χτυποκάρδι σου

έβγαινε κι ένα αστέρι.

*

Θυμήσου ξημερώματα,

στης Πλάκας τα σοκάκια.

Αιώνιους όρκους μου ’δινες

και Θεϊκά φιλάκια.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙ)

Θυμήσου «αγάπη μου» τρελή,

στης φυλακής σου το κελί

πως με κρατούσες χρόνια.

Θυμήσου χίλιες μαχαιριές

και της ψυχής κακοκαιριές,

στου κόσμου σου τα χιόνια.

*

Γλυκοχαράματα θυμήσου,

ήμουν στο Πανταζί μαζί σου,

μαζεύαμε όρκους και φιλιά.

Μας αγναντεύανε οι βράχοι

κι εμείς στης αμμουδιάς τη ράχη,

έχουμε μείνει αγκαλιά.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙ)

Θυμάμαι ξημερώματα

ερχόσουν μεθυσμένη.

Τίποτα δε θυμόσουνα,

στον κόσμο σου κλεισμένη.

*

Θυμάμαι στην Επίδαυρο,

σ’ Αρχαία τραγωδία.

Τα μάτια σου γλυκόπαιζαν,

σαν μέθης μελωδία.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙΙ)

Θυμάμαι κάθε πρωινό,

στης Πλάκας τα δρομάκια.

Ερχόσουν πάντα Ήλιε μου,

μ’ ερωτοτραγουδάκια.

*

Θυμάσαι κάθε δειλινό,

τον ήλιο χαιρετούσες.

Θα ζέσταινε κι άλλες ψυχές

κι εσύ λαμποκοπούσες.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Η θύμησή σου μ’ εξιτάρει,

φλόγες, φωτιές στο μαξιλάρι,

γεμίζει η κάμαρη καπνούς.

Ξημέρωσε και περιμένω,

με τ’ όνειρό μου αραγμένο,

εκεί που θέλει μόνο ο νους.

*

Η θύμηση κι η αρχοντιά

στο χρόνο έκαναν βουτιά,

συμπέρασμα μη βγάλουν.

Βγάζει η θύμηση λυγμούς,

η αρχοντιά μόνο καημούς,

μα θα το ξανακάνουν.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Στη θύμησή μου κατοικώ,

στο φόρεμά σου το λευκό,

τρέχω σαν ανεμίζει.

Τα λόγια σου ταξινομώ,

λιοντάρι άϋλο ορμώ,

(ή άλικο)

σ’ όποιον το νού σου αγκίζει.

*

Θυμάμαι, συλλογίζομαι,

τρέχω σαν το ζαρκάδι.

Ψάχνω να ’βρώ τα χνάρια σου

και το γλυκό σου χάδι.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Η θύμηση και η ψευτιά

στο χρόνο ρίχτηκαν βαθιά,

τα λάθη τους ν’ ακούσουν.

Ακούει η θύμηση ζαριές

και η ψευτιά βλέπει σκουριές,

μα θα ξαναβουτήξουν.

*

Οι θύμησες κοιμήθηκαν βαριά,

σε θάλασσες και σε στεριά

κι έχουν παρέα τους λευκά γλαρόνια.

Ανοίξανε παράθυρα ψυχής,

τα άχραντα μιάς προσευχής

κι έχουν σημαία τους, ευτυχισμένα χρόνια.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Καληνύχτα»

(Ι)

Καληνύχτα ομορφιά μου,

εικόνες μου,

μπαχτσέδες, ευωδιές μου,

ανθώνες μου.

Καληνύχτα ματάκια του ήλιου μου,

του καημού, του αδελφού μου, του φίλου μου.

*

Καληνύχτα αστέρια της ’μέρας μου,

της αγάπης, της νιότης, της τρέλας μου.

*

Καληνύχτα λεωφόροι

και δρόμοι μου,

πεζοδρόμια, σοκάκια,

υπονόμοι μου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Καληνύχτα μελωδίες, νότες,

τραγούδια μου,

παρτιτούρες, εμπνεύσεις

λουλούδια μου.

Καληνύχτα παραλίες, μουράγια

και κότερα,

βαρκούλες, γλαρόνια κι αητόφτερα

*

Καληνύχτα ιστορίες, μύθοι

και παραμύθια μου.

Παρέες, βεγγέρες, ξενύχτια μου.

*

Καληνύχτα τραγούδια, ποιήματα,

στίχοι μου.

Μελωδίες, συνθέσεις και ήχοι μου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Δεύτερο Μέρος

«Η ζωή μας»

(Ι)

Άδοξα ημέρες πέρασαν και περνούν,

τα χρόνια στη φορμόλη αβγατίζουν…

Η ζωή περιμένει υπομονετικά

με τα δώρα της, δίπλα σου,

πλάι μας πανταχού παρούσα…

Δίχως να τις ρίξουμε έστω μια λοξή ματιά,

την προσπερνάμε βιαστικά,

με αγένεια, με άγχος, παραμιλώντας,

παραπατώντας, μήπως και προλάβουμε

την ύλη.

Αυτή που αγαπάμε παράφορα,

με ιδιοτέλεια και πάθος.

Αυτή που μας διδάσκουν καθημερινά,

εντατικά και με περισσή σπουδή

τ’ αφεντικά μας, που δεν γνωρίζουμε,

αλλά μπορεί να υποψιαζόμαστε…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Αλήθεια αυτό μας διδάσκει ο ήλιος;

Η θάλασσα; Τα λουλούδια, το χιόνι,

η βροχή;

Αυτό μας διδάσκει το ηλιοβασίλεμα;

η ομίχλη, το γλυκοχάραμα;

Αυτό μας διδάσκει η αγάπη;

Ο έρωτας, το ήθος, η συνέπεια;

Αυτό μας διδάσκει η ομορφιά και το κάλλος;

Η ιστορία μας;

Οι Αρχαίοι μας πρόγονοι;

Αλήθεια ποιά είναι

τ’ αφεντικά μας;…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Οι αυτόχειρες»

Πατρίδα μου, ο δρόμος και τα πιστεύω μου

στα πεζοδρόμια που αλυχτώ νυχθημερόν.

Ελπίδα μου, οι νόμοι και τα παραμύθια τους,

οι φαντασιώσεις μου που δυστυχώς με ταλαιπωρούν καθημερινά.

Σωτήρας μου, ο κόσμος και τα κουρδισμένα τους

ψευτοχαμόγελα που σκορπούν αφειδώς σ’ ημέτερους.

Παιδεία μου, η ημιμάθεια και οι κατάκοποι

θεματοφύλακές της, που διδάσκουν τους όρους

που συνταξιοδοτούνται…

Θρησκεία μου, ρασοφόροι με υπερπολυτελείς

σιδεριές, που διαθέτουν λογιστές, οικονομολόγους,

ψευδομάρτυρες και άπειρους αφελείς που ζητούν

συγχωροχάρτι για την αιώνια παραδεισένια ζωή τους…

Πολιτικοί μου, Θεομπαίχτες, Λαοπλάνοι, ανασφαλείς,

βολεψάκηδες, παραμυθατζήδες, παράνομοι

και μισέλληνες…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

… Γνωρίζω από την κούνια μου

τα ψέματά σας και την αδικία…

… Γνωρίζω από τα παιδικά μου χρόνια

το μίσος σας και τη δικέφαλη ζήλεια…

… Γνωρίζω απ’ τα μαθητικά μου χρόνια

τις διακρίσεις σας και τις παρατυπίες…

… Γνωρίζω από την εφηβική μου ζωή

ό,τι δεν έζησα, η χούντα σας ήταν

στο σβέρκο μας…

… Γνωρίζω απ’ τα νιάτα μου

τα γερασμένα όνειρά μου, γιατί εσείς

με υποχρεώσατε έτσι να πιστεύω…

… Γνωρίζω, πως δεν θα γνωρίσω

το ύψος της σύνταξής μου,

γιατί δεν θα μου επιτρέψετε να γεράσω…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

« Πώς;»

Πώς να στολίσω τη χαρά;

Όλα είναι καμένα…

Και την ελπίδα στα παιδιά,

μ’ όνειρα, ναρκωμένα…

Πώς να μιλήσω στη γιαγιά;

Πάνω απ’ το σταυρό μου

και να εξηγήσω στα παιδιά,

το φταίξιμο, δικό μου.

Πώς να φωλιάσουν τα πουλιά,

μέσα σε κοιμητήρια;

Και να βλαστήσουν τα παιδιά,

σ’ ασχήμιες, σε μαρτύρια…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Γλεντοκόπια»

(Ι)

Οι ανθοφορίες επέστρεψαν στα χείλη

και στα μάτια ξανά οι πυρκαγιές.

Στα σεντούκια της ομορφιάς

αποκοιμήθηκαν τα ηλιοβασιλέματα

χρωματίζοντας κοριτσιών χαμογέλια,

στ’ ανήσυχα βλέμματα των αγοριών.

Στο μαργαριταρένιο θόλο της σκέψης

η αγαπημένη μας, κρατώντας

μακρινά ταξίδια, θάλασσες,

λιμάνια και προσμονές…

Πυκνή ομίχλη της κλείνει τα ματόκλαδα,

μα οι φάροι της καρδιάς ξαγρυπνούν,

οδηγώντας οδοιπόρους κι αγωγιάτες

στα παλάτια του έρωτα,

στα γλεντοκόπια της ζωής…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Από τον Απόλλωνα έγιναν αποδεκτές

οι προσκλήσεις της Άνοιξης.

Φρεσκάρει τη λύρα του για τις χαρές μας,

για το αντάμωμα των θαυμάτων,

για τους ανθοστόλιστους οργασμούς.

Ο Διόνυσος συντροφιά μας όλες

τις ημέρες των γιορτών, με το κρασί

της νιότης μας στις χούφτες των Θεών.

Δεν επιθυμούμε χειροφιλήματα

και πανηγυρικούς,

η γιορτή είναι για όλους τους θνητούς.

Γιορτάζουν τα αισθήματα,

οι οφφικιούχοι ίσως απουσιάσουν.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Τους προσκάλεσαν οι πατερίτσες τους

στη γέφυρα των διαπλοκών,

για εκδηλώσεις άχρωμες και άοσμες,

παρουσία της μπάντας…

Η σημαία του Ήλιου κυματίζει

στην κορυφή της καρδιάς.

Το αεράκι της αισιοδοξίας την βοηθάει

σ’ αυτό το υπέροχο ταξίδι…

Δυό αετοί παρακολουθούν αμίλητοι

το χορό των ελαφιών

στις πλαγιές των πόθων.

Η πηγή της αθανασίας, σιγοτραγουδάει

έναν πανάρχαιο σκοπό,

μεθώντας τα κυκλάμινα

των ξεχασμένων βράχων…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τα περιστέρια της πλατείας μας»

(Ι)

Τα παιδιά αριθμίζουν τα βήματά τους,

στης πολύβουης πλατείας το σιντριβάνι…

Αδέσποτα οικόσιτα(;) ρουφούν αχόρταγα

τη λιακάδα του Μαγιού

κι ο Ταΰγετος στέλνει μηνύματα αγάπης

στα καράβια του ορίζοντα,

χαϊδεύοντας τα χρόνια της βασιλικής

και την καψαλισμένη γενειάδα του…

Τα περιστέρια προσπαθούν, προσπαθούν, αγωνιούν,

αλλά μάταια…

Πώς να προσπεράσουν, «των καφέ» τα ναρκοπέδια;

Ανεπιθύμητη η παρουσία τους, τι κρίμα!

Και σήμερα θα καταβροχθίσει η χωματερή

της Μαραθόλακας, όσα μπισκότα περίσσεψαν…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Αλήθεια! Πόσο σκλήρυναν οι ψυχές…

Καρφιά και στο σύμβολο της Ειρήνης;

Δηλητηριασμένο σιτάρι, στην ομορφιά της πόλης;

Χρυσά κλουβιά στα διαμερίσματα;

Φυλακισμένα ζωάκια της ζούγκλας;

… Ματάκια γεμάτα ερωτηματικά,

από το πανέμορφο «χάσκι» του μπαλκονιού…

Κι όμως, τα ελεύθερα περιστέρια μας

συνεχίζουν… Να μας διδάσκουν ζωή,

αγάπη, συντροφικότητα, ομορφιά.

Συνεχίζουν μ’ ανιδιοτέλεια, να κρατούν

παρεούλα στους θύτες τους και να τους

θυμίζουν, πως υπάρχει ακόμα ελπίδα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Εν ονόματι του Ελληνικού Λαού»»

(Ι)

Μια καλλικέλαδη ατελής φωλιά

αρμενίζει στο δεντράκι της ζωής,

ολομόναχη, αβοήθητη, ξεχασμένη απ’ τους Θεούς.

Με κλαράκια γνώσης από το παρελθόν,

σχηματίζει παραπήγματα και ουρανούς,

στις αποχρώσεις φτερωτών του μέλλοντός μας.

Απόμακρα μελωδικά τιτιβίσματα

ασφυκτιούν στις συννεφογραμμές του ορίζοντα,

σκαλίζοντας τις οξυδώσεις βουνοκορφών

και Πασχαλιάτικων άσεμνων ευχών

του μισεμού…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Ο απόηχος της μάνας αντίλαλος των κυττάρων

κι ερεθισμός αιμοπεταλίων δειλινού σχόλης…

Στα καλέσματα της ξόβεργας αντιστέκονται

ευνούχοι πειρατές κι άλικοι επιβήτορες,

πάντοτε με στολές παραλλαγής…

Κάτω από λίμνες και προσμονές εξουσιών,

χειροκροτήματα κι επευφημίες ανακωχής…

Οι ψυχές σε παράλληλους δρόμους

που δεν ανταμώνουν ποτέ,

που δεν ομιλούν ποτέ.

Που δε συναλλάσσονται με παράσιτα

και κρεατομηχανές νουθεσίας

και πολιτισμού…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Επευφημίες, ζήτωσαν και χειροκροτήματα

από ξεχασμένα νούφαρα παραζάλης

κι από εξουθενωμένες πυγολαμπίδες

εμπροσθοφυλακής…

«Όλα βαίνουν καλώς…

και συμφώνως τω νόμω…

Κι εν ονόματι του Ελληνικού Λαού…»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο ελληνικός πολιτισμός;

Τα βήματα του κόσμου…»

Οι θάλασσες λικνίζονται, σε αγκαλιές κυμάτων.

Κλαρίνο παίζει ο Όλυμπος και Λύρα ο Ψηλορείτης,

δοξάρι ο ορίζοντας, με το βιολί του Αιγαίου.

Του Ταϋγέτου οι κορφές, κρατάνε το μαντήλι…

Ο Γαλανός μας Ουρανός, ποιήματα τους στέλνει,

με τον Ερμή το φτερωτό και τις εννέα Μούσες.

Συνθέτουν οι Αρχαίοι μας, την Ομορφιά, το Κάλλος.

«Ο ήλιος, ο Ηλιάτορας» αρχίζει το τραγούδι

κι η χώρα του Πολιτισμού, στην πλάση δίνει φώτα.

Μετέωρα, η Επίδαυρος, Σούνιο, Παρθενώνας,

Νησιά, Δελφοί, Καρυάτιδες κι οι Πάνσοφοι Δασκάλοι.

Ο Πλάτων, ο Ηρόδοτος, Ρίτσος, Αριστοτέλης,

ο Σοφοκλής, ο Πίνδαρος, ο Κουν, ο Αριστοφάνης.

Αρχαίοι, Νεοέλληνες, δημιουργοί σπουδαίοι,

όλες τις τέχνες οδηγούν, Λαβύρινθούς περνάνε,

ό,τι τον άνθρωπο κοσμεί, τιμούν και χαιρετάνε.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Χορεύουνε και τραγουδούν, στην Ήπειρο, στη Θράκη,

μπροστάρης ο Αλέξανδρος και πίσω οι Μακεδόνες,

με την Ελλάδα στην καρδιά, κοσμούνε τους αιώνες.

… Θεσσαλονίκη αγέρωχη, το έθνος μας δοξάζει,

πάνω στον Πύργο το Λευκό, «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ» φωνάζει…

Με ίδιο πάθος δίνονται και σε χαρές και λύπες.

Τη φύση γλυκοτραγουδούν, μ’ όλες τις φορεσιές της,

στο όργωμα, στο θέρισμα, λιομάζωμα, στον τρύγο.

Περιγελούν το χάροντα, παρέα τον καλούνε,

ρακή να τον κεράσουνε, μαζί του να χορέψουν.

Με την ψυχή τους τραγουδούν, πομπές επιταφίων,

τις ομορφιές, τον έρωτα, τις δόξες, τους αγώνες.

Και τους νεκρούς τους σέβονται και τη ζωή λατρεύουν.

… Του Πυθαγόρα ο κανών, ψάλλει στη Θεοτόκο

κι απ’ τ’ Άγιον – Όρος ο Θεός, το Δίκιο ευλογάει.

Η νύφη του Θερμαϊκού, στο μέλλον μας μιλάει…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Θρηνούνε στην Άγια – Σοφιά, εσπερινού καμπάνες,

Στης Αφροδίτης το νησί, μαυροντυμένες μάνες.

Πατρίδες αλησμόνητες, μαντήλια ανεμίζουν.

Οι εφιάλτες καταντούν, της Κίρκης νυχτερίδες

Κι οι Ερινύες κατοικούν, στα σπλάχνα ανθελλήνων.

Η Μέγαιρα κι η Αληχτώ, ξάγρυπνους τους κρατάνε

κι η Τισιφόνη ισόβια, τους καίει με τις τύψεις…

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ; ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΑ Η ΡΩΜΗ…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ας υψώσουμε τα χέρια»

Έχουμε τον ίδιο ήλιο, ευλογία μας στη γη,

έχουμε το ίδιο αίμα κι όνειρα για τη ζωή.

Ευρωπαίοι, Ασιάτες, Αφρικάνοι, Αμερικάνοι

ας μη ζούμε μ’ αυταπάτες, η αγάπη ’ναι λιμάνι.

Όλα τα παιδιά του κόσμου, έχουμε μια αγκαλιά,

Κινεζάκια ή νεγράκια, του ίδιου ήλιου τα φιλιά.

Ευρωπαίοι, Ασιάτες, Αφρικάνοι, Αμερικάνοι

ας μη ζούμε μ’ αυταπάτες, η αγάπη ’ναι λιμάνι.

Περιστέρια, χελιδόνια, ψάρια, ζώα και πουλιά,

μαύροι, κίτρινοι, αιώνια του ίδιου ήλιου η αγκαλιά.

Ευρωπαίοι, Ασιάτες, Αφρικάνοι, Αμερικάνοι

ας μη ζούμε μ’ αυταπάτες, η αγάπη ’ναι λιμάνι.

Ας υψώσουμε τα χέρια, τα παιδιά όλης της γης,

κι οι ευχές Θεού αστέρια, τα σκοτάδια της ψυχής.

Ευρωπαίοι, Ασιάτες, Αφρικάνοι, Αμερικάνοι

ας μη ζούμε μ’ αυταπάτες, η αγάπη ’ναι λιμάνι.

Ας υψώσουμε τα χέρια, οι δασκάλοι κι οι γονείς,

κι οι ευχές μας, περιστέρια, τα κανόνια όλης της γης.

Ευρωπαίοι, Ασιάτες, Αφρικάνοι, Αμερικάνοι

ας μη ζούμε μ’ αυταπάτες, η αγάπη ’ναι λιμάνι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Χαρές και Χάρες Παιδικές…»

(Ι)

Μια αγκαλιά λουλούδια το χαμόγελό σου

και η ματιά σου πέλαγο βαθύ.

Δυό αγκαλιές ελπίδες το παράθυρό σου

και η ζωή σου άπιαστο πουλί.

Τρεις αγκαλιές τραγούδια το προσκέφαλό σου

και τ’ όνειρο σου μια κρυφή σπηλιά.

Τέσσερις ευχές το δειλινό σου και το κορμί σου της αγάπης η θωριά.

Πέντε αγκαλιές το σύννεφό σου κι ο ουρανός σου άφαντος χρυσαετός.

Έξι αγκαλιές οι διαδρομές σου και ο ντορός σου Αγιορείτικος ρυθμός.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Εφτά αγκαλιές οι προσευχές σου και το κρασί σου

του Θεού μεταλαβιές.

Οχτώ αγκαλιές οι προσμονές σου και η καρδιά σου

στα παιδιά κρυφές χαρές.

Εννιά αγκαλιές οι γειτονιές σου και η ψυχή σου

στα πουλιά ζεστή φωλιά.

Δέκα αγκαλιές οι εποχές σου και οι σοδειές σου μάνα για τα ορφανά.

Έντεκα αγκαλιές οι θάλασσες σου και τα καράβια σου σε ήσυχα νερά.

Δώδεκα αγκαλιές οι άγκυρές σου και τα λιμάνια σου

για γέρικα σκαριά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Γράμματα και Πολιτισμός»

«Ελλάδα» λένε το σχολειό, που γράμματα μαθαίνω.

Με ένα πρόγραμμα σωστό, όλα τα προλαβαίνω.

Αρχαία, μαθηματικά, εκθέσεις, ιστορία,

όλα τα βλέπω με χαρά, τη μουσική; Ευλογία.

Με θάρρος βλέπω τη ζωή, θέλω να την κερδίσω.

Με ήθος, με συνέπεια και γνώσεις θα την χτίσω.

Τον ήλιο και τη θάλασσα, τη φύση θα προσέχω.

Τη Χώρα μου θα αγαπώ, μέσ’ στην καρδιά θα έχω.

Σχολειό μου πόσα μ’ έμαθες και πόσα θα γνωρίσω

Πάντα θα κάνω το καλό, ποτέ δε θα μισήσω.

Όνειρα και οράματα, ποιός θέλει να γκρεμίσει;

Λουλούδια, αγάπη, μουσική, είν’ η δικιά μας λύση.

… Όνειρα και οράματα, κανένας δε θα σβήσει

και η δικιά μας η γενιά; Αξίες θα κρατήσει…

Σημείωση: Είναι ο ύμνος που

τραγουδούσαν οι μαθητές μου

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δήλος – Το ιερό νησί των ανέμων»

Στ’ Αρχιπέλαγος… Καταμεσίς των Κυκλάδων…

Ξαφνικά!! Σαν οπτασία… Η Δήλος…

Το φωτεινό της χαμόγελο, δίνει στα κύματα

την ερωτική μοναδικότητα της θάλασσας.

Ο Ποσειδών εκστασιάζεται και με κοραλλένια

άγκυρα, τη σφιχταγκαλιάζει στο βαθύ γαλάζιο…

Γεννιώνται απ’ την πανέμορφη Λητώ, ο Απόλλων

και η δίδυμη αδερφή του, Θεά Άρτεμις…

Τριγύρω της η Νάξος, η Μύκονος, η Πάρος,

η Σύρος, η Ρήνεια, η Τήνος, το Αιγαίο.

Με τη λάμψη της, ξαφνιάζει τις βεγγέρες του πλανήτη.

Ο Μαΐστρος με τον Μπάτη, ξεφυλλίζουν την ιστορία της

κι οι άλλοι Άνεμοι, κουρντίζουν τις χορδές της μνήμης μας…

Λιόντες και Λιόντισσες χαμογελούν στους αιώνες,

κοσμώντας τις τέχνες και τη λεωφόρο της Γνώσης.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Στα πλακόστρωτα του κορμιού της, τρέχει η ομορφιά

κι ανταμώνει το Κάλλος των Ναών, των Μνημείων…

Στου Κύνθου το ύψωμα, με το Θουκυδίδη μετρούν

τους επισκέπτες της… Από, πριν Χριστού αιώνες.

Κάρες, Κρητικοί, Ίωνες, κουρσάροι και τύραννοι.

Πεισίστρατος των Αθηνών, της Σάμου Πολυκράτης.

Θωρούνε Πέρσες στρατηγούς, Δάτη και Αρταφέρνη.

Μέτρησαν Λακεδαίμονες, είδανε Αθηναίους…

… Οι πόλεις στέλνουν στις γιορτές, με τη “Δηλιάδα ναυν”

κι άλλοτε με την “Πάραλο” Μούσες και “Θεωρίες”.

Οι “Αγορές” χορεύουνε στα βήματα της Δήλου

και τα “Μνημεία” τραγουδούν, ως τη “Μινώη Κρήνη”…

… Δίδαξες την Αρτέμιδα, σε Αγιασμένους τόπους.

Μύησες τον Απόλλωνα, μ’ Ήχους και Μελωδίες,

τη “Θεία Τέχνη”, ν’ αγαπά και να την προστατεύει…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Νά ’μουν»

(Ι)

Νά ’μουν ρολόι στο χέρι σου,

χελιδονάκι στ’ άβατα μέρη σου.

*

Νά ’μουν κλειδί για την πόρτα σου,

πυξίδα να δείχνω τη ρότα σου.

*

Νά ’μουν σταγόνα στα φρύδια σου,

μικρό σπουργιτάκι στα κεραμίδια σου.

*

Νά ’μουν τροχός στο αμάξι σου,

ένα καδράκι στην τάξη σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Νά ’μουν ευρούλι στο πορτοφόλι σου,

τα βήματα στη ζωή σου κι οι ρόλοι σου.

*

Νά ’μουν σκανδάλη στην καραμπίνα σου,

τροφή να χορταίνεις την πείνα σου.

*

Νά ’μουν σεντόνι και μαξιλάρι σου,

να κοιμάμαι μόνο για χάρη σου.

*

Νά ’μουν χορδή στην κιθάρα σου

κι η γαλήνη μέσ’ στη λαχτάρα σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Νά ’μουν εσπερινός στο ξωκλήσι σου

και στην ξηρασία η βρύση σου.

*

Νά ’μουν μέσ’ στις φουρτούνες λιμάνι σου

και στην ξενιτιά νά ’μαι η Μάνη σου.

*

Νά ’μουν η λεωφόρος που σε ταξίδευε

και το μελίσσι που το ανθάκι σου γύρευε.

*

Νά ’μουν το στυλό που θα έγραφες

και το πινέλο που τα όνειρά σου θα έβαφες.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Νά ’μουν ψαλμός σου στο αναλόγιο,

κρυφό χαρτί σου σ’ ημερολόγιο.

*

Νά ’μουν το γέλιο στα χείλη σου,

μιά βελονιά στο μαντήλι σου.

*

Νά ’μουν στο ζώδιο ο ωροσκόπος σου,

η φλόγα στο τζάκι κι ο ξυλοκόπος σου.

*

Νά ’μουν λαδάκι μέσ’ στο καντήλι σου

κι ερωτική φλόγα πάνω στα χείλη σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(V)

Νά ’μουν γαρδένια πάνω στο πέτο σου,

μιά υποδιαίρεση μέσα στο μέτρο σου.

*

Νά ’μουν κεράκι στο μανουάλι σου,

ή μία τριχούλα μέσ’ στο κεφάλι σου.

*

Νά ’μουν αέρας μέσ’ στα πνευμόνια σου,

για να χαιρόμουν όλα τα χρόνια σου.

*

Νά ’μουν ο φάρος μέσ’ στις πορείες σου

και το μουράγιο στις τρικυμίες σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙ)

Νά ’μουν αγκίστρι στα παραγάδια σου

και αποδέκτης σ’ όλα τα χάδια σου.

*

Νά ’μουν στους έρωτές σου πανσέληνος

και στ’ άσχημα η απάτητη έρημος.

*

Νά ’μουν κλαράκι στο δέντρο σου,

στα όμορφα νά ’μαι το κέρδος σου.

*

Νά ’μουν τυχερός αριθμός στο λαχείο σου,

το άριστα στη ζωή, στο πτυχίο σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙ)

Νά ’μουν στις ιώσεις σου βάλσαμο,

να σού ’διωχνα κάθε πόνο και βάσανο.

*

Νά ’μουν αηδόνι τα ξημερώματα,

να σε γεμίζω με ήχους κι αρώματα.

*

Νά ’μουν σελίδες σ’ ένα βιβλίο σου,

να γράφω τα πάντα γύρω απ’ το βίο σου.

*

Νά ’μουν αστέρι στο δρόμο σου

και μιά ελίτσα πάνω στον ώμο σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙΙ)

Νά ’μουν το μαντήλι μέσα στα δάχτυλα,

να στρώνω το διάβα σου με τριαντάφυλλα.

*

Νά ’μουν γλαρόνι πάνω απ’ τα μάτια σου,

να ανεβαίνω ισόβια τα σκαλοπάτια σου.

*

Νά ’μουν σταυρουδάκι στο στήθος σου,

τα πλούτη και οι χάρες στο ήθος σου.

*

Νά ’μουν το φίλτρο απ’ το τσιγάρο σου

και η ξαπλώστρα κάτω στην Πάρο σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

X)

Νά ’μουν ο τόνος στο θείο σου όνομα,

να τράβαγα την ψυχή σου από τα Σόδομα.

*

Νά ’μουν χαντρούλα στο κομπολόι σου

και μερικοί πόντοι από το μπόι σου.

*

Νά ’μουν ο άσσος μέσ’ στο μανίκι σου

και ο Βαρδάρης στη Σαλονίκη σου.

*

Νά ’μουν πανάκι στη βάρκα σου,

ο ούριος αέρας να κάνεις την τσάρκα σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(X)

Νά ’μουν λιβάνι στο θυμιατήρι σου,

η γρίλια στο κλειστό παραθύρι σου.

*

Νά ’μουν τα φτερά σου να πέταγες,

στ’ αστέρια, στον ουρανό σου να έφτανες.

*

Νά ’μουν λουλούδι στον κήπο σου,

ο ρυθμός και ο ήχος στον χτύπο σου.

*

Νά ’μουν στίχος στο τραγουδάκι σου,

γλυκό κουταλιού στο φαρμάκι σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙ)

Νά ’μουν νυχάκι στο χέρι σου,

ομορφιά σου, κάλλος, το τζιβαέρι σου.

*

Νά ’μουν η μπουκιά μέσ’ στο στόμα σου,

ο ιδρώτας πάνω στο στρώμα σου.

*

Νά ’μουν ριζούλα απ’ το δεντράκι σου,

νανούρισμα και παραμυθάκι σου.

*

Νά ’μουν τραγούδι ριζίτικο

και παλικάρι ασίκικο.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙ)

Νά ’μουν ισόβια το αίμα στο σώμα σου,

κρυφός επισκέπτης πάνω στο στρώμα σου.

*

Νά ’μουν ο ήχος απο τα φάλτσα σου,

μία κεραία μέσ’ στην ταράτσα σου.

*

Νά ’μουν ο ήλιος και το φεγγάρι σου,

να ξόδευα τη ζωή μου μόνο για χάρη σου.

*

Νά ’μουν καδράκι με τις φωτογραφίες σου,

πολύτιμος τόμος μ’ όλες τις ιστορίες σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙΙ)

Νά ’μουν η απόψυξη στο ψυγείο σου,

ο πρώτος αριθμός στο λαχείο σου.

*

Νά ’μουν σταφύλι γλυκό στο αμπέλι σου,

το νεράκι, το λάδι, το σταρένιο καρβέλι σου.

*

Νά ’μουν χεράκι να σε ξεκούραζε,

αγώνας και πείρα που θα σε γούρμαζε.

*

Νά ’μουν οι νότες στις μελωδίες σου

και οι ανθώνες στις ευωδίες σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙV)

Νά ’μουν η θάλασσα κι ο γιαλός σου,

ο πιστός φίλος κι ο άνθρωπός σου.

*

Νά ’μουν η ευτυχία κι η προκοπή σου,

το γέλιο, το χάδι κι η αναπνοή σου.

*

Νά ’μουν η λάμψη σου, το άρωμά σου,

στα στήθια γραμμένο το όνομά σου.

*

Νά ’μουν σημάδι μικρό στο κορμί σου,

το πάθος, η δύναμη κι η ορμή σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XV)

Νά ’μουν στις περιηγήσεις σου χάρτης,

στα χελιδόνια της σκέψης σου Μάρτης.

*

Νά ’μουν στα παραπονάκια σου λήθη,

στις κρύες σου νύχτες, ιστορίες και μύθοι.

*

Νά ’μουν το χαμόγελο κι η χαρά σου,

για ευτυχίας πετάγματα, τα φτερά σου.

*

Νά ’μουν το μέλι, το νέκταρ, για ’σένα,

το κουράγιο κι η ελπίδα στα ξένα.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XVΙ)

Νά ’μουν κραγιόν στα δυό σου χείλη,

τα φεγγάρια σου κι οι ήλιοι.

*

Νά ’μουν πανάκριβο κολιέ στο λαιμό σου,

στις χαρές και στις λύπες πάντοτε στο πλευρό σου.

*

Νά ’μουν πάντα κερί αναμμένο,

σε κρύο, σε ζέστη, να σε περιμένω.

*

Νά ’μουν ανεξίτηλο μήνυμα στο κινητό σου,

να προσέχω τις μέρες, τις ώρες και το λεπτό σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XVΙΙ)

Νά ’μουν στο μυαλό σου ισόβια φωτογραφία

και στη ζωή σου η πιο γλυκιά ιστορία.

*

Νά ’μουν καθημερινά στην αυλή σου ένα τζιτζίκι,

απο τ’ αγαπημένα σου πρόσωπα το χαρτζιλίκι.

*

Νά ’μουν μπαλάντα στα όνειρά σου,

ή το ταξίδι για το βορρά σου.

*

Νά ’μουν η αγία μεταλαβιά σου,

φωτεινά χρώματα στα μαβιά σου.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XVΙΙΙ)

Νά ’μουν το άγραφο της σκέψης σου χαρτί,

ν’ αποτυπώνω απ’ τη ζωή σου το κάθε τι.

*

Νά ’μουν στο πρόβλημά σου η λύση,

στον έρωτά σου ισόβιο μεθύσι.

*

Νά ’μουν της ευτυχίας σου ζυγαριά,

να φέρνω στην τύχη σου σπουδαία ζαριά.

*

Νά ’μουν σημαία σου, λάβαρο και ιστός,

να προσεύχομαι πάντα για σένα γονατιστός.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙX)

Νά ’μουν άχυρο στον αγριεμένο βοριά,

να σου δείχνω που είναι της γαλήνης στεριά.

*

Νά ’μουν ελπίδα και δρόμος σωστός,

σοφές εξηγήσεις και λόγος μεστός.

*

Νά ’μουν στη σαλάτα σου ξύδι

ή στο μπρελόκ σου στολίδι.

*

Νά ’μουν του φιλιού σου ο ήχος,

της καρδιάς σου ο χτύπος.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XX)

Νά ’μουν του σπιτιού σου η πόρτα

ή της ξεγνοιασιάς σου η βόλτα.

*

Νά ’μουν του σπιτιού σου το τζάκι,

στο κλουβί της καρδιάς σου πουλάκι.

*

Νά ’μουν του σπιτιού σου η μάντρα,

γαλάζια στο στήθος σου χάντρα.

*

Νά ’μουν του σπιτιού σου το χρώμα,

για να σε περιμένω ακόμα.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το σπουργιτάκι»

(Ι)

Ένας μικρός σπουργίτης

να γίνει ονειρεύεται,

μεγάααλος αετός,

να σχίζει τους αιθέρες

να είναι ο αρχηγός.

Στις κορυφές του Ολύμπου

μαζί με τους Θεούς,

ψυχές να εξουσιάζει

και όλους τους θνητούς.

Τους κεραυνούς να ρίχνει

στους αδιόρθωτους,

τις γνώσεις να χαρίζει,

σ’ ηλίθιους κι αμόρφωτους.

Σημείωση: Έως και τη σελίδα 156,

είναι στίχοι από το νέο μου

βιβλίο «ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Το σπουργιτάκι «τό ’φαγε»

του Γιάγκου η σφεντόνα

και τό ’ψησε στα κάρβουνα

του Κωνσταντ’ η Θεόνα.

Με το κρασάκι το λευκό

και με τα άγρια χόρτα,

εφούσκωσε η «μπάκα της»

δεν την χωρούσε η πόρτα.

Και το σταυρό της έκανε

Γιάγκο μου, «δόξα νάχει»

τα καρβουνάκια έτοιμα,

να ψήσω, άμα λάχει…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το ψαράκι»

Ένα μικρό ψαράκι

θέλει να γίνει φάλαινα.

Να σχίζει όλες τις θάλασσες

και τους ωκεανούς,

σε υπερπόντια ταξίδια

που δε χωράει ο νούς.

Να βρεί άλλες πατρίδες

κι άλλους πολιτισμούς,

τα ρούχα του ν’ αλλάξει,

μπλε σαν τους ουρανούς.

Το άρπαξ’ ένας γλάρος

το κάνει μιά «χαψιά»

και στη μικρή κοιλιά του,

πώς νά ’βρει αλλαξιά;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το σκυλάκι»

(Ι)

Ένα μικρό σκυλάκι

θέλει να γίνει ελέφαντας,

μη μοιάζει σ’ άλλους σκύλους

ομόφυλους και φίλους,

να είναι γίγαντας.

Σωστός και δυνατός,

στον κόσμο ξακουστός.

Να φθάνει το κεφάλι του

έως τον ουρανό

κι αν θες να τον χαϊδέψεις;

Να στήνεις γερανό.

Να παίζει με τ’ αστέρια,

νερό; Απ’ τα σύννεφα

και όλες τις δουλειές του;

Με ουράνια σύνεργα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Μα ο Μήτσος ο ψαράς

του ρίχνει δύο φόλες,

με χοιρινές μπριζόλες

και πάει ο φουκαράς.

… Στον ουρανό η ψυχή του,

στο χώμα το κορμί του.

Θα πάει στον Παράδεισο,

ήταν καλό σκυλί.

Η μόνη αδυναμία του;

Εγωιστής πολύ…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η λιμνούλα»

Μία μικρή λιμνούλα

βάζει τα κλάματα,

που τα ποτάμια όλα

πάνε στη θάλασσα.

Θέλει να μεγαλώσει

πέλαγος να γενεί,

να μην την λεν’ λιμνούλα,

μα θάλασσα τρανή.

Κοιμάται με τις κότες

και ονειρεύεται,

την έχουν όλοι οι χάρτες!!

Και «κοκορεύεται»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η σπηλιά»

Μία σπηλιά στη Μάνη

θέλει παντρέματα,

στέλνει δυό γλαροπούλια

στα προξενέματα.

Ήρθαν καπεταναίοι

απο τον Άγιο – Λιά,

μ’ αυτή θέλει αητόπουλο

να κάνει φαμελιά.

Αητέ του Ταϋγέτου

άλλο να μην αργήσεις.

Εσύ τα σπηλιαράκια μου

θέλω να σεργιανίσεις.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ροδιά»

Μία ροδιά στο Βόλο

στους δρόμους στέκεται,

μην έρθει ο καλός της

κι όλο προσεύχεται.

Βγάζει μικρά ανθάκια

και ρόδια ολοχρονίς

όσοι περνούν ζητάνε,

δεν παίρνει όμως κανείς.

Τα δίνω στον αγέρα

πού ’ρχεται απ’ το Πήλιο.

… Για ευτυχισμένη ’μέρα,

που θα ’ρθει με τον ήλιο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το πουλάκι»

Ένα μικρό πουλάκι

ανοίγει τις φτερούγες του,

θέλει να μεγαλώσει

σαν τους παππούδες του.

Να φθάσει στα ουράνια

να γίνει χρυσαετός,

Ευρώπη και Βαλκάνια

να είναι ο αρχηγός.

Πέρασ’ ένα αγριοπούλι

και το «κολάτσισε».

Να φθάσουν στα ουράνια,

τα πουπουλάκια του άφησε.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το τραγουδάκι»

Ένα μικρό τραγούδι

θέλει τους στίχους του,

να λέν’ για την αγάπη,

νάναι του ήθους του.

Να τραγουδάει ο κόσμος

και να γινεί σουξέ,

πανέμορφο λουλούδι

ευωδιαστού μπαχτσέ.

Το πήραν οι σκυλούδες,

το λένε τα σκυλιά.

Και το μικρό τραγούδι

σκέφτεται τη θηλειά…

ή (άλλαξε δουλειά)

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η προσευχούλα»

Μικρή μου προσευχούλα

γιατί αγχώνεσαι;

Εσπερινός δεν έγινες

και φαρμακώνεσαι;

Θέλεις όρθρος να γίνεις

ή θεία λειτουργία,

ή θες χαιρετισμός

νάσαι στην Παναγία;

Μεγάλη να γινώ

κι ας μη με ψέλνετε.

Ολόρθια στο χορό

κι άψαλτη να με στέλνετε.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το βαρκάκι»

Ένα μικρό βαρκάκι

θέλει να γενεί υπερωκεάνιο.

Να μη φοβάται κύματα,

ως και τον επουράνιο.

Να αψηφά τυφώνες,

τ’ απαγορευτικά μποφώρια,

βοριάδες και Χειμώνες,

πρώτο μέσ’ τα βαπόρια.

Το πήρε όμως ο βυθός

για να το νανουρίσει.

Να παίζει με τα φύκια του,

στ’ αβγά του να καθίσει.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ακριδούλα»

Μία μικρή ακρίδα

θέλει να γενεί ρινόκερος.

Βασίλισσα της ζούγκλας

με ζώδιο; Αιγόκερως.

Να δένει και να λύνει

με δίχως απειλές,

όλοι να υποκλίνονται,

να δίνει εντολές.

Μα έπιασε χαλάζι

και δυνατή βροχή.

Το ζώδιο όμως την έστειλε,

σε λάθος εποχή.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ένα μπαγλαμαδάκι»

(Ι)

Ένα μπαγλαμαδάκι

θέλει να μεγαλώσει

μπουζούκι να γενεί.

Ταξίμια με το Λιόση,

πενιές με Διαμαντή.

Ρεμπέτικα να παίζει

ντουέτα λαϊκά,

με Χιώτη, με Καρνέζη

με Σπόρο, με Νταλκά.

Να παίρνει απ’ τον Τσιτσάνη

τις θείες μελωδίες

κι απο τον Βαμβακάρη

της Σύρας ιστορίες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Να παίζει την Αρχόντισσα,

τη Φραγκοσυριανή,

ζεϊμπέκικα στη γόησσα

απ’ την Καισαριανή.

(Φίλος της να γενεί)

Στο Φάληρο, στη Βούλα,

Συγγρού και Τζιτζιφιές,

αρκεί μιά καμαρούλα

αγάπες και πενιές.

(Πάντα καλές καρδιές

γι’ ατέλειωτες βραδιές).

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η Ελενίτσα»

(Ι)

Ένα κοριτσάκι

έντεκα χρονών,

γυναίκα θε’ να γίνει

στα μάτια αλλονών.

Φοράει τακουνάκια,

ρόμπες, μπροστοποδιές,

βάφει και τα χειλάκια

βγαίνει και τις βραδιές.

Γλυκιά μου Ελενίτσα,

άλλο μη βιάζεσαι.

Νερό περνούν τα χρόνια,

θα λες και θα ταράζεσαι.

Θα φθάσεις στα σαράντα,

θα πας στα εκατό.

Θα λες, Ελένη αγάντα,

τι ήτανε κι αυτό;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Προχθές ήμουν παιδάκι,

σήμερα προγιαγιά…

Αχ! Ψεύτικη ζωή μου,

σου λέω… Άντε γειά…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το λουλουδάκι»

Ένα μικρό λουλούδι,

θέλει να γίνει ανθόκηπος.

Να φθάνει από Αθήνα,

Μεσόγεια, Ραφήνα,

στο τέρμα Αττικής

κι όλο τον Υμηττό.

Νάχει ψηλό μαντρότοιχο,

μην ενοχλεί κανείς.

Ούτε με το στρατό

και τον πρωθυπουργό!!

Μα το λουλούδι λύγισε,

στο φύσημα τ’ αγέρα.

Στην Εύβοια ξεφύλλισε,

όταν το βρήκε η μέρα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μια ελπίδα μικρή»

Μία μικρή ελπίδα

θέλει να γίνει όνειρο.

Τ’ άδικο να νικήσει,

πόλεις να βοηθήσει

και την υδρόγειο.

Να γράψει, να ξεγράψει,

τύχες και ριζικά.

Τα φώτα να ανάψει,

τη φτώχια να πετάξει

από τα σπιτικά.

Μα η ελπίδα η μικρή

έγινε σκόνη και βροχή.

Δε βγήκε τ’ όνειρό της,

κάφροι χαλάσαν το ντορό της…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το ποδηλατάκι»

(Ι)

Ένα ποδηλατάκι

θέλει να γίνει τρένο.

Στις ράγες του να τρέχει

με ήλιο ή όταν βρέχει.

Θέλει να γίνει φορτηγό

και να πατάει γκάζια,

να κάνει σήμα το εκατό

κι αυτό να κάνει νάζια.

Θέλει να γίνει μερσεντές

βιομήχανου ή εφοπλιστή,

δεσπότη ή μεγαλοληστή.

… Θέλει να γίνει μερσεντές…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Τώρα δεν ονειρεύεται,

στου παλιατζή μπερδεύεται

με τ’ άχρηστά του υλικά,

στη μάντρα του γερο – Λουκά.

Και το μικρό ποδήλατο

σε ένα κόσμο δύσβατο,

μέσα στα παλιοσίδερα.

Πάει για ανακύκλωση,

το 2020 (Δυό χιλιάδες είκοσι).

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο δρόμος σου, ο λόγος σου, ο όρκος σου»

(Ι)

Ο δρόμος σου

δεν έχει αρχή, δεν έχει τέλος,

παρά μονάχ’ ανηφοριές

και δυσκολίες

και του χαμού αφετηρίες.

Ο λόγος σου

δεν έχει ψυχή, δεν έχει σθένος,

αλλά εκπέμπει συμφορές

και αδικίες,

του σκοτωμού ασυνταξίες.

Ο όρκος σου

δεν έχει τιμή, δεν έχει βάρος,

παρά μονάχα υπεκφυγές

και ανακρίβειες

κι οι αποφάσεις πάντα ίδιες…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Οι δρόμοι σου,

οι λόγοι σου,

οι όρκοι σου;

Είναι για τα μπάζα,

για τη χωματερή.

Οι όρκοι σου,

οι λόγοι σου,

οι δρόμοι σου,

πάνε για τη δύση;

Σκάνε ανατολή!!

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στην αγκαλιά σου»

(Ι)

Των Βαλκανίων είσαι αρχόντισσα,

της Σόφιας ευωδιαστό λουλούδι.

Της καρδιάς είσαι η γόησσα

και της ψυχής; Ερωτικό τραγούδι.

Των Βαλκανίων είσαι χαρμόσυνο

μήνυμα και μουσική ουράνια.

Είσαι στον έρωτα ορόσημο,

Παράδεισος με ρόδα και γεράνια.

Γυναίκα με ματιά ηδονική,

χαμόγελο γεμάτο υποσχέσεις.

Είσαι στον έρωτα ιδανική,

στην αγκαλιά σου να με δέσεις.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Να κάνουμε έρωτα τρελό,

χαδάκια όλη τη νύχτα.

Να με φιλάς στα χείλη στο λαιμό,

να με κερνάς με του κορμιού σου

όλη τη γλύκα.

Να κάνουμε τη γή μιά αγκαλιά,

να σε κοιμίζω όλο χάδια και φιλιά.

Να είμαστε σ’ ερωτική φωλιά,

στης καρδιάς και της ψυχής ακρογιαλιά.

Να κάνουμε έρωτα τρελό,

χαδάκια όλη τη νύχτα.

Να με φιλάς στα χείλη στο λαιμό,

να με κερνάς με του κορμιού σου

όλη τη γλύκα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τα λόγια ξεμακραίνουν»

Ρώτησα τα λόγια μου,

γιατί με αποπαίρνουν;

Δεν παίρνω απάντηση καμιά

κι όλο με γυροφέρνουν.

Στα δύσκολα, στα εύκολα,

τη γλώσσ’ αλυσοδένουν,

για να τη συνεφέρουν.

Τα λόγια ξεμακραίνουν,

τις ενοχές μου σέρνουν.

Στα μάκρη του ορίζοντα,

στων λόγων την ευθεία,

τόνοι θαλασσοδέρνονται,

φωνήεντα σωπαίνουν,

ματόκλαδ’ ασχημαίνουν

κι οι μοναξιές βαθαίνουν…

Τα λόγια ξεμακραίνουν…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στις γυναικείες ομορφιές»

Βαδίζεις σε σταυροδρόμια

της ομορφιάς και της αγάπης,

με του ήλιου την κορμοστασιά πλάι σου.

Βαδίζεις σ’ ένα ατέλειωτο ταξίδι

ξεγνοιασιάς,

όπου ζητάς του έρωτα

τις μελωδίες και τις χάρες,

με πάθος να τις κουβαλάς

στη φαρέτρα σου.

Βαδίζεις σε σταυροδρόμια

της χαράς και του ονείρου,

με του φίλου την παληκαριά πλάι σου.

Βαδίζεις για έναν αέναο προορισμό,

κρατώντας λάβαρα και σημαίες,

προσφορά στο ερωτικό κάλλος,

στις γυναικείες ομορφιές…

Και στα θέλγητρά τους…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στο πάρκο του Ο.Σ.Ε»

(Ι)

Στο πάρκο της κατάντιας μας

και των παροπλισμένων τρένων.

Ο καφές ο πρωινός, μοιάζει

παρηγοριάς και πίκρας.

Εγκατάλειψης και μιζέριας,

μοιάζει με καφέ εξόδιας ακολουθίας

κάθε ομορφιάς.

Μοιάζει με καφέ οδύνης, αβάσταχτου

πόνου και πολιτιστικής ανυπαρξίας.

Μοιάζει με καφέ μνημοσύνου,

για την ανθρώπινη απουσία,

για τον θάνατο της κάθε ημέρας μας.

Μοιάζει με καφέ τιμωρίας κι εξορίας,

με καφέ παράνοιας και αυτοκτονίας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Μόνο τ’ απορρίμματα απολαμβάνουν

τα ημιθανή, αξιοθρήνητα, γκαζόν

στην εντατική τους.

Μόνο τα κάθε είδους σκουπίδια χειροκροτούν

θερμά, παρατεταμένα, τις αυτόματες βροχές,

που χορεύουν ασταμάτητα, καταναλώνοντας

το σπανιότατο νεράκι, που ρουφάει

χωρίς φειδώ ο ήλιος ο καυτός.

Μόνο οι κάμπιες και οι κατσαρίδες

περιγελούν την εκ προμελέτης δολοφονημένη

προτομή της δικιάς μας, ΜΑΡΙΑΣ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ

Βανδαλισμοί από άτομα που ασεβούν

σε κειμήλια μοναδικά, σε πανανθρώπινες

αξίες, άτομα που αμαυρώνουν το παρελθόν μας

γιατί δεν εμπιστεύονται το παρόν.

Άτομα που δυστυχώς διδάσκονται από

τα παραδείγματα ταγών κι οφφικιούχων,

από τον τρόπο διαπλοκών και

μεταλλαγών μας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Κατά μήκος του πάρκου αντικρίζεις

το κοιμητήριο των τρένων.

Αντικρίζεις με δέος κιβώτια ασχήμιας,

που άλλοτε ήταν πανέμορφα βαγόνια.

Βαγόνια τρένων ζωής, για ευτυχισμένους

θνητούς που απολάμβαναν τις εναλλαγές των εποχών.

Βαγόνια που μεταμορφώνονταν

σε φιλόξενες ερωτικές φωλιές,

Για μικρούς ημίθεους που χαίρονταν τις στιγμές.

Τρένα που έδιναν χρώματα και

αρώματα συναισθημάτων στο πέρασμά τους.

Βαγόνια – παλάτια – που ταξίδευαν

τις χαρές, τις απολαύσεις, τις δημιουργίες,

τα όνειρα και τις αμέτρητες ελπίδες…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Τώρα δυστυχώς φιλοξενούν

στα κουφάρια τους, ζωντανούς νεκρούς,

για ταξίδια παραισθήσεων,

για ταξίδια δίχως προορισμούς.

Τώρα δυστυχώς φιλοξενούν

στην ασχήμια τους, απόκληρους της ζωής,

για ταξίδια χωρίς ευκαιρίες για τ’ όνειρο.

Για ταξίδια δίχως κουράγιο και δυνάμεις,

για ταξίδια χωρίς επιστροφή

σε εγκόσμιες αφετηρίες…

Σημείωση: Το έχω γράψει το 2005,

σ ’ένα σπασμένο παγκάκι, δίπλα από

την προτομή της αείμνηστης ποιήτριάς μας

«ΜΑΡΙΑΣ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ρώτησα τον ήλιο»

… Ρώτησα τον ήλιο:

Εάν σε γνωρίζει ή αν σε θυμάται.

Μου είπε με χαμόγελο,

πως χάνεται τα βράδια,

με ’σένα να κοιμάται…

… Ρώτησα τον ήλιο:

Ποία γυναίκα θέλει

και αν την αγαπάει.

Μου είπε με χαμόγελο,

μία γυναίκα αξίζει,

για ’κείνη μόνο λάμπω

και θέλω να γελάει.

Να είναι ευτυχισμένη

και πάντα ερωτευμένη…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Νάμουν αετός»

Νάμουν αετός να πέταγα

κοντά σου στη Ραφήνα,

να σου χαρίσω τα φτερά,

να ’βγείς απ’ τη ρουτίνα.

Να πάμε Σύφνο, Σέριφο,

σ’ ερημικά ακρογιάλια,

μερόνυχτα να σε μεθώ,

μ’ ερωτομαϊστράλια…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο θρήνος του Ταϋγέτου»

Ήμουν τ’ αρσενικό βουνό,

το όρος της αγάπης.

Οι εμπρηστές με κάψανε,

αχ! Ομορφιά μου εχάθεις.

Σκίσαν τα φυλλοκάρδια μου,

κάψανε τα χωριά μου,

ζώα, πουλιά, τα δέντρα μου,

μαχαίρια στην καρδιά μου.

Ο ήλιος άργησε να βγεί,

θολός και καπνισμένος.

Η Μεσσηνία; Πιό φτωχή

κι ο κόσμος; Πικραμένος.

Τα δάκρυα μου πλημμύρισαν, Νέδοντα και Ευρώτα

κι ανοίξανε οι στεναγμοί, του ουρανού την πόρτα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Βλέπω…»

(Ι)

Βλέπω στον ορίζοντα

εικόνες σου,

τις Άνοιξες

και τους Χειμώνες σου.

Βλέπω στις σκέψεις

και στα μάτια σου,

τη μοναξιά

καιτα κομμάτια σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Νοιώθω…»

(ΙΙ)

Νοιώθω στο χνώτο

και στο δάκρυ σου,

τις αμαρτίες

και τα λάθη σου.

Νοιώθω στον στεναγμό,

στην πίκρα σου,

αναθεματισμούς

στη φύτρα σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Κλείνω…»

(ΙΙΙ)

Κλείνω διαδρόμους,

λεωφόρους σου

και δεν ασπάζομαι

τους όρους σου.

Κλείνω λιμάνια

και πελάγη σου,

ρότα ν’ ανοίξουνε

οι μάγοι σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Του έρωτα ο νόμος»

Θα στείλω αγριοπερίστερα

στης Παναγιάς τη χάρη.

Να σκορπίσουνε τα μύρα,

στη θαλασσινή αρμύρα.

Να σου θυμίζουν τα παλιά,

σ’ ερωτική ακρογιαλιά.

… Σε είχαν φέρει γλάροι,

στης Στούπας το φανάρι…

Θα στείλω ανεμοθύελλες

για της φυγής το δρόμο.

Να ξεστήσουνε τα βρόχια,

της ψυχής τα πρωτοβρόχια.

Να σ’ ανοίξουν ατραπούς,

που δεν τους χωρά ο νούς.

Να σου δείξουνε τον κόσμο

και του έρωτα το νόμο…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Εσύ τι θέλεις;»

(Ι)

Τρέχεις σαν αίλουρος ξοπίσω από

τις χαμένες σου ευκαιρίες

και προσπερνάς άλλες κι άλλες κι άλλες,

που σε ακολουθούν ασθμαίνοντας…

Δε σ’ επιπλήττει το σούρουπο,

δε σε χλευάζουν τα σκοτάδια.

Δε σε φιμώνει η ξαστεριά

και το ουράνιο τόξο,

δε σ’ ερεθίζουν οι εποχές σου…

Δε σε οξυγονώνουν οι χωματερές

και τ’ απόβλητα της διαπλοκής τους.

Δε σε κυβερνούν οι υποσχέσεις

και οι ξύλινοι πανηγυρικοί…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Οι μονόφθαλμες σπηλιές της ομίχλης

καρτερούν την άφιξή σου από το σύμπαν.

Θέλουν να σου γνωρίσουν τον κόσμο,

να σε διδάξουν ερωτικές μελωδίες οίκτου.

Θέλουν να σου αποκρύψουν αλήθειες

για τη ζωή, για τα πάθη, για τη φύση.

Θέλουν να σου ευνουχίσουν κάθε μελλοντικό

οργασμό με τη σκέψη.

Θέλουν να μεταλλάξουν το αίμα σου

σε ψευδαισθήσεις και εξαρτήσεις,

σε απραγματοποίητα ταξίδια στατικά.

Θέλουν να ταξιδέψουν τις αδυναμίες

και προσδοκίες σου, σε αρένες

απέλπιδες, σε στάδια ηττοπάθειας.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Θέλουν ν’ αβγατίσουν τις ανάγκες σου,

τα κάλπικα θέλω σου, τις ανασφάλειές σου.

Θέλουν να σε απαλλάξουν από

το φύλο σου, με παροχές υποσχέσεων,

με θορύβους σε βαλτωμένους ατραπούς.

Θέλουν, θέλουν, θέλουν, θέλουν…

Εσύ τί θέλεις από τη ζωή σου;

Εσύ τί θέλεις από τα βράδια σου;

Εσύ τί θέλεις από τις αποτυχίες σου;

Εσύ τί θέλεις από τα χαλάσματα;

Εσύ τί θέλεις από το κουράγιο σου;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στο άγνωστο και στ’ άγνωστα»

Ατέλειωτες θάλασσες οι σκέψεις σου

και οι λογισμοί σου; Ξεμακραίνουν,

ξεμακραίνουν, δίχως ορίζοντες και προορισμό.

Κύματα απροσπέλαστα οι καημοί σου

και οι πόθοι σου; Αφανίζονται, χάνονται,

στα βάθη των ωκεανών και στους χορούς

της παλίρροιας με την πανσέληνο.

Βράχοι απόκρημνοι και γκρεμισμένες

γέφυρες οι προσβάσεις σου,

στη σημερινή πραγματικότητα του

εφησυχασμού και της απραξίας.

Απάτητες κορυφές οι επιδιώξεις σου

και οι αφετηρίες των ανύπαρκτων

διαδρομών σου, στο άγνωστο και στ’ άγνωστα…

Βαλτωμένα τα όνειρα και οι εφιάλτες σου,

που διστάζουν ν’ αφουγκρασθούν

τις ανάγκες της ύπαρξης σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Χοροί στην πείρα»

Ήρθαν οι ’μέρες

της γιορτής,

οι πόθοι

ήρθαν πάλι.

Ήρθαν οι ’μέρες

της ζωής

κι έρωτα

παραζάλη.

Πράσινα φύλλα στα κλαδιά,

χυμοί και μύρα.

Όνειρα χίλια στα παιδιά,

χοροί στην πείρα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ήρθαν…»

(Ι)

Ήρθαν λουλούδια

οι φίλοι,

ήρθαν τραγούδια

στα χείλη.

Ήρθαν ξενύχτια

στους πόθους

και παραμύθια

στους στόχους.

Της Άνοιξης οι ανθοί

δεν έχουν μαραθεί.

Υπάρχουν ευκαιρίες,

στο νού καλοκαιρίες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ήρθε…»

(ΙΙ)

Ήρθε το γέλιο

στο στόμα,

ήρθε το μύρο

στο σώμα.

Ήρθε ο ήλιος

στα πάθη

και η ελπίδα

στα βάθη.

Της Άνοιξης οι ανθοί

δεν έχουν μαραθεί.

Υπάρχουν ευκαιρίες,

στο νού καλοκαιρίες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Διαδρόμοι και λεωφόροι κλειστοί»

Με χαμόγελα, βλαστήμιες,

στην τσόχα και στα ζάρια.

Με παράλογα κι ασχήμιες

και με το Θεό παζάρια.

Διαδρόμοι και λεωφόροι κλειστοί,

στο άγνωστο φεύγουν διαβάτες.

Ο Αη – Νικόλας μονάχος στην κουπαστή,

καπνίζοντας, σχηματίζει φρεγάτες.

Με ευχολόγια, με τρέλες,

σε μπόχας αστυνόμους.

Με ημερολόγια κυψέλες

και λογική σ’ υπονόμους.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ένα χαμόγελο, μια καλημέρα»

(Ι)

Μιά καλημέρα στείλε μου, με του καπνού τις ζωγραφιές με της φωτιάς τις στάχτες.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, αυτό που στέλνουν οι καρδιές όταν τους βάζουν φράχτες.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με τη δροσούλα απ’ την αυγή με τα φτερά της σκέψης.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, βάλσαμο, μύρο στην πληγή που δεν μπορείς ν’ αντέξεις.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με το παράπονο αηδονιού με την ηχώ καμπάνας.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με γλυκοδοξαριά βιολιού με προσμονή της μάνας.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με τις φτερούγες αετού με ευωδιές τ’ Απρίλη.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, απ’ την αυλίτσα του σπιτιού κι αγαπημένα χείλη.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με παραμύθι της γιαγιάς σ’ ονειρεμένο βράδυ.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με κρυφοσκίρτημα καρδιάς και φεγγαριού το χάδι.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με τα λουλούδια της ζωής του Ολύμπου ομορφάδα.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με τα τραγούδια της ψυχής και φως απ’ την Ελλάδα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Μιά καλημέρα στείλε μου, με της γοργόνας τα φιλιά με τ’ Αλεξάνδρου λόγια.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με τους αγώνες αγκαλιά και αιώνων δρομολόγια.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με τις Διονυσιακές γιορτές με του έρωτα τα βέλη.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με της Ακρόπολης ματιές το Αιγαίο ν’ ανατέλλει.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με τους ανθούς της λεμονιάς με τα φιλιά του Μάη.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με μυρωδιές της γειτονιάς εκεί που ο νούς σε πάει.

Μιά καλημέρα στείλε μου, με τ’ αρμυρίκια του γιαλού με του πελάγου αέρα.

Ένα χαμόγελο ήλιε μου, με τις εικόνες του μυαλού… Στου γυρισμού τη μέρα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θα επιστρέψει σοφότερος»

(Ι)

Απλώνω το καραβόσχοινο του ορίζοντα

για να φυλακίσω τις σκέψεις μου

και με τη δύναμη της φουρτουνιασμένης

θάλασσας, ν’ αποκρούσω τα βλέμματα

των γλάρων, που κοιτούν περίεργα, χωρίς

να εξηγούν την επιμονή τους…

Ο ήλιος προχωράει απρόσκλητος στις

αμμουδιές της καρδιάς και των Κυθήρων,

σιγοψήνοντας τ’ ανέμελα, καλλίγραμμα,

κορμιά των κοριτσιών του μεσημεριού.

Δεν ανταποκρίνεται ο φλογερός, ερωτικός

βράχος στα καλέσματα της ηδονικής ομίχλης.

Υπομένει καρτερικά τα ύπουλα χτυπήματα

των κυμάτων, προσμένοντας το πολυπόθητο

σφυχτ’ αγκάλιασμα των παθιασμένων βοριάδων.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Περιμένει τις εξηγήσεις του στοιχειωμένου

κάστρου και των απόρθητων τειχών,

που είναι καρφωμένα στην καταγάλανη

τρίαινα του Ποσειδώνα, αιώνες τώρα…

Μηρυκάζει ιστορίες, αγωνίες, διηγήσεις,

παθήματα, κακοδαιμονίες, επιτυχίες,

αποτυχίες και σωρεία λαθών

κάλπικων ηρώων και χυδαίων καιροσκόπων…

Ο κατάκοπος αγωγιάτης του χρόνου,

προσπαθεί να περισώσει ό,τι απέμεινε

από την αρμύρα της θάλασσας κι απ’

των φυκιών τις αποχρώσεις, για να

ζωγραφίσει μελλοντικές στιγμές.

Τα χρώματα του δειλινού καθρεφτίζουν

τις αγωνίες παιδικών ονείρων, απαθανατίζουν

γιαγιάδων παροιμίες και συμφιλιώνουν

αντιθέσεις κυμάτων, με την Ιώβιο

υπομονή και καρτερικότητα της ερωτευμένης

αμμουδιάς…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Φεύγει κι ο ήλιος,

για το μακρινό του, μοναχικό ταξίδι.

Θα φωτίσει κι άλλες πικροταξιδεμένες νύχτες,

θα μαυρίσει κι άλλα κορμιά κοριτσιών,

θα ζεστάνει ανήμπορους κι ονείρων ελπίδες.

Θα γνωρίσει κι άλλες φτωχογειτονιές

κι άλλα κάστρα, θ’ ανακαλύψει κρυμμένα

σημάδια και ψεύτικα ντοκουμέντα.

Θα ξεσκεπάσει δήθεν και ημιμαθείς, εχθρούς

του πολιτισμού, θα τους καταδικάσει στην

πυρά της απαξίωσης και της λησμονιάς.

… Θα επιστρέψει σοφότερος…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Πρώτο Μέρος

«Καλημέρα»

(Ι)

Καλημέρα στα χαμόγελα

και στην αισιοδοξία.

*

Καλημέρα στις δημιουργίες,

στο κάλλος και στην ομορφιά.

*

Καλημέρα στα όνειρα

και στις έντιμες επιδιώξεις.

*

Καλημέρα στην καλή καρδιά

και στις συμμετοχές στα κοινά.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Καλημέρα στους ισόβιους αγώνες

και στις υγιείς σκέψεις.

*

Καλημέρα στη μητέρα φύση

και στο Θεϊκό κάλλος.

*

Καλημέρα στις απέραντες θάλασσες

και στα θαύματα της ζωής.

*

Καλημέρα στα ατίθασα νιάτα

και στα πάνσοφα γηρατειά.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Καλημέρα στα γράμματα

και στις τέχνες.

*

Καλημέρα στον αθλητισμό

και στον Πολιτισμό.

*

Καλημέρα στις ελεύθερες σκέψεις

και στην ελευθερία του λόγου.

*

Καλημέρα στις ευωδιές της ψυχής

και στ’ αρώματα του κορμιού.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Καλημέρα στις αχτίδες του ήλιου

και στο ηχόχρωμα της καμπάνας.

*

Καλημέρα στα τιτιβίσματα των πουλιών

και στην εργατικότητα της μέλισσας.

*

Καλημέρα στη φλόγα του κεριού

και στου όρθρου τις μελωδίες.

*

Καλημέρα στις δυνάμεις του δασκάλου

και στων μαθητών την υπομονή.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(V)

Καλημέρα στο πέταγμα του κύκνου

και στην ηρεμία των νούφαρων.

*

Καλημέρα στον ιδρώτα του εργάτη

και στου φτωχού το ψωμί.

*

Καλημέρα στη μάνα μου

και στην πανέμορφη Μάνη μας.

*

Καλημέρα στον Σωτήρα μας,

στα Λάγκουνα και στο Πανταζί.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙ)

Καλημέρα στους ζωντανούς

και στους συγχωρεμένους.

*

Καλημέρα στα χαμένα νιάτα μας

και στα θαμμένα όνειρά μας.

*

Καλημέρα στους φίλους μας

και στους ορκισμένους εχθρούς μας.

*

Καλημέρα στη φωτιά της πίστης

και στην πυρκαγιά της θέλησης.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙ)

Καλημέρα στα όμορφα τραγούδια

και στα σπουδαία λόγια.

*

Καλημέρα στο φύσημα του αέρα

και στην ηχώ των κυμάτων.

*

Καλημέρα στις κρωξιές των γλάρων

και στη λαχτάρα των ψαριών.

*

Καλημέρα στους χτύπους της καρδιάς

και σε μιάς παρθένας τις ντροπούλες.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙΙ)

Καλημέρα στων αγοριών τις απορίες

και στων ανδρών την αμάθεια.

*

Καλημέρα στων κοριτσιών την περιέργεια

και στων γυναικών τα μισόλογα.

*

Καλημέρα στου ήλιου τις γνώσεις

και στ’ ουρανού την εχεμύθεια.

*

Καλημέρα στης λογοτεχνίας τον οίστρο

και στον αμύθητο πλούτο της ποίησης.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

X)

Καλημέρα στις ευαίσθητες χορδές

και στις ευχάριστες μνήμες.

*

Καλημέρα στα πρωτοβρόχια

και στης βροχής το τραγούδι.

*

Καλημέρα στα σύννεφα

και στο εφήμερο ταξίδι τους.

*

Καλημέρα στο γάργαρο νερό της πηγής

και στου πετροκότσυφα το κελάηδημα.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(X)

Καλημέρα στα μυστήρια του Ολύμπου

και στου Ευρώτα τη ρώμη.

*

Καλημέρα στου Καβάφη την ποίηση

και στου Γκάτσου τις δημιουργίες.

*

Καλημέρα στου Μίκη τις μελωδίες

και στου Μάνου τις ευαισθησίες.

*

Καλημέρα στον Παρθενώνα του κόσμου

και στα φώτα του Ελληνικού Πολιτισμού.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙ)

Καλημέρα στο ξύπνημα της Κυριακής

και στον πρωινό καφέ μας.

*

Καλημέρα στην απόλαυση της ανατολής

και στη μαγεία μιάς ξέγνοιαστης ημέρας

*

Καλημέρα στο ρυθμό του Καλαματιανού

και στη λεβεντιά του Τσάμικου.

*

Καλημέρα στον πεντοζάλη της λεβεντογέννας

και στον Ηπειρωτικό πεντάτονο.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(XΙΙ)

Καλημέρα στη θωριά του ακκορντεόν

και στη δοξαριά του βιολιού.

*

Καλημέρα στους εμπνευσμένους στίχους

και στις κλασσικές μελωδίες.

*

Καλημέρα στ’ ανθισμένα κλώνια της αμυγδαλιάς

και στου φοβερού χιονιά τον οργασμό.

*

Καλημέρα στον ερχομό της Άνοιξης

και στις ευωδιές της Πασχαλιάς.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Οι λυγμοί των φάρων»

Στα σύνορα της τρέλας

με την αρχή του τέλους,

βρήκα τον εαυτό σου,

λαβή σπασμένου βέλους.

Δε ζήτησες βοήθεια

για τις φωτιές των βράχων,

μπήκες στο διαδίχτυο

στις μοναξιές μονάχων.

Δεν έβγαλες κουβέντα

με τις φωνές των γλάρων,

έδιωχνες τα σκοτάδια,

με τους λυγμούς των φάρων.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η κόρη του Γαρμπή»

Μάγεψαν τα λόγια τις φουρτούνες

και πλάνεψαν καράβια της γραμμής.

Στόλισαν γλαρόνια τις μαούνες,

την κόρη του παντρεύει ο Γαρμπής.

Από τη Θράκη ήρθανε ζυγιές

και τα βιολιά από τη Σμύρνη.

Του Χιώτη, του Ζαμπέτα οι πενιές,

μετάλλαξαν το γάμο σε καμίνι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η Τάνια»

Προσπάθησε να κοιμηθείς,

τα όνειρα για να στολίσεις.

Όταν την αύρα τους ακολουθείς,

πάντοτε θα βρίσκεις λύσεις.

Η ζωή είναι μικρή βρε Τάνια,

μα δε χωράει στα Βαλκάνια.

Οι άρχοντες και οι ταγοί καλά το ξέρουν,

πως μόνο οι μανάδες υποφέρουν.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τρέχουν οι δρόμοι»

Είμαι ακοίμητος φρουρός,

στο μαξιλάρι των ονείρων σου.

Της μοναξιάς σου; Αχώριστη παρέα.

Είμαι ακούραστος ρυθμός,

στο καλαντάρι των ελπίδων σου.

Στίχος και Μουσική; Καημοί του Λουκαρέα.

Τρέχουν οι δρόμοι στις λεωφόρους

μέσ’ στα καμιόνια της Κυριακής.

Τρέχουν οι δρόμοι μέσ’ στα συντρίμμια

και στις αντένες της σάπιας ζωής.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Πανέμορφη μου κόρη»

Μια νύχτα του Μαγιού ψάχνω στη Σόφια

βοτάνια της καρδιάς και γιατροσόφια.

Χαμογελούσε μια μικρή γαρδένια

και τα ματάκια της τα κοραλένια.

Πανέμορφή μου κόρη, Βουλγαρία,

γράψε μου μιά τρυφερή ιστορία.

Στα μάτια της, στα χείλη να διαβάζω,

καημούς και πίκρες να δαμάζω.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ζωή και οι ματιές»

Αλήθειες βγάζουν οι ματιές,

καημούς σαν πικροθάλασσες.

Μαντέματ’ από μάγισσες,

καπνούς και μπόρες.

Του έρωτα κληματαριές

δίνουν κρασί για λειτουργιές,

μυαλών αιώρες.

Η ζωή; Απ’ τα Μεγάλα Θαύματα

και την κερνάμε, πόνο και τραύματα.

Η ζωή; Περνάει σαν αγέρας,

όπως κι ένα ταξίδι μιάς ημέρας.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μήπως θέλουνε φοβέρα;»

Έστειλα γράμμα στο Θεό

καιfax στον Άη – Γιώργη

και ερωτώ, ποιός είμ’ εγώ;

Σ’ αυτό το καταγώγι,

μ’ αυτό το σκυλολόι…

Αλλάξανε οι ρόλοι,

μας παίζουν κομπολόι,

σ’ αυτό το καταγώγι…

Μου ’στειλαν αναπάντητη

για να μη χρεωθούνε.

Αράξανε στους θρόνους τους,

τα γένια ευλογούνε,

δε μας τηλεφωνούνε,

για να μη ξοδευτούνε.

… Μήπως θέλουνε φοβέρα

και τη λαϊκή μαχαίρα;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Είναι η ζωή για γέλια»

Ήρθα το γλυκοχάραμα

με τα φτερά του κύκνου

και πήρα τις λαχτάρες σου,

απ’ τ’ άδυτα του ύπνου.

Να μην την πέρνεις σοβαρά,

είναι η ζωή για γέλια.

Να την ρουφάς σαν το κρασί,

να της θυμίζεις είσ’ εσύ:

«Παπά αλλουνού ευαγγέλια».

Σ’ είδα το ηλιοβασίλεμα

στ’ ορίζοντα το αίμα

και έκλεψα τα μάτια σου,

χαθήκαμε στο ψέμα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η αγάπη σου»

(Ι)

Μην ψάχνεις για την αγάπη

σε κομπιούτερς, σε διαδίχτυα,

σε τηλεφωνικούς καταλόγους,

σε νυχτερινά κέντρα.

Μην ψάχνεις για την αγάπη

σε δεξιώσεις, σε συναυλίες,

σε ταξίδια, σε ξένες χώρες,

στον ουρανό, στους ωκεανούς.

Μην ψάχνεις για την αγάπη

στα όνειρα, στους εφιάλτες,

στα σίριαλ, στα τηλεπαιχνίδια,

στα τζάκ-ποτ, στο τζόγο.

Μην ψάχνεις για την αγάπη…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Η αγάπη είναι και πλάι σου

και στην αγκαλιά σου και στη ματιά σου

και στα χείλη σου και στην προσευχή σου.

Η αγάπη είναι και μπροστά σου

και την αγγίζεις και της μιλάς

και την προσέχεις και την ακούς

και την καμαρώνεις.

Η αγάπη είναι στη ζωή σου,

στα όνειρά σου, στην ανάσα σου,

στο γέλιο σου, στη σκέψη σου,

στην ανιδιοτέλειά σου.

Η αγάπη είναι στα πάθη σου,

στα λάθη σου, στους καημούς σου,

στα οράματά σου, στα πιστεύω σου,

στις επιδιώξεις σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Η αγάπη πηγάζει

μέσ’ από ένα λευκό χαρτί

που το γεμίζεις με τα αισθήματά σου,

με τις στιγμές σου, με τις εμμονές σου,

με τη μοναξιά σου.

Η αγάπη είναι μέσα στις μελωδίες σου,

σε μιά ψυχούλα που σε σκέφτεται.

Είναι σε δυό μάτια που δακρύζουν

για σένα, σε ένα ποτήρι νερό.

Είναι σε μιά καρδιά που σε νανουρίζει

με τους τηλεχτύπους της.

Η αγάπη είναι σε ό,τι βλέπεις

σε ό,τι αγγίζεις, σε ό,τι σκέφτεσαι,

σε ό,τι επιθυμείς… «Η ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ…»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ήσουν στα παροπλισμένα»

Δε λογάριαζες θυσίες

κι ό,τι έκανα για σένα.

Δε «χαράμισες» δυό λόγια,

νάναι βάλσαμο στα ξένα.

Δε λησμόνησες τι ήσουν

όταν σκότωνες εμένα.

Δε λυπήθηκες στ’ αλήθεια,

όταν μπήκα στην αρένα.

Δε χρεώθηκες σε γιούρω,

ήταν όλα ’ξοφλημένα.

Δε ματώθηκες στις μάχες,

ήσουν στα παροπλισμένα.

Δε φοβήθηκες τη φύση

κι όλα τ’ απαγορευμένα.

Δε βοήθησες τα νιάτα,

είχες μόνο ξεφτισμένα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μια τσάρκα στην ξαστεριά»

Μιά ιστορία, μιά αμαρτία,

ένας γλυκός, σκοτεινός, εφιάλτης.

Μιά ευτυχία, μιά αποτυχία,

ένας σκληρός, ποταπός, καρδιοφράχτης.

Μιά θάλασσα, μιά ακτή,

μιά βόλτα στη κουπαστή.

Μιά μάγισσα, μιά χαρακιά,

μιά τσάρκα στην ξαστεριά.

Μία ευχούλα, μιά προσευχούλα,

ένας ψαλμός που πηγαίνει στα ξένα.

Μιά εκκλησούλα, μία βαρκούλα

κι ένα ταξίδι, εντελώς στα χαμένα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Λάθος κι οι εκδρομές»

Προχωράμε σε λεωφόρους

και τα πιστεύω μας;

Πάντα με όρους,

λάθος κι οι εκδρομές.

Αλυχτάμε στα συνεργεία,

με το διαδίχτυο;

Στα χειρουργεία,

στάσιμες κι οι διαδρομές.

Σ’ άγνωστους τόπους φτερουγάς,

κανένας δε σε θέλει.

Ό,τι με πάθος ακουμπάς,

γίνεται βρόγχου τέλι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στα ίδια πάμε»

Με την ψυχή μισή

κι οι ελπίδες στην ομίχλη,

τα όνειρα σε δίχτυ

κι ο ήλιος με βροχή.

Με τα φιλιά πικρά,

χαμόγελα σκοτάδια

και η ζωή μας άδεια,

στο βούρκο κι η χαρά.

Τρέχουν τα σύννεφα,

σπάνε τα σύνεργα,

στα ίδια πάμε.

Φεύγουν τα πάθη μας,

βρίσκουν τα λάθη μας

… Χειροκροτάμε!!

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δεν είναι νόμοι της καρδιάς»

Σήμερα που παντρεύεσαι,

έπρεπε να γιορτάζεις,

τον έρωτα να δοξάζεις,

μη βαριαναστενάζεις.

Στο γάμο σου; Να «φλέγεσαι»

να τραγουδάς και να χορεύεις,

ασχήμιες να ημερεύεις,

τους πόθους να μαγεύεις.

Δεν είναι πράγματα αυτά,

έντιμα και σοβαρά.

Δεν είναι νόμοι της καρδιάς,

αλλά του πόνου και της συμφοράς.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θύτες κι οι οδηγοί»

Λεωφόροι φονιάδες,

σημάνσεις ανύπαρκτες,

διαβάσεις αφύλαχτες.

Τροχονόμοι αγάδες,

θύτες κι οι οδηγοί,

στην αφιλόξενη γή…

… Όπως κατάντησαν οι ταγοί.

Θύματα οι μανάδες,

η βροχή κι οι βοριάδες.

Λεωφόροι φονιάδες,

οι νέοι στα σύννεφα,

με του θάνατου σύνεργα,

κατάμαυρες Κυριακάδες,

οι βραδιές κι οι γιορτάδες.

Ποιός θα μας πεί

γι’ αυτή την πληγή;

Στην αφιλόξενη γή…

… Όπως κατάντησαν οι ταγοί.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το άδικο»

Σήμερα που το άδικο ξύπνησε,

με τις ερινύες του δείπνησε,

πονάει και λέει:

Πλήγωσα και έστειλα όνειρα,

ελπίδες, μέσ’ στα λασπόνερα.

… Θυμάται και κλαίει.

Μα το άδικο κυβερνάει

σε όλες τις εποχές.

Στη φαρέτρα του κουβαλάει,

αθώων ανθρώπων πληγές.

Σήμερα που το άδικο έκλαψε,

τα συμφέροντά του έβλαψε,

για μία ημέρα.

Άρχισε ξανά τα ίδια του,

τα ανίερα παιχνίδια του.

… Γνωστή του μανιέρα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Διάλεξες τους δρόμους σου»

Διάλεξες δρόμους άβατους

και λόγους απαράβατους,

δίχως αρχή και τέλος.

Διάλεξες δρόμους της φωτιάς

της πίκρας και της ξενιτιάς.

Στου πόνου καλντερίμια,

για της ζωής τ’ αγρίμια.

Διάλεξες δρόμους άγριους,

με προορισμούς μακάβριους,

δίχως αρχή και τέλος.

Διάλεξες δρόμους του χαμού,

της βίας και του σκοτωμού.

Στου μίσους τα σοκάκια

με πάθη και χαπάκια.

(… Για κέρδη; Στρατιωτάκια)

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Νά ’μουν τιμόνι στα χέρια σου»

Νά ’μουν γυαλιά σου στο διάβασμα,

μέσ’ στη ζωή σου αγλάϊσμα,

στα όνειρά σου ελπίδα,

στα βάσανά σου λυγμός.

Νά ’μουν τιμόνι στα χέρια σου,

κρασί μπρούσκο τα μεσημέρια σου,

στις ακεφιές σου τραγούδι

και στις βραδιές σου χορός.

Νά ’μουν αστέρι στο δρόμο σου

και μια ελίτσα πάνω στον ώμο σου.

Νά’ μουν αηδόνι τα ξημερώματα,

να σε γεμίζω με ήχους κι αρώματα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Νά ’μουν στη συννεφιά σου ο ήλιος»

Ήθελα νά ’μουν γραβάτα σου

ή το λουράκι στη γάτα σου,

στη συννεφιά σου ο ήλιος,

στην ερημιά σου βροχή.

Νά ’μουν κουτάλι, πιρούνι σου,

στην ιππασία σπιρούνι σου,

στις αγωνίες σου λύση,

σ’ αποτυχίες αρχή.

Νά ’μουν χαντρούλα στο κομπολόι σου

και μερικοί πόντοι από το μπόι σου.

Νά ’μουν ο άσσος μέσ’ στο μανίκι σου

και ο Βαρδάρης στη Σαλονίκη σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Χρόνια…»

(Ι)

Χρόνια γύρευα τις διαδρομές σου,

τις συνήθειες και τις δομές σου.

Χρόνια έψαχνα τις ευτυχίες σου

και συναντούσα τις ερινύες σου.

Χρόνια φύλαγα το σπάνιο σου γέλιο

και εσύ γκρέμισες, το ερωτικό μας θεμέλιο.

Χρόνια φρόντιζα όλα του οίκου σου

και έπεσα θύμα του οίκτου σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Χρόνια πούλαγα κάθε αξία,

για νά ’χεις όνειρα και ευεξία.

Χρόνια στόχευα στην πρόοδό σου

κι εσύ ετοίμαζες τον όλεθρό σου.

Χρόνια μου πλήγωνες κάθε ωραίο,

μ’ αποκαλούσες άτολμο και μοιραίο.

Χρόνια έλεγα, τώρα πού νά ’σαι;

Με ποιόν άλλο μπορεί να κοιμάσαι;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Έρχονται στιγμές»

(Ι)

Έρχονται στιγμές, που νοιώθω μόνος.

Έρχονται στιγμές, που φεύγει ο πόνος.

Έρχονται στιγμές, που ζω στο χάος.

Έρχονται στιγμές, που νοιώθω πράος.

Έρχονται στιγμές, που αγριεύω.

Έρχονται στιγμές, που σε γυρεύω.

Έρχονται στιγμές, πού ’μαι στην άκρη.

Έρχονται στιγμές, στου νού τη νάρκη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Έρχονται στιγμές, πολύ μακριά σου.

Έρχονται στιγμές, πού ’μαι κοντά σου.

Έρχονται στιγμές, δυστυχισμένες.

Έρχονται στιγμές, ευτυχισμένες.

Έρχονται στιγμές, που είμαι ράκος.

Έρχονται στιγμές, που νοιώθω βράχος.

Έρχονται στιγμές, σε τελικό αλισβερίσι.

Έρχονται στιγμές, μ’ ερωτικό μεθύσι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Σε θέλει τ’ όνειρό μας ψηλά»

Ήρθαν οι Μοίρες να σε μοιράνουνε,

μα χαθήκανε στη θωριά σου.

Ήρθαν οι φλόγες να σε ζεστάνουνε,

μα καήκανε στη ματιά σου.

Γερακίνα μην πετάς χαμηλά,

σε θέλει τ’ όνειρό μας ψηλά.

Γερακίνα να κρατάς συνταγές,

δε θέλει η τιμή αλλαγές.

Ήρθε ο Μπάτης να ταξιδέψετε,

μα τρελάθηκαν οι πυξίδες.

Ήρθε ο Μάρτης για να γιορτάσετε,

μα παγώσαν οι ηλιαχτίδες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θέλω…»

(Ι)

Θέλω έναν ήλιο

για να σου στείλω,

στα μάτια σου να καρφωθεί.

Να φωτίζει τα όνειρά σου,

να ζεσταίνει τη χαρά σου,

το γέλιο σου να μη χαθεί.

Μα ο ήλιος είσ’ εσύ,

δε χρειάζεσαι τον άλλο.

Έναν ήλιο πιο μικρό

ή έναν πιο μεγάλο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θέλω…»

(ΙΙ)

Θέλω την ελπίδα

για να σου στείλω,

στο νού σου για να καρφωθεί.

Να φροντίζει τη θωριά σου,

να μοιράζει τα φιλιά σου,

να ανοίγει τα φτερά σου,

η ψυχή σου μη χαθεί.

Μα η ελπίδα είσ’ εσύ

δε χρειάζεσαι μιά άλλη.

Να σου θυμίζει «ΤΗ ΖΩΗ!!»

μέσα στης ψυχής την πάλη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θέλω…»

(ΙΙΙ)

Θέλω απόψε αγάπη μου,

θέλω απόψε καρδούλα μου,

μαζί να ταξιδέψουμε,

στον όμορφό μας κόσμο

μαζί για να χορέψουμε.

Θέλω τον ήλιο

μέσ’ στη ματιά σου,

θέλω την ελπίδα μέσ’

στην καρδιά σου.

Θέλω, σε θέλω,

μόνο εσένα θέλω…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Οι όρκοι μας»

Τα μάτια μας στον ουρανό

σταθήκανε ακίνητα,

τα χείλη μας αμίλητα

και η καρδιά ζωγράφος.

Να ζωγραφίζει τον καιρό

το δάκρυ μας το αρμυρό

και τη ζωή με πάθος.

Οι όρκοι μας στις φυλλωσιές,

στα δέντρα κιτρινίσανε,

τα όνειρά μας σβήσανε

και χάθηκαν στο χρόνο.

Εικόνες σ’ ερημοκκλησιές,

γέρου ψαρά αρματωσιές

δολώματα; Τον πόνο…

ή (που κυνηγούν τον πόνο)

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ένα παληκαράκι»

(Ι)

Ένα παληκαράκι

γνέφει στη θάλασσα,

ρωτάει για την αγάπη

στου νου τη μάγισσα.

«Θέλω να την ακούσω,

αγόρι σ’ αγαπώ!!

Και πρέπει ν’ αποδείξω,

γι’ αυτή καρδιοχτυπώ»

Στον έρωτα πρωτάκι

όλο μπερδεύεται,

σα βάρκα με πανάκι

θαλασσοδέρνεται.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Και το παληκαράκι

έφηβος γίνεται,

τον έρωτα γνωρίζει

στα πάθη πνίγεται.

«Θέλω να τον χορτάσω

κι ας κάνω υπερβολές,

πρέπει να τον δαμάσω,

χωρίς αναβολές».

Στον έρωτα βουλιάζει,

υπερχρεώνεται,

ζωή και ήθη αλλάζει

και χαντακώνεται.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Αυτό το παληκάρι

έγινε τώρα άνδρας,

στην πρέφα και στα ζάρια

νταής της Αλεξάνδρας.

Θέλει να οικονομήσει,

ξεκούραστα τα ευρά,

παράνομα να χτίσει

«τα ήθη, χαλαρά».

Τον έρωτα τον βλέπει,

για χρήμα εύκολο,

με φύκια για κορδέλες

στο κάθε ξέκωλο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Τον πήρε η κάτω βόλτα,

τά ’κανε θάλασσα.

Βρίζει την κοινωνία

και τη γριά μάγισσα.

Που τού ’δειξε το δρόμο

για να ερωτευθεί,

δεν τού ’μαθε τον κόσμο

και έχει σταυρωθεί.

Μικρό παληκαράκι

θέλει η ζωή αγώνα,

τι να σου κάνει η μάγισσα

στης ύλης τον αιώνα.

Το εύκολο το κέρδος,

είναι λίγες φορές,

με μαθηματική ακρίβεια

σε βρίσκουν συμφορές.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(V)

Ο έρωτας; Είναι μεθύσι

κι η αγάπη; Είναι η φύση.

Ούτε το ένα, μήτε το άλλο

εμπορεύονται και παζαρεύονται.

Με ήθος και συνέπεια

θα πρέπει να ’ξοδεύονται.

Η ζωή μας;

Θέλει αρετές, αίμα κι ιδρώτα

και η αγάπη;

Επαφές, στου νου την πόρτα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τα οράματά μας»

Είναι η ζωή μας φυλακή,

οι ελπίδες εξορίστηκαν,

τα όνειρα αφανίστηκαν

κι η φύση; Σε καδράκια.

Τα βράδια μας εδώ κι εκεί,

οι ρήτορές μας; Τουμπεκί,

το κέφι; Με χαπάκια.

Οι έρωτές μαςDVD,

τα οράματά μας χάθηκαν

και οι χαρές σφαγιάσθηκαν,

γεύματα; Σε σακούλες.

Τα δάση στην εντατική,

έγινε η γή μας φυλακή,

το μέλλον; Σε αμπούλες…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Επ’ αορίστου χρόνου απεργία»

Τρέχω στο χθές, στο σήμερα, στο αύριο.

Ψάχνω να βρώ τι φταίει ακριβώς.

Τρέχω στο φως, στο όνειρο, στο θαύμα.

Ψάχνω να βρώ, ποιός είναι ο Θεός;

Τις σκέψεις σ’ αδιέξοδα οδηγούν

και τρέχουν με τα θαύματα να βγούν.

Μα έχει ο Θεός μας κλονισμέν’ υγεία

και οι εκπρόσωποί του;

Επ’ αορίστου χρόνου απεργία.

Βρίσκω πληγές, παθήματα και πάθη.

Νοιώθω τριγμούς και θρήνους στο κορμί.

Βρίσκω καημούς, παράλογα και άγχη.

Νοιώθω φωνές που πνίγουν οι λυγμοί.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μαθήματα, αισθήματα»

Στων λόγων απαξία,

στο χειροφίλημα.

Στου γέλιου τους

τις στράτες

στου νου τις αυταπάτες,

πορείας δίλημμα.

Στα λάθη και στα πάθη,

χειροκροτήματα.

Στων νόμων τους

τα βρόχια

αρχίσαν πρωτοβρόχια,

ταγών συνθήματα.

Αισθήματα, αιτήματα,

ανένταχτα μαθήματα.

Κλείσαν οι δρόμοι ενοχών

κι ανοίξαν λεωφόροι παροχών…

Μεταλλαγών και διαπλοκών…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Του φάρου σου το σήμα»

Βρήκα των γλάρων τα φιλιά

στου ορίζοντα τα μάτια,

στης αμμουδιάς την αγκαλιά,

σ’ ερωτικά παλάτια.

Βρήκα των βράχων μουσικές

πεντάγραμμα στο κύμα,

να ζωγραφίζουν οι φυκιές,

του φάρου σου το σήμα.

Βρήκα κοχύλια να γελούν

στον ήλιο, στο φεγγάρι

και δυό καρδούλες να μεθούν,

στου έρωτα τη χάρη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Οπτασία μου»

Θάλασσα ταξιδεμένη

και αντάρτισσα.

Σήμερα ζητώ τη συμβουλή σου,

θέλω τη γνώμη την καλή σου,

γιά μιά γυναίκα απρόβλεπτη,

μικρή σατράπισσα.

Θάλασσα αγαπημένη

και στολίδι μου.

Σήμερα ζητώ να κολυμπήσεις,

τα προβλήματα να λύσεις,

(ή τα μποφώρ να σταματήσεις)

για μιά κυρά πανέμορφη,

στο ταξίδι μου.

Θάλασσα ξενυχτισμένη,

φαντασία μου.

Σήμερα ζητώ απ’ την αρμύρα σου,

απο την πλούσια πείρα σου,

μιά αγάπη αξεπέραστη…

Έστω για λίγο νάρθει… Οπτασία μου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο άγιος – Γκάτσος τόχε πει»

Τα χαμόγελα σκορπίσαν,

σαν τα άχυρα στ’ αλώνι,

σαν τις νότες απ’ τ’ αηδόνι.

Σαν της Άνοιξης λουλούδια,

σαν μιά αγκαλιά τραγούδια.

Τις αγάπες νοσταλγούμε,

όπως τα βουνά τα χιόνια

κι οι ψυχές τα χελιδόνια.

Όπως το παιδί τη μάνα,

το ξωκλήσι την καμπάνα.

Τις ελπίδες μας κρατάμε,

σαν το φυλαχτό στο στήθος,

σαν το εμψυχωμένο πλήθος.

Όπως της γιαγιάς τα χάδια,

τα ανέμελά μας βράδια.

Ο άγιος – Γκάτσος τόχε πει:

«Φεύγουν τα νιάτα σαν αστραπή»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τ’ όνειρο να διαλέξεις»

Θα στείλω αγριοπερίστερα

στο λιακωτό της σκέψης

και όμορφα τριαντάφυλλα,

τ’ όνειρο να διαλέξεις.

Θα στείλω χιλιαρώματα

στο λιακωτό του νού σου

και ρόδινα χαμόγελα,

στ’ άδυτα του κορμιού σου.

Στα βήματά σου τα γοργά,

βαδίζει η νύχτα μου αργά.

Να ’βρώ τη χαραυγή σου,

τις φλόγες στο φιλί σου…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στάχτες»

Φωτιές, καπνοί, (παράθυρα) και στάχτες,

στον έρωτα, στα όνειρα,

μην επιτρέψεις φράχτες

και ζεις με αυταπάτες.

Οι φλόγες στις ελπίδες μας,

οι στάχτες στα όνειρά μας,

οι φάμπρικες στο δρόμο μας,

τα σκούρα στη χαρά μας.

Πίκρες, καημοί, χαλάσματα,

δρόμοι γεμάτοι στάχτες,

από το παρελθόν φαντάσματα

και στις ελπίδες φράχτες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Γιά ’σένα»

Θα δακρύσω

σ’ ένα βλέμμα σου κρυφό

στο χορό

σαν κρατάς

το μαντήλι

και μαζί σου μιά ζωή θα τραγουδώ

θα φιλώ

τα γλυκά σου χείλη

στό ’χω πει ότι σ’ αγαπώ;

Μην αφήνεις

άλλο μόνη την καρδιά

σ’ ερημιά

μια γιορτή

στα γεράνια

σε κρυφή ερωτική αμμουδιά

στη φωτιά

κι η ψυχή στα ουράνια

μιά ζωή θά ’μαστε παιδιά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δυό θεριά ανήμερα»

Φώτισε την ψυχή, τη βραδιά σου,

δυό θεριά ανήμερα,

η ματιά σου, η καρδιά σου,

ν’ αγαπήσουν σήμερα.

Πλάγιασαν στα καλντερίμια,

μύθοι, ερινύες και αγρίμια.

Μέσα στον ξενύχτη μαχαλά,

τις ασχήμιες της η ’μέρα κουβαλά.

Άνοιξε διάπλατα τα φτερά σου

να πετάξεις σήμερα,

για να πάρεις τα όνειρά σου,

απο της ζωής τη χίμαιρα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δυό, δυό…»

Βρήκα δυό λόγια αδέσποτα

να τριγυρνούν στους δρόμους,

σ’ αλάνες, σε χαμόσπιτα,

σε βίλες κι υπονόμους.

Βρήκα δυό χείλη αφίλητα

να τα φιλούν αστέρια

και με ρωτούν αμίλητα,

κρατώντας μου τα χέρια.

Βρήκα δυό στάλες βάλσαμο

που προσπαθούν να ζήσουν,

τρέχουνε μέσ’ στο μπάχαλο,

ως πότε θα κρατήσουν;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Κλάψανε το φιλαράκι»

(Ι)

Βρήκαν τον πόνο, τη χαρά,

στη Λένορμαν μιά νύχτα.

Είχαν σπασμένα τα φτερά

και λιώναν απ’ τη νύστα.

Περιστέρι και Μπουρνάζι

μιά μικρούλα όλο νάζι,

έχει στο κορμί φωτιά.

Στη Θηβών και στο Χαϊδάρι

στ’ άγιου έρωτα τη χάρη,

σου άφησε λαβωματιά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Βρήκαν την πίκρα, τους λυγμούς,

στο τέρμα Πατησίων.

Κι άλλους αμέτρητους καημούς

Μαιζώνος και Λιοσίων.

Στη Σταδίου, στην Κλαθμώνος,

της Γαβριέλας κάποιος κλώνος,

πού ’μοιαζε αερικό.

Στην Ερμού, Μοναστηράκι,

κλάψανε το φιλαράκι,

πού ’κανε το φονικό.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Κόψανε έρωτα φτερά»

Ήρθανε λέξεις της φωτιάς,

στης μνήμης μας την πόρτα.

Κλέψανε φλόγες της καρδιάς,

μας κάψανε τη ρότα.

Ήρθανε λόγια κοφτερά,

σα δίκοπα μαχαίρια.

Κόψανε έρωτα φτερά,

τα πόδια μας, τα χέρια.

Ήρθανε νύχτες βροχερές,

με κρύα, με χιονιάδες.

Κλείσανε μάτια και χαρές,

του ήλιου τις γιορτάδες.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Σε βρήκα στ’ όνειρό μου»

Λουλούδι, νυχτολούλουδο,

την ευωδιά σου δώς μου.

Ερωτευμένους να μεθώ,

στις γειτονιές του κόσμου.

Και στα φτερά της σκέψης μου

μερόνυχτα ανεβαίνω,

βρίσκω παντού τα χνάρια σου

σεργιάνι τα πηγαίνω.

Σαν σπουργιτάκι πέταξες

σε βρήκα στον καημό μου.

Σαν αηδονάκι λάλησες,

σε βρήκα στ’ όνειρό μου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Με φιλάς γλυκά»

Ταξίδεψα στα χείλη σου

με του έρωτα φτερούγες,

ονειρευτήκαμε κι οι δυό,

μέσ’ στων φιλιών τις ρούγες.

… Με φιλάς γλυκά στα μάτια,

στ’ ουρανού τα σκαλοπάτια.

… Με φιλάς γλυκά στα χείλη

κι ονειρεύονται οι Ήλιοι.

… Με φιλάς γλυκά στο στόμα

κι ονειρεύομαι ακόμα.

Ταξίδεψα στα μάτια σου

με τα φτερά του κύκνου

και έκλεψα τα χάδια σου,

απ’ τ’ άδυτα του ύπνου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ζωή είναι απρόβλεπτη»

Τον έρωτα δεν γνώρισες

και τί θα πεί αγάπη;

Έχασες τον Παράδεισο

και της ζωής το χάπι.

Η ζωή είναι μικρή, είναι γλυκιά,

είναι απρόβλεπτη.

Μιά τσάρκα, μιά παρέα,

μιά κουβέντα ολιγόλεπτη.

Γιά έρωτα δεν πόνεσες,

στραβές, κακοτυχία;

Έχασες σπάνια αρώματα,

χρώματα κι ευτυχία.

Η ζωή είναι μικρή, είναι γλυκιά,

είναι απρόβλεπτη.

Μιά τσάρκα, μιά παρέα,

μιά κουβέντα ολιγόλεπτη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η Πέμπτη»

Η Πέμπτη είναι γιορτή,

της Πασχαλιάς ημέρα.

Ερωτηματικά, γιατί;

Τσακίζονται στην ξέρα.

Κι έτσι προχωράει

το καράβι,

που τους φάρους μας

ανάβει,

σε ωκεανούς, σε θάλασσες.

Σε ερωτικά ταξίδια,

με αρώματα, στολίδια,

που εσύ μπαρκάρισες.

Η Πέμπτη είναι χαρά

και της καρδιάς γιορτάσι.

Η Αγάπη γλυκοτραγουδά

κι ανθίζει όλη η πλάση.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μαρία του Μπάτη»

Μας είπαν οι γλάροι μιά ιστορία,

που είχαν ακούσει κάποια παιδιά.

Νομίζω πως ήταν για τη Μαρία,

που έκρυβε δάκρυα στην αμμουδιά.

Μαρία του Μπάτη,

της Αύρας,

της πικροθάλασσας και του Βοριά.

Η Μοίρα ό,τι γράφει,

με δάκρυα

δεν αλλοιώνεται και με Νοτιά.

Μα φύγαν τα χρόνια κι οι αναμνήσεις,

οι γλάροι σκορπίσαν και τα παιδιά.

Νομίζω πως τώρα τις εξηγήσεις,

θα δώσει ο έρωτας και η καρδιά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η θάλασσα μονάχη»

Οι φάροι ξεμακραίνουν

και τις ματιές μας δένουν,

στης μοίρας τα καρφιά.

Οι πόθοι μας ναυάγια,

οι θύμησες; Μουράγια

κι οι αγάπες μας; Σκαριά.

Η θάλασσα μονάχη

στου ουρανού τη ράχη,

θυμάται ακρογιαλιές.

Στο μώλο τα γλαρόνια

λιθοβολούν τα χρόνια,

χαμένες αγκαλιές.

Οι ώρες σα μαχαίρια

σφάζουν τα μεσημέρια,

στους δρόμους της φυγής.

Τα όνειρα στο χώμα

προσμένουνε ακόμα,

το πλοίο της γραμμής.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ανάσα μου κι αρμύρα μου»

Δελφίνι, δελφινάκι μου,

θαλασσινό αεράκι μου,

φεύγεις με του καημού πανιά.

Ανάσα μου κι αρμύρα μου

ταξίδεψε τη μοίρα μου,

νά ρθει στου νου τη γειτονιά.

Οι γλάροι σιγοτραγουδούν

της αμμουδιάς τα χρόνια

κι εσύ ξοδεύεις την καρδιά

στης λησμονιάς τ’ αηδόνια.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ένα… Ένας…»

(Ι)

Ένα κορίτσι, στου μυαλού

τις βεγγέρες,

σκαλίζει τις βέρες.

Για τον καλό της,

για τον Θεό της…

Αψηφώντας καιρούς και φοβέρες.

Ένα αγόρι, στου γιαλού

τα χαλίκια,

σκαλίζει τα φύκια.

Για μία ελπίδα,

μιά ηλιαχτίδα…

Διαλαλώντας Θεών συγχαρίκια.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Ένας αγέρας στ’ ουρανού

τους διαδρόμους,

σκαλίζει τους νόμους.

Για υπανθρώπους,

γι’ άλικους τρόπους…

Ψηλαφίζοντας ψυχών υπονόμους.

Ένας διαβάτης, στων γκρεμών

τα σκοτάδια,

σκαλίζει τα βράδια.

Για να λουφάξουν,

πορείες ν’ αλλάξουν…

Χρωματίζοντας λαών τα μαγνάδια…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θα παλέψω»

Μαζί σου θα παλέψω,

για να γνωρίσω

το φτερούγισμα της ελπίδας,

τη λευτεριά της σκέψης,

τη δύναμη της ψυχής.

Μαζί σου θα παλέψω,

για να κερδίσω

το χαμόγελο του έρωτα,

των ευωδιά της Άνοιξης,

την αξία της μικρής ζωής.

Μαζί σου θα παλέψω,

για ν’ αποχτήσω

αποθέματα αγάπης,

συντροφιά του πνεύματος

μιας γλυκιάς προσμονής…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Εβδομάδα μου»

Δευτέρα καπετάνισσα

κι εσύ ’σαι η φρεγάτα

Η Τρίτη είναι μάγισσα

κι εσύ στο νού μου τράτα.

Που με ψαρεύεις στ’ ανοιχτά,

στην άμμο και στα φύκια.

Μα η καρδιά μου αλυχτά, ή (σπαρταρά)

μέσα σε ξένα δίχτυα.

Η Πέμπτη Μεγαλόχαρη

κι εσύ το φυλαχτό μου.

Παρασκευή Ηλιόχαρη

κι εσύ το ριζικό μου.

Τα Σάββατα να με φιλάς,

ερωτικό γλαρόνι.

Τις Κυριακές να μου κρατάς,

της ρότας το τιμόνι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δώσε μου τα δυό σου χέρια»

Δός μου το χαμόγελό σου,

για ν’ ανοίξω δρόμους,

τα γλυκά σου μάτια,

να φωτίζω τον καιρό.

Δός μου τα καυτά σου χείλη

προσκεφάλι,

στο ταξίδι της ζωής μου

να σε βρω.

Δώσε μου τα δυό σου χέρια

να κρατάω τις φωτιές,

στου μυαλού τα Καλοκαίρια

και στ’ Απρίλη τις ματιές.

Δώσε μου τα δυό σου χέρια

να κρατάω τον καιρό,

της ψυχής μας περιστέρια,

της καρδιάς μας το χορό.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στο γέρικο παγκάκι»

Το πάρκο Ελευθερίας έχω πατρίδα μου,

οι κάδοι απορριμμάτων ζωή, ελπίδα μου.

Το γέρικο παγκάκι είναι το σπίτι μου,

η εκκλησία δίπλα το παραμύθι μου.

Τα τέως πεζοδρόμια

και των σπιτιών οι αυλές,

γίναν σιδεροδρόμια

και θύμησες παλιές.

Με φώτα και λαμπιόνια, με κορναρίσματα,

η λεωφόρος μοιάζει δίχως προβλήματα.

Αδέσποτα στον ύπνο με συντροφεύουνε,

τα όνειρά μου άλλο, δεν κινδυνεύουνε.

Και οι παλιές αγάπες(;)

Ναρκώθηκαν κι αυτές,

μέσα σε αυταπάτες

και κάρτες πλαστικές.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ανθοτόπι μου»

Τριαντάφυλλα οι σκέψεις σου,

γαρύφαλλα οι καημοί σου.

Ζουμπούλια τα χαμόγελα

και γύρη το κορμί σου.

Ανθησμέν’ οι δρόμοι σου

κι όπου περνάς,

μυρωμέν’ οι κόσμοι σου

κι ό,τι αγαπάς.

Χρυσάνθεμα τα λόγια σου,

γεράνια τα φιλιά σου.

Ανθόκηποι τα όνειρα

και μέθη ο έρωτάς σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στα ελικοδρόμια της μοναξιάς»

Στις εξελίξεις και περιελίξεις

των γήινων αποχρώσεων.

Στα υποπροϊόντα του αφανούς χειμάρρου

και στη χλωρίδα μιάς νεκρικής διαδρομής.

Άφαντοι δρυοκολάπτες καβουρδίζουν

ηλιοτρόπια μιάς ξεχασμένης ερήμου,

χαμογελώντας μηχανικά στην ομίχλη.

Οι εμφανείς πόθοι μιάς ανέντιμης μηχανής

προσκρούουν στις συννεφογραμμές του κάστρου

και στης ανατολής την πρόωρη δύση.

Οι μαχητές των οργίων εξαργυρώνουν

ανώμαλα ένστικτα, στις σιδεροτροχιές

και στα υπόγεια παλάτια της διαπλοκής.

Χαρίζοντας μπόχας υπερκέρδη,

στα ελικοδρόμια της μοναξιάς.

Και νουθετώντας την καρτερικότητα

της άγονης, μικρής, γης του μέλλοντός μας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Αριθμοί και Νούμερα»

(Ι)

Οι αριθμοί και τα νούμερα,

τα μαθηματικά, οι προσθέσεις,

αφαιρέσεις, διαιρέσεις, πολλαπλασιασμοί.

Σύνολα και άπειρες πράξεις, αδίκως

ματαιοπονούν. Δεν πρόκειται να λύσουν

προβλήματα, να δαμάσουν την ανθρώπινη

βουλιμία. Στα θέλω, στα υπερκέρδη,

στην υπερκατανάλωση, στη ματαιοδοξία,

στα κάθε λογής πισωγυρίσματα στο χάος

και στην τελειωτική καταστροφή της ζωής.

Οι αριθμοί βολεύουν τους δήθεν και

τους ανέντιμους. Ο σοφός λαός μας

έχει καταγράψει στους αιώνες:

«Ο λύκος από τα μετρημένα τρώει»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Οι αριθμοί, τα νούμερα, γεωμετρία,

τριγωνομετρία, εξισώσεις, δεκαδικοί,

λογάριθμοι και οι ανθρώπινες εφευρέσεις

αποδεικνύουν – έως σήμερα – πως αδυνατούν

να περισώσουν τη φύση και την ομορφιά.

Αποδεικνύουν ότι αχρηστεύουν τον

ανθρώπινο εγκέφαλο και τις λειτουργίες του.

Οι αριθμοί, τα νούμερα και όλες οι εφευρέσεις,

φροντίζουν για τα βάσανά μας,

για τα πάθη μας και για το γρήγορο τέλος μας.

Φροντίζουν με μαθηματική ακρίβεια,

για τον αφανισμό μας, για την αυτοκτονία μας.

Οι αριθμοί ευημερούν, αλλά οι

μικροί Θεοί λιμοκτονούν…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Πώς γαληνεύει η θάλασσα;»

Πως γαληνεύει η θάλασσα,

με τα ινάτια σου;

Μην είν’ ερωτευμένη

με τα δυό μάτια σου;

Ή ερωτεύτηκε η δόλια

παράφορα,

τ’ απίθανα, τα τρελά μας

και όλα τα «διάφορα».

Που μας συμβαίνουν στη ζωή

και που ομορφαίνουν την ψυχή.

Που τρέχουν πάνω στα κύματα

και που ξεπλένουν χιλιάδες

προβλήματα.

… Πώς γαληνεύει η θάλασσα,

με τα τραγούδια σου;

Μήπως και παίρνει χρώματα,

απο τον έρωτα και τα λουλούδια σου;

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Σε είδα…»

(Ι)

Σε είδα στον ορίζοντα

να τραγουδάς στους γλάρους

και να ανάβεις πυρκαγιές,

στου έρωτα τους φάρους.

*

Σ’ είδα γλυκοχαράματα

μέσ’ στου μυαλού τις βόλτες

και άνοιγες με τα φιλιά,

της μοναξιάς μας πόρτες.

*

Σ’ είδα στις ακρογιαλιές

τον ήλιο να μαζεύεις,

για να φωτίζεις τις καρδιές,

τα πάθη να ’μερεύεις.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Σε είδα τα χαράματα

να τρέχεις στου Κουρνάρου*

Και η θωριά σου φάνταζε,

με πέταγμα του γλάρου.

*

Σε είδα σ’ άγριες θάλασσες

να διώχνεις τα μποφώρια,

να χαιρετάς τους ναυτικούς,

Γοργόνες και βαπόρια.

*

Σε είδα στον Εσπερινό

μέσα στα κεκραγάρια,

Να σου κρατάει το δειλινό,

τ’ αντίδωρου τα χνάρια.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

*Είναι περιοχή στη Μάνη

(ΙΙΙ)

Σε είδα ξημερώματα

στου αηδονιού τις νότες,

να ζωγραφίζεις τις ψυχές,

στου ουρανού τις πόρτες.

*

Σε είδα στον Ταΰγετο

παρέα με γεράκια,

να τους χαρίζεις λαγκαδιές,

φωλιές και σπηλιαράκια.

*

Σε είδα χθές, σαν όνειρο,

άυλο, οπτασία,

μόνος σκορπούσες αγιασμό,

σ’ άθεων εκκλησία.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Σε είδα στην Ασέα, φλόγα,

στη γειτονιά του Νίκου Γκάτσου.

Φωτίζεις τις ψυχές στη χώρα,

με στίχους του κι είναι χαρά σου.

*

Σε είδα σαν ξωθιά στον Παρθενώνα,

ήσουν με τις Καρυάτιδες αντάμα.

Σκάλιζες στις καρδιές μιά ανεμώνα,

του Φοίβου και της Αθηνάς το τάμα.

*

Σε είδα στου Ολύμπου τις κορφές,

έψαχνες των δώδεκα Θεών τα χνάρια.

Μα έχουν περάσει του Διογένη οι εποχές

και δεν υπάρχουνε στη γη φανάρια.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(V)

Σε είδα στο Σαρωνικό

και σταύρωνες χταπόδια.

Έγινε η θάλασσα στεριά

και τό ’βαλα στα πόδια.

*

Σε είδα χθες στην Αίγινα,

πίσω απο το μουράγιο.

Είχες απλώσει «πετονιές»

… Πελάτες για τον Άγιο…

*

Σε είδα στο Λυκαβηττό,

γονατιστή στον Αη – Γιώργη.

Χιλιοπαρακαλούσες το Θεό,

να σ’ αγαπήσει ένα αγόρι.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙ)

Σ’ είδα γυμνή στη Μύκονο,

έμοιαζες μ’ Αφροδίτη!!

Σε άρπαξα απο τα μαλλιά,

στης ηδονής το δίχτυ.

*

Σε είδα στο μετρό

να τραγουδάς ρετρό,

σ’ ένα φαντάρο.

Σκορπούσες και ματιές

στους φοιτητές,

αχ! Θα σε γδάρω.

Δε χορταίνεις ποτέ τ’ αντρικό φύλο

σίγουρα θέλεις ένα χεράκι ξύλο.

Δε χορταίνεις ποτέ και τους στρατιώτες,

φοιτητές, σώματ’ ασφαλείας και πατριώτες.

Δε χορταίνεις τον έρωταλυσσάρα,

περάσανε τα χρόνια κι είσαι εξηντάρα.

… Όλους τους γράφεις και δε σπαταλάς δεκάρα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙ)

Σε είδα χθες που έγραφες

γράμμα ερωτικό.

Έμοιαζες ήλιος κι έλαμπες,

στης γης το λιακωτό.

*

Σε είδα χθες το λιόγερμα,

σου γνέφαν περιστέρια,

για να σου δώσουν γράμματα,

σ’ ερωτικά τεφτέρια.

*

Σε είδα χθες στον Αλμυρό,

κρατούσες ήλιο κι αγιασμό.

Τα μοίραζες σε έρωτες,

σε νύχτες αξημέρωτες.

*

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(VΙΙΙ)

Σε είδα στης Χαλκίδας

τα τρελά νερά,

ψάρευες μ’ ένα φουκαρά.

Είχε πανσέληνο

και πιάσατε λέπια

κι απο του έρωτα;

Μόνο τα χρέπια…

Σε είδα στον Τύρναβο,

μεζέδες και ούζα.

Μπροστά όμως στον τύραννο;

Ευγένεια και σούζα…

Σε είδα στο Λευκό Πύργο,

φευγαλέα, για λίγο.

Κρατιέσαι χυμώδης κι ωραία,

όπως παλιά στην Περαία…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

X)

Σε είδα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας,

δεν ήσουν γυναίκα, μα γνήσιος άνδρας.

Κολυμπώντας στην ασωτία,

μόνο τα ευρά κυνηγούσες.

Έκανες πιάτσα ως τα Χαυτεία

κι ό,τι σου ’πεφτε το γαμ…ες.

Σε είδα προχθές στα Προπύλαια,

λες και ζούσες, σε τρώγλες και σπήλαια.

Ρωτούσες, για πού τρέχει ο κόσμος;

Γιατί δεν ευωδιάζει ο δυόσμος;

… Πολύ μοναξιά στην Αθήνα

και ο κόσμος πεθαίνει στην πείνα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(X)

Σε είδα χθες στη Σταδίου,

μεταξύ πέους κι αιδοίου.

Κρατούσες υπό μάλης ομπρέλα

κι ο φίλος σου; Του πάθους κοπέλα.

Σε είδα σε ταβερνάκι της Πλάκας,

σε κρατούσε «βεντούζα» ένας μαλάκας.

Ρετσίνα, σκορδαλιά μετά βακαλάου

και τρεις ’μέρες να γυρίσεις στη Φιλολάου.

Σε πήρανε είδηση Βύρωνα και Παγκράτι,

για διαφορετικούς άνδρες, δεν κάνεις κράτει.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

 

 

Μάνη Μου Καημέ Μου Αηδόνι και Αητέ μου

«ΠΡΟΛΟΓΟΣ»

Οι Στίχοι μου,

«Μάνη μου καημέ μου

Αηδόνι και Αητέ μου»

Είναι γραμμένοι, με αφορμή την πανέμορφη, ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Μάνη.

Επίσης και η ποιητική μου συλλογή «… Γλυκοχαράζει…».

Έχω στο συρτάρι μου και πάρα πολλά, άλλα ποιήματα, στίχους, πεζά κ.ο.κ που αναφέρονται στη Μάνη.

Επίσης και μελωδίες, τραγούδια ανέκδοτα.

Ίσως, κάποτε, εκδοθούν…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μάνη μου καημέ μου

Αηδόνι και Αητέ μου»

Είσαι η φωνή η πνοή μου,

των ουρανών πηγή,

δροσίζονται οι Αγγέλοι,

παίρνω κι εγώ ζωή,

δροσίζονται οι Αγγέλοι

των ουρανών πηγή.

Αηδόνι και Αητέ μου, απάτητη κορφή,

τη φύση ομορφαίνει η θεία σου μορφή.

Σαν το μελίσσι τρέχω παίρνω τη γύρη σου,

Αηδόνι κι Αητέ μου, μέλι τα χείλη σου.

Στο νου και στη καρδιά μου,

Ήλιε Φεγγάρι μου,

σε γλυκοκαμαρώνω,

μαργαριτάρι μου,

σε γλυκοκαμαρώνω Ήλιε

Φεγγάρι μου.

Αηδόνι και Αητέ μου, απάτητη κορφή,

τη φύση ομορφαίνει η θεία σου μορφή.

Σαν το μελίσσι τρέχω παίρνω τη γύρη σου,

Αηδόνι κι Αητέ μου, μέλι τα χείλη σου.

Είσαι Θεά Νεράιδα,

ανθέ της Άνοιξης,

γλυκειά σα μελωδία,

Θείας Κατάνυξης,

γλυκειά σα μελωδία,

ανθέ της Άνοιξης.

Αηδόνι και Αητέ μου, απάτητη κορφή,

τη φύση ομορφαίνει η θεία σου μορφή.

Σαν το μελίσσι τρέχω παίρνω τη γύρη σου,

Αηδόνι κι Αητέ μου, μέλι τα χείλη σου.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ο φάρος*»

Στέκει μονάχος έρημος, στ’ αγιάζι στο λιοπύρι

γκρίζος κεφάτος γέρικος, στης Μάνης τ’ ακρωτήρι.

Έχει παρέα τα πουλιά, που τον περιγελούνε,

είναι και τρεις ρομαντικοί, να φωτογραφηθούνε.

Σχόλες αργίες και γιορτές, ποτέ του δε γνωρίζει,

βάρκες καράβια ναυτικούς, πάντοτε θα φροντίζει.

Χαράματα μεσάνυχτα, χιονιάδες ξεροβόρια,

ξάγρυπνος υπερήφανος, νταντεύει τα βαπόρια.

Δεν ερωτεύτηκε ποτέ, γλαρόνια ή την πούλια,

έχει για πάντα στην καρδιά, όμορφη ψαροπούλα.

Του Γκόγκου η πανέμορφη, γεμάτη σφουγκαράδες

(Μπαγιαντέρα)

όταν περνάει από μπροστά, τον πιάνουν οι νταλκάδες

* Ο φάρος στο ακρωτήριο Ταίναρο (στην πύλη του άδη)

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Του ήλιου το λουλούδι»

Σήμερα π’ ανθίσαν του ήλιου τα λουλούδια

μπόλιαζες τις λεύκες και σκάλιζες τραγούδια.

Έσβησαν οι φλόγες στης Άνοιξης τ’ αστέρια,

πήραμε τους δρόμους με άσπρα περιστέρια.

Κύματα με χρώματα,

θύμησες με νούφαρα,

γλάροι π’ αρμενίζουνε,

όνειρα που σούκρυβα.

Τραγουδούσες την αυγή και χόρευες το δείλι,

φύλαγες στις γειτονιές μη σβύσει το καντήλι.

Μάγευες χαράματα αηδόνια κι αγωγιάτες,

χρώματα της Ίριδας κερνούσες τους διαβάτες.

Κύματα με χρώματα,

θύμησες με νούφαρα,

γλάροι π’ αρμενίζουνε,

όνειρα που σούκρυβα.

Έδιωχνες τα σύννεφα με ύμνους του Τσιτσάνη

χόρευες σαν έβλεπες από ψηλά τη Μάνη.

Έδιωχνες τον κουρνιαχτό με λόγια του Σκαρίμπα,

καλότυχοι οι άνθρωποι που σ’ είχανε πυξίδα.

Κύματα μ’ αρώματα

σύννεφα με θύμησες,

τόσα βράδια πέρασαν,

μα εσύ δε γύρισες.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μάνη μου οι ομορφιές σου»

Όνειρο μου ξαναγύρνα – λίβανο χρυσό και σμύρνα

Όμορφο μου περιστέρι – στα απάτητα μας μέρη.

Γύρισε αστροφεγγιά μου – να κουρντίσεις την καρδιά μου.

Θα γιορτάσει όλη η Μάνη – του Ταΰγετου λιβάνι

Οίτυλο Δυρό Λιμένι – αχ νεράιδα ευλογημένη.

Γύρισε η μέσα Μάνη – Πύργο τη φωλιά σου κάνει.

Όμορφες Μανιατοπούλες – μαυροφορεμένες γριούλες

οι λεβέντες τραγουδούνε – και προσμένουν να σε ιδούνε.

Γύρισε βελανιδιά μου – Μάνη μου μοσχοβολιά μου.

Γύθειο και Γερολιμένας – άνθος της λεβεντογέννας

τα καΐκια κι οι βαρκούλες – στολισμένα σα νυφούλες.

Όλοι θάναι στις χαρές σου – Μάνη μου οι ομορφιές σου.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ωδή στη Μάνη»

Μ – ύρο του Ταϋγέτου

και του Διρού μοσχοθυμίαμα.

Α – ρχόντισσα της Μεσσηνίας,

της Λακωνίας αγίασμα.

Ν – εραϊδογέννητη, θυγατέρα του Ταίναρου

των βράχων και των βουνών.

Η – ρωίδα πανέμορφη, υπερήφανη μάνα,

ενδόξων πολεμιστών.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ωδή στη Μανιάτισσα»

Μανιάτισσες περήφανες, γυναίκες με δρεπάνια

ανοίξανε τις αγκαλιές, σκεπάσαν τα ουράνια.

Οι βράχοι αγναντεύανε

των γυναικών το θάρρος

πούγινε σύμβολο τιμής

και των λαών ο φάρος

Τον ατσαλένιο Ιμπραήμ, τον έκοψαν σαν στάχυ,

στου Ταϋγέτου τη σκιά, μεσ’ στου Διρού τη μάχη.

Στη Μάνη την απάτητη

χαροκαμένες μάνες

με αετίσια τη θωριά

της λευτεριάς καμπάνες

Στα χέρια κλείσαν όνειρα, στο λιακωτό ελπίδες

και στο σεντούκι της καρδιάς, αδούλωτες πατρίδες.

Μανιάτισσες με δρέπανα

και της τιμής τα στέφανα

στολίζουν τα ρουμάνια

της Άνοιξης γεράνια

Λάκαινες με τα δρέπανα

και με της νίκης στέφανα,

τον ουρανό φωτίζουν

τη Μάνη χαιρετίζουν.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στη Μάνη μας»

Α! Πιήτε αγαποβότανα και κάψτε αγιοκέρια

τα χρόνια μας τα δίσεκτα να γίνουν περιστέρια.

Πάρε γοργόφτερο αετό

στη Μάνη με ευλάβεια

κοτρώνια, χώμα, άνθρωποι,

εκεί είν’ όλα άγια.

Α! Διώξτε τους αβανιάρηδες τους νεοπλουτισμένους,

χορτάτους θέλει η Μάνη μας κι όχι δυστυχισμένους.

Πάρε γοργόφτερο αετό

στη Μάνη με ευλάβεια

κοτρώνια, χώμα, άνθρωποι,

εκεί είν’ όλα άγια.

Α! Είν’ η ζωή παράδεισος, κρασάκι παρεούλα,

στο χώμα θα σε βάλουνε, αρχόντισσα ή δούλα.

Πάρε γοργόφτερο αετό

στη Μάνη με ευλάβεια

κοτρώνια, χώμα, άνθρωποι,

εκεί είν’ όλα άγια.

Α! Καλά τα πλούτη, τα χρυσά και η χλιδή, μαγεία

μα πνεύμα και καλή καρδιά φέρνουν την ευτυχία.

Πάρε γοργόφτερο αετό

στη Μάνη με ευλάβεια

Κοτρώνια, χώμα, άνθρωποι,

εκεί είν’ όλα άγια.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ένας αγαπησιάρης»

Μοναχοκόρη από τη Χιώ μεσ’ απ’ τα σύννεφα

στέλνει με τους αγγέλους ερωτοσήμαντρα.

Μαστίχη και ανθόνερα

πολλά φιλιά και όνειρα

Χίλιες μοσχοβολιές

Χιλιάδες αγκαλιές

Κληματαριά απ’ τη Σάμο μεσ’ απ’ τα κύματα

μου στέλνει με τους γλάρους καρδιάς μηνύματα.

Αγάπης τραγουδάκια

πελάγου δελφινάκια

θαλασσοζωγραφιές

χιλιάδες αγκαλιές

Μανιατοπούλα θέλω εγώ κόρη μελαχρινή μου

στολίδια της αγάπης σου γέμισε η αυλή μου.

Βάλσαμο ψυχής

λεβεντογέννας γής

Με χίλιες ομορφιές

Χιλιάδες αγκαλιές

Μια καλομάτα του γιαλού στις σκέψεις βυθισμένη

θέλω να κάνω ταίρι μου μα είναι παντρεμένη.

Την έχω στην καρδιά μου

πλαγιάζει στα όνειρά μου

Είμαι ευτυχισμένος

Στ’ όνειρο βυθισμένος.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στης ψυχής το περιβόλι»

Στην πόρτα του παράδεισου

είν’ ένα κυπαρίσσι

στη ρίζα του κυπαρισσιού

μια κρυσταλλένια βρύση

Ο Χάρος εβουλήθηκε να κάμει περιβόλι.

Βάζει τις νιές για λεμονιές, τους νιους για κυπαρίσσια,

βάζει και τα μικρά παιδιά, γαρούφαλα και βιόλες,

βάζει και τους μεσόκοπους, γύρω τριγύρω φράχτες,

βάζει και τα μικρά παιδιά, μυρωδικά στους κήπους.

Και κάθε Πέμπτη δειλινό,

κάθε Σαββάτο βράδυ,

κι όσο περνάει ο καιρός,

ο πόνος περισσεύει.

Θεέ μου να πέρναγα κι εγώ, π’ αυτό το περιβόλι.

Να ξεριζώσω λεμονιές, να κόψω κυπαρίσσια

να πάρω και στα χέρια μου, γαρούφαλα και βιόλες

και να γλυκοκουβέντιαζα και λίγο με τους φράχτες

να βάλω και στα χέρια μου μυρωδικά απ’ τους κήπους.

(Βασίζεται σε Μανιάτικο μοιρολόι)

«Μάνα τραγουδά το γυιό της»

Τον κανακάρη μου τον πήρε η βροχούλα

που γύρευε λεβέντες παραγυιούς,

το παληκάρι μου κοιμάται σ’ άλλους τόπους

μου γνέφει και μου ζωγραφίζει ουρανούς.

Σύννεφα καημοί μου χελιδόνια

ο γυιός μου τα λουλούδια αγαπά,

στρώστε με ροδοπέταλα παλάτι

σαν της μανούλας νάν’ η αγκαλιά.

Το φυλλοκάρδι μου το πήρε η αυγούλα

που γύρευε αγάπες με αητούς,

το παληκάρι μου μην το ξυπνάτε ήλιοι

μην κλάψει και μου πάρει όλους τους λυγμούς.

Σύννεφα καημοί μου χελιδόνια

ο γυιόκας μ’ αγαπούσε τα πουλιά

στρώστε με πούπουλα παλάτι

σαν της μανούλας νάναι η φωλιά.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το όνειρο δε φθάνει»

Αν θες φιλί, γλυκό πολύ

και βόλτα στο φεγγάρι,

Ο Μπάτης θα σε πάρει,

στην αμμουδιά στο Πανταζί,

να ιδείς τον Έρωτα πως ζει,

ντυμένος με τη Μάνη…

… Το όνειρο, δε φθάνει…

Αν θες φιλί, καυτό πολύ

και βόλτα ως τη Μάνη,

το Λεύκτρο θα σε κάνει,

να ’βρεις φωτιές στην Καλογριά

και αναμμένα τα κορμιά,

το όνειρο δε φθάνει…

… Έτσι αγαπούν στη Μάνη…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στα Ρίγκλια και στο Πανταζί»

Παράνομα σε χτίσανε

και τις πληγές δεν κλείσανε

και τις πληγές δεν κλείσανε,

στ’ αζήτητα σ’ αφήσανε,

βρυκόλακες και παραγυιοί.

Της νύχτας τα φαντάσματα

του χρόνου τα μιάσματα

και της αγάπης, ναυαγοί.

Να ’ρθείς μια ήσυχη βραδιά,

κρασί, παρέα κι αμμουδιά,

κρασί, παρέα κι αμμουδιά

και με γεμάτη την καρδιά,

τον πόνο θα μερώσεις.

Θα ιδείς πως είναι η ζωή,

στα Ρίγκλια και στο Πανταζί

κι ύστερα, θα ριζώσεις…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στη γιορτή του Πανός»

(Ι)

Έκλεισαν τα δένδρα, στο δάσος πανηγύρι,

τον Πάνα εορτάζουν που έχουν νοικοκύρη.

Τα ζώα, τα πουλιά, κάνουν μια χορωδία,

η ρίγανη, το τσάι, βάζουν την ευωδία.

Τρέχει ο Πάνας, τρέχει να φέρει καλεσμένους,

αυτούς που είναι ξυπνητοί κι όλους τους κοιμισμένους.

Στα Λάγκουνα πλησιάζει ’να γέρο και μια γραία

ήταν η θειά Καυλέϊσα, με το γέρο-Μαγκουρέα.

Στο Πλάγιο αντικρίζει νάρχεται ο κοσμάκης,

πιο κάτω στα Χαλικοπά, να τραγουδάει ο Γάκης.

Φάνης και μαστρο-Παύλος, ήταν κι ο Στεκουλέας,

ο Τσέλιγκας, η Μαρινίτσα κι ο παπα-Ταταρέας.

(ΙΙ)

Να η θεία Ευθυμία, η Αγάθη, ο Μαράκας,

Σέμης και Τραχαμέντω κι ο Βλάχος ο Μαλάκας.

Έρχετ’ ο μάστρο-Στέλιος κι η Μπαλαμπάνενα,

Θεόνα, μπάρμπα-Κώστας κι η Καλταμπάνενα.

Μαρία Μουσουλία, η παλαβή η Σφαινία,

Στέφανος και Ροδόπη και κάποια Μανιατία.

Μαζεύτηκαν Μανιάτες, Νησιώτες, Στεργιανοί,

Ασιάτες, Ευρωπαίοι και μαύροι Αφρικανοί.

Ώσπου να ’ρθούν στο δάσος όλοι οι καλεσμένοι,

τα δένδρα και οι θάμνοι, ήταν όλοι καμένοι.

Μισάνθρωποι και άτιμοι, άνανδροι εμπρηστές,

τα όνειρά μας κάψαν, ματώσαν τις ψυχές…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στα χωριά του Λεύκτρου»

(Ι)

Στην Αράχωβα, στον Πύργο

και στου έρωτα τον τρύγο.

Στο Νιοχώρι, στην Καστάνια,

στης αγάπης τα πλατάνια.

Στον Παλιόπυργα δακρύζω

και στο μαχαλά γυρίζω.

Στη Σελίνιτσα, στα Ρίγκλια,

ψάχνω διψασμένα χείλια.

Στην τραχήλα, στο Κοτρώνι,

την καρδιά να ξεφαντώνει.

Νύχτες πόθου στη Μηλιά

κι όνειρα στη Γαρμπελιά.

(ΙΙ)

Στο Προάστειο, στο Εξωχώρι

με νικάει το ξεροβόρι.

Στα Μπαζγέϊκα, στο Ντιβάχι,

δίνω με το Γάκη μάχη.

Μου αρπάζει την ωραία,

κλείνει και την αμπορέα.

Στη Λαγκάδα, στη Σαϊδόνα,

ψάχνω μια γλυκιά αηδόνα.

Στο Χωρδάκι και στη Στούπα,

τα γλυκόλογα που σου ’πα.

Στην Πηγή σου και στην Πλάτσα,

στου Αλέκου την ταράτσα…

Μέσ’ στου Λεύκτρου τα χωριά,

τα ’κλεισα με κλειδαριά…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ωδή στην Όρνιθα»

Ο – ταν ήμουν παιδί, σε φρόντιζα,

έπαιρνα και τ’ αυγά σου.

Ρ – ίγκλια έλεγαν το χωριό,

αλλά τώρα είμαι μακριά σου.

Ν – α ξυπνούσα πάλι σ’ εκείνα τα χρόνια,

πόσο τα νοσταλγώ.

Ί – δρωνα απο την λαχτάρα, όταν πηδούσε

το πουλάκι από τ’ αυγό.

Θ – έατρο μπουλούκια, κινηματογράφος,

καραγκιόζης, το εισιτήριο με αυγά..

Α – ν είχαμε γιορτή ή ξένους

σ’ έκανε η Παύλαινα

σούπα και εμείς τρώγαμε τα φτερά…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το χαμόγελό σου δός μου»

Σου σκαλίζω ένα τραγούδι,

σα Μανιάτικο λουλούδι,

από βράχους και κοτρώνια,

νάχεις συντροφιά αιώνια.

Και σου χτίζω μελωδίες

του Ταΰγετου ευωδίες,

με γλυκόλαλα πουλιά

να σε παίρνουν αγκαλιά.

Ως τ’ αστέρια θα σε πάω

γιατ’ εσένα αγαπάω,

στα περβόλια του Θεού,

είσαι η χαρά του νού.

Είσαι δρόμος μου και φώς μου,

το χαμόγελό σου δός μου,

να παλεύω τους καιρούς,

της ζωής τους κεραυνούς.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Αναμνήσεις»

(Ι)

Στο καταφύγι αγνάντευα,

Κορώνη, Πινακούλα,

τις αναμνήσεις μάζευα,

να βάλω στη σακούλα.

Μέσ’ οχταπόδια, σ’ αχινούς,

καβούρια, πεταλίδες,

στα Γράϊδια, στα Μπαζγέϊκα,

να πιάσω και ακρίδες.

Στα Ρίγκλια, στου κουμπάρου μου

στου Πέτρου Στεκουλέα,

για να τις ρίξω στο μαντρί,

μετά την αμπορέα.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Κάνουν αβγά οι κότες του,

μεγάλα σα φεγγάρια

κι ο μαστρο-Παύλος τραγουδά,

δημοτικά τα βράδια.

Μεζές, κρασάκι, χωρατά,

πειράγματα στις ρούγες

κι η φαντασία να ορμά,

με ανοιχτές φτερούγες.

Όλοι οι Θεοί να τραγουδούν,

νεράϊδες να χορεύουν,

οι μούσες στον Ταΰγετο

παρέα να γυρεύουν.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Χορεύουνε κι οι πόθοι μας

και οι παλιοί καημοί μας,

κρυφοχτυπάνε οι καρδιές,

πνίγονται οι λυγμοί μας.

Να κι οι ψυχές, οι αθάνατοι,

παιδιά με ηλικιωμένους…

Βλέπω τον ήλιο της χαράς

κι άλλους μεταλλαγμένους…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Σε περιμένω ακόμη»

Αποκοιμήθηκα ένα βράδυ

στης αγάπης την ακρογιαλιά

κι ένοιωσα το απαλό σου χάδι,

όταν η σκέψη μου σε πήρε αγκαλιά.

Ονειρευόμουν και τις νύχτες

που νανούριζε ο Θεός,

της Ομόνοιας τους αλήτες

κι ήσουν του Μαγιού ανθός.

Ξενυχτούσαμε στη Μάνη

στα χωριά, στο Πανταζί…

Δάκρυα σβήνουν το λιβάνι

κι η ζωή μου πιά δε ζει.

Δεν περνάς με τον αγέρα,

στο κρυφό μας σταυροδρόμι,

να σου πω μια καλημέρα

και σε περιμένω ακόμη.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ό,τι πονάς και λαχταράς»

Ετοιμάζουν χορωδίες τα παιδιά,

συμφωνικές τα ζώα,

θάχουν αξία τα πουλιά –

για μια ζωή ωραία.

Θα κλείσουμε τις φυλακές,

θ’ ανοίξουμε σχολεία,

λίπασμα και χώμα οι ενοχές,

– ν’ ανθίζουνε οι εποχές –

για νάρθουν μεγαλεία.

Ό,τι πονάς και λαχταράς,

ό,τι ποθείς και κάνεις,

γίνονται βάσεις της χαράς

και ομορφιές της Μάνης.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Πατέρας τραγουδάει τη θυγατέρα του»

Κόρη μου γαλάζιο τ’ ουρανού,

της Παναγιάς εικόνα.

Της Μάνης μας η ομορφιά

και του Μυστρά Ανεμώνα.

Τραγούδα θυγατέρα μου,

να φτερουγάν οι νέοι,

να μη ρωτούν βράδυ – πρωί,

γιατί η καρδιά μου κλαίει(;)

Στο πανηγύρι τ’ Άη – Λιά,

προσμένουν να χορέψεις,

να μπουν τ’ αγόρια στη σειρά

κι Αητό σου να μαγέψεις.

Πέρασε όμως τ’ Άη – Λιός,

Σωτήρος, Παναγίας

κι η Γιάτρισσα μου έστειλε…

Τη λάμψη σου, Αγίας…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Πατέρας τραγουδάει το γυιό του»

Γυιέ μου, ξωκλήσι της καρδιάς

και τ’ ουρανού καντήλι.

Ο έρωτας της Άνοιξης,

ποιός ήλιος θ’ ανατείλει(;)

Για να σου στείλω γυιόκα μου,

μέλι, κρασί και δυόσμο

κι ένα τραγούδι αγόρι μου,

από τον ψεύτη κόσμο.

Γυιέ μου, κερί της Παναγιάς

Εσπερινέ της Μάνης,

Γεράκι στον Ταΰγετο,

στον Άδη, πώς θα γειάνεις(;)

Μέσα σε γέρους και σε γριές,

σ’ αρρώστους, στα σκοτάδια,

έλα λεβέντη μου στο φώς,

στης Μάνης μας τα χάδια…

… Κάνε παιδιά κοπάδια, να λάμπουνε τα βράδια,

ν’ αντιλαλούν λαγκάδια…

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Αγαπημένη Λακωνία»

(Ι)

Φτερά μου βάζει η χαρά

Όταν περνώ απ’ τη ΣΠΑΡΤΗ

Γίνομ’ αϊτός στο ΓΥΘΕΙΟ

Και στο ΔΙΡΟ γεράκι

Δε λογαριάζω κεραυνούς

Και δεν φοβάμαι χάρο

Στη ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ στο ΜΥΣΤΡΑ

Στου ΤΑΙΝΑΡΟΥ το φάρο

ΜΟΛΑΟΙ – ΑΡΕΟΠΟΛΗ

ΝΕΑΠΟΛΗ – ΚΟΚΑΛΑ

Στο ΚΟΤΡΩΝΑ στις ΚΡΟΚΕΕΣ

Και ομορφιές στη ΣΚΑΛΑ

Δε λογαριάζω κεραυνούς

Και δεν φοβάμαι χάρο

Στη ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ στο ΜΥΣΤΡΑ

Το ΡΙΤΣΟ έχω φάρο

Στο ΕΛΟΣ και στο ΟΙΤΥΛΟ

ΜΙΝΑ – ΓΕΡΟΛΙΜΕΝΑ

Στο ΦΛΩΜΟΧΩΡΙ ήλιε μου

Πρόσωπ’ αγαπημένα

Δε λογαριάζω κεραυνούς

Και δεν φοβάμαι χάρο

Στη ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ στο ΜΥΣΤΡΑ

ΒΡΕΤΤΑΚΟ έχω φάρο

(ΙΙ)

Σαν πας ΛΙΜΕΝΙ – ΚΥΘΗΡΑ

ΚΟΙΤΑ – ΓΕΡΑΚΙ – ΛΑΓΙΑ

ΚΟΥΝΟ – ΒΛΑΧΙΩΤΗ και ΡΕΙΧΙΑ

Τα χώματα σου άγια

Δε λογαριάζω κεραυνούς

Και δεν φοβάμαι χάρο

Έχω τη Μάνη συντροφιά

Κι όλο το ΛΕΥΚΤΡΟ φάρο

ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ και ΓΕΡΑΚΑΣ

ΒΑΘΕΙΑ κι ΕΛΑΦΟΝΗΣΙ

Του παραδείσου ομορφιές

Είναι στο ΚΥΠΑΡΡΙΣΙ

Δε λογαριάζω κεραυνούς

Και δεν φοβάμαι χάρο

Με ΛΑΚΩΝΙΑ συντροφιά

Και ΑΗ – ΓΙΑΝΝΗ φάρο

ΠΕΤΡΙΝΑ – ΠΟΛΥΑΡΑΒΟ

ΔΑΦΝΙΟ – ΠΟΡΤΟ ΚΑΓΙΟ

ΓΛΥΚΟΒΡΥΣΗ και ΑΣΩΠΟ

Έχεις παντού έναν Άγιο

Δε λογαριάζω κεραυνούς

Και δεν φοβάμαι χάρο

Τη γιάτρισσα έχω συντροφιά

Κι όλη τη Μάνη φάρο

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η αγάπη θέλει…»

(Ι)

Ήλθε απόψε το φεγγάρι

για να πει στο παλικάρι,

μην καρδιοχτυπά.

Την αγάπη να προσέχει,

μέσα στην καρδιά να έχει

κι ας φτεροκοπά.

Η αγάπη θέλει, χάδια και φιλιά,

ένα κονάκι και μια ζεστή αγκαλιά.

Η αγάπη θέλει, βήματα στα ύψη

κι όχι προβλήματα και θλίψη.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Βρήκε όμως ιχνηλάτες

πού ’χαν κυρτωμένες πλάτες

και τους χαιρετά.

Αν θα ιδήτε τον λεβέντη,

της αγάπης τον αφέντη,

να μη λησμονά.

Η αγάπη θέλει, χάδια και φιλιά,

ένα κονάκι και μια ζεστή αγκαλιά.

Η αγάπη θέλει, βήματα στα ύψη

κι όχι προβλήματα και θλίψη.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Με τ’ όνειρο»

(Ι)

Ξύπνησα με τ’ όνειρο, να κλαίω στην αυλή μου.

Πούλησα με τ’ όνειρο, την άχαρη ζωή μου.

Διάβασα με τ’ όνειρο, το μέλλον και την τύχη.

Ύψωσα με τ’ όνειρο, στη μοναξιά μου τείχη.

Δίκασα με τ’ όνειρο, δασκάλους, καλογήρους.

Γνώρισα με τ’ όνειρο, στην πάλη χίλιους γύρους.

Πέταξα με τ’ όνειρο, σ’ όλα τα όνειρά μου.

Μάζεψα με τ’ όνειρο, κομμάτια απ’ τη σπορά μου.

Κινδύνεψα με τ’ όνειρο, σε μακρινά ταξίδια.

Απόλαυσα με τ’ όνειρο, της μοίρας τα παιχνίδια.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Λογάριασα με τ’ όνειρο, κεφάλαια με τόκους.

Απέκλεισα με τ’ όνειρο, τους «γύψους» και τους «στόκους».

Ψιθύρισα με τ’ όνειρο, μύθους και παραμύθια.

Κοιμήθηκα με τ’ όνειρο, με χίλια κουτορνίθια.

Διασκέδασα με τ’ όνειρο, άδοντας σε μπαχτσέδες.

Προσπέρασα με τ’ όνειρο, τις βίλες με τεκέδες.

Ωρίμασα με τ’ όνειρο, σα νέος και σα γέρος.

Απόλαυσα με τ’ όνειρο, Εαρινά και Θέρος.

Δοκίμασα με τ’ όνειρο, να πιάσω τ’ όνειρό μου.

Προτίμησα με τ’ όνειρο, να σβήνω τ’ όνειρό μου.

Δε λύγισα με τ’ όνειρο, να κλάψω τ’ όνειρό μου.

Δε δίστασα με τ’ όνειρο, να χάσω τ’ όνειρό μου.

ΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΡΕΑΣ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Όνειρα(;)»

(Ι)

Ταξιδεύω ως τα βάθη του ονείρου,

μέσ’ στα μήκη και στα πλάτη της Ηπείρου.

Στου Ολύμπου και στου Ταϋγέτου τις κορφές,

σε Θεών και σε δαιμόνων τις περιγραφές.

Τα όνειρα, μη σπαταλάς

και με φειδώ, πρέπει να τα ξοδεύεις.

Τον ύπνο σου, μην ξενυχτάς

και το Μορφέα, άλλο να μην κοροϊδεύεις.

Προχωρώ με τις τρελές πορείες των ονείρων,

τις μάσκες να χλευάσω «παραθύρων»

τους τάδε και τους δήθεν «να μαλώνουν»

με τον Ιούδα και το Μαμμωνά,

να ζευγαρώνουν…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Όνειρα(;)»

(ΙΙ)

Ταξιδεύω στα σκοτάδια των ονείρων,

παγετώνες και ερήμους των ηπείρων.

Ιμαλάϊων και Καυκάσου τις κορφές,

Βούδα, Λάμα κι όλων των Θεών μορφές.

Τα όνειρα, μη σπαταλάς

και με φειδώ, πρέπει να τα ξοδεύεις.

Τον ύπνο σου, μην ξενυχτάς

και το Μορφέα, άλλο να μην κοροϊδεύεις.

Τραγουδώ τις μελωδίες των αγνών ονείρων,

γεμίζω όλα τα κενά των αναπτήρων,

για να ανάβουν οι αδύναμοι «μεράκια»

και νοερώς να διώχνουν,

ατυχίες και φαρμάκια…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Οι τρείς κόρες»(ΑΡΕΟΠΟΛΗ – ΒΑΘΕΙΑ – ΛΑΓΙΑ)

Τρέχω στης Μάνης τη γιορτή,

δυό χείλη να τρυγήσω,

στην αμμουδιά του Κότρωνα

τρείς κόρες να κεντήσω.

Όμορφες σαν την Άνοιξη,

σαν της ψυχής κατάνυξη.

Η πρώτη τραγουδά τον έρωτα,

η δεύτερη μιλά γι’ αγάπη

κι η τρίτη η φαρμακερή

στου χάρου το κιτάπι,

κλείνει του χάρου μάτι,

μήπως και τον τρελάνει

κι άλλο κακό στη γή δεν κάνει.

Παίρνω της Μάνης ομορφιές,

μέσ’ στ’ όνειρο πλαγιάζω,

στου Ταϋγέτου τις κορφές

τρείς κόρες αγκαλιάζω.

Όμορφες σαν την Άνοιξη

σαν της ψυχής κατάνυξη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Απληστία»

(Ι)

Τα χρόνια πέρασαν,

ήλθανε άλλα,

πέρασαν άλλα, πέρασαν άλλα

και πολλά άλλα ξαναπέρασαν,

ξαναπερνούν, προσπερνούν, ξαναπερνούν

και θα περάσουν κι άλλα κι άλλα,

η ζωή(;) στο μηδέν…

Τα πλούτη αβγάτισαν,

συνεχώς αβγαταίνουν, αβγαταίνουν για λίγους,

η χλιδή(;) περισσεύει…

Παιδιά όμως, κρυώνουν,

γεροντάκια, πεινούν,

μανάδες, στα μαύρα θρηνούν.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Οι τάφοι γεμίζουν μ’ αθώους,

με νιάτα, που δεν γνώρισαν

την Π α ν σ έ λ η ν ο,

που δεν έπαιξαν με τον έρωτα,

που δεν ονειρεύτηκαν,

που δε χόρτασαν τον ήλιο…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Παράνοια στις κινήσεις

και στις βουλές των προσωρινών, Μεγάλων…

Προσπερνούν τους αδύναμους,

αδικούν τους ανήμπορους και τους πονεμένους.

Τρέχουν, τρέχουν,

αχόρταγα κτήνη,

για να γκρεμίσουν φαμίλιες,

ευτυχισμένες αυλές,

παιδικές χαρές όλο ζωντάνια

και χαμόσπιτα που ευωδιάζουν…

Βιάζουν, καίνε, λεηλατούν,

για συγκομιδή λαφύρων,

για ύλη εφήμερη και υλικά αγαθά, άχρηστα.

Για προσφορά στο τζόγο,

για σπατάλες, χωρίς λόγο

και για τις πολυτελείς, ακριβοπληρωμένες

εξόδιες ακολουθίες των…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Όμως το τέρμα της ζωής,

για όλους είναι το ίδιο,

η ίδια ακριβώς πράξη.

Δημοκρατικότερος όλων,

ο χάροντας….

Δε γνωρίζει, από ρουσφέτια,

από διαπλοκές, από υπερτιμολογήσεις,

από μέσα, από, από, από…

Δε χαρίζεται σε κανέναν,

σε βασιλιά ή στρατιώτη,

σε πρωθυπουργό ή αγρότη,

σε επίσκοπο ή παπά,

σε βιομήχανο ή εργάτη…

Σε άνδρα ή γυναίκα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θα σου…»

Θα σου ψιθυρίσω με μια κιθάρα,

τώρα που τελειώνει

του καημού μας η μέρα

και πλαγιάζει ο ήλιος…

Θα σου ζωγραφίσω με ηχοχρώματα,

τώρα που ματώνει

τ’ ουρανού μας η άκρη

κι ωριμάζει η ζωή μας…

Θα σου ιστορίσω για κατορθώματα,

τώρα που μικραίνει

των ονείρων το ύψος

κι έρχεται λήθη για όλα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Παίρνω»

(Ι)

Παίρνω της νύχτας τα καρφιά

κι ανοίγω ένα πηγάδι.

Μύρο να πίνουν τα πουλιά

απ’ του Θεού την αγκαλιά

κι απο της γής το χάδι.

Παίρνω της Άνοιξης ανθούς

και φτιάχνω ένα γεφύρι.

Δρόμο να έχουν οι φτωχοί,

άτυχοι και αμαρτωλοί,

στης γης το τρεχαντήρι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Παίρνω της μάνας την ευχή

και μιάς αγάπης δάκρυ.

Να κλείσουν όλες οι πληγές,

για να δροσίζουνε πηγές,

σ’ όλης της γής τα μάκρη.

Παίρνω απο τα στάχυα τον καρπό

κι απ’ τα λουλούδια γύρη.

Με τα στεφάνια της ελιάς

και τους χυμούς μιάς κοπελιάς,

στης γης το πανηγύρι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Παίρνω τη δύναμη αετών,

γι’ άφτερους πληγωμένους.

Για να πετάξουμε μακριά,

με το μερίδιο απ’ τη χαρά,

στης γης τους ξεχασμένους.

Παίρνω το αίμα της καρδιάς,

ποτίζω τα τραγούδια.

Τα στέλνω στα μικρά παιδιά,

σ’ όλου του κόσμου τα ορφανά,

στης γης τα Αγγελούδια.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Τη φύση καταργούμε»

Ό,τι ωραίο στη ζωή,

το λένε αμαρτία,

τον έρωτα, το φαγητό

και την οινοποσία.

Γονατιστές, λιβάνι,

ξορκίστε το ντουμάνι,

με λειτουργιές, ματζούνια,

να φύγουν τα μαμούνια.

Ό,τι μας δώρησ’ ο Θεός,

αντί να το χαρούμε,

το βλέπουμε σαν μίασμα,

τη φύση καταργούμε.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Οι δυό φίλοι»

Έλα να πιούμε μια ρακή,

να πούμε και δυό λόγια,

τα όνειρα για τη ζωή,

στου νού μας τα ρολόγια.

Έλα στου κόσμου τον τεκέ

να ονειρευτούμε οι δυό μας,

με της ψυχής τον αμανέ,

να πούμε τον καημό μας.

Έλα στης γής το μαγαζί,

να στρίψουμε τσιγάρο,

μιά ζεϊμπεκιά, οι δυό μαζί,

παραγγελιά στο χάρο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ξενιτιά»

(Ι)

Η ξενιτιά είναι φωτιά,

είναι πικρή, είναι φαρμάκι…

Η ξενιτιά είναι σκληρή,

σαν στοιχειωμένος βράχος.

Είσαι μακριά, από φίλους, συγγενείς

και ζείς μονάχος.

Σε ποιούς να πείς μιά καλημέρα,

σε ποιόν να πείς δυό λόγια τρυφερά;

Στα ξένα είν’ ατέλειωτη η μέρα

και δεν υπάρχει, αφορμή για τη χαρά.

… Μα και στην αγαπημένη σου

Ελλάδα αν καθίσεις,

το γάλα και το αίμα,

της μανούλας σου θα φτύσεις…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ξενιτιά»

(ΙΙ)

Η ξενιτιά (;) Είν’ ασυγκίνητη,

δεν ξέρει, από έργα κι από λόγια.

Έτσι παραμένει, εντελώς ακίνητη,

μα, ξεκουρδίζει των εσταυρωμένων

τα ρολόγια.

Η ξενιτιά (;) Διπλός καημός,

ψάχνεις να βρείς, πού έχει φώς (;)

Και βρίσκεις, δάκρυα και ροζιασμένα χέρια.

Τις σάρκες να ξεσκίζουνε, οι θύμησες, οι έρωτες,

της απονιάς τα κοφτερά μαχαίρια.

Η ξενιτιά (;) Όλους μας μίσησε,

δεν μας λογάριασε καθόλου.

Τα πιό ωραία χρόνια μας, τα λήστεψε

και μας οδήγησε στα χνάρια

του διαβόλου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θέλω μια νύχτα»

Θέλω μια νύχτα να σ’ ονειρευτώ,

σ’ ακρογιαλιές, σε παραδείσους…

Να μην τελειώνει τ’ όνειρο,

να μην τελειώσ’ η νύχτα.

Μέσ’ στο γλυκό χαμόγελο

και στου κορμιού τη γλύκα.

Πάντα να ζω στο όνειρο,

για πάντα μέσ’ στη νύχτα.

Θέλω μια νύχτα να σ’ ονειρευτώ,

σ’ ακρογιαλιές, σε παραδείσους…

Θέλω μια νύχτα…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Καημοί και αδικίες»

Στην ταβέρνα χθες το βράδυ,

σμίξανε καημοί και αδικίες.

Έδωσαν στη νύχτα το στερνό της χάδι,

κέρασαν ρετσίνα το σκοτάδι

κι έκαναν καντάδες, στου νου τις συνοικίες.

Ξύπνησαν βάσανα, πόθοι κι όνειρα,

σιγοτραγούδησαν κρυμμένοι έρωτες

και της αυγής οι νυσταγμένοι.

Μίλησαν άφωνοι, θαμμένοι άρχοντες,

γλυκοφτερούγισαν οι μόνοι κι έρημοι

και της ζωής οι σταυρωμένοι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Να μην τελειώσ’ η νύχτα»

Τα μαγεμένα βράδια,

στις ακροθαλασσιές,

όλο φιλιά και χάδια

και χίλιες αγκαλιές.

Ονειρεμένες νύχτες,

στην άμμο, στα βραχάκια,

διώχνουν οι λεπτοδείχτες,

της μέρας τα φαρμάκια.

Και χτίζουν τα γλαρόνια

σ’ ερωτικές φωλιές,

τ’ ανέμελά τους χρόνια,

γι’ αγόρια, κοπελιές.

Να μην τελειώσ’ η νύχτα,

ν’ αργήσει το πρωί,

τ’ Αυγούστου η ορχήστρα,

να φέρει, Κυριακή.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η Ζωή και τα όνειρά μας»

(Ι)

Μιά κάμαρη σου φτιάχνω με αγιόκλημα

με κατιφέδες στην αυλή, στο λιακωτό σου,

θα στρώνω τις στιγμές σου με τριαντάφυλλα,

θα ζωγραφίζω με φιλιά το όνειρό σου.

Μιά όαση σου φτιάχνω με αετόφτερα,

θα κελαηδούν αηδόνια στο προσκέφαλό σου,

οι Μούσες θα χορεύουν με τ’ απόβραδα,

παιδιά θα νανουρίζουν τ’ όνειρό σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Μια θάλασσα σου φτιάχνω με ανθόνερα,

μ’ ένα νησάκι από γιούσερ και μαργαριτάρια,

θα κολυμπάνε οι χαρές σου με τα όνειρα

και οι γοργόνες θα δικάζουν της ζωής τα συναξάρια.

Μία σπηλιά ζεστή με διαμαντόπετρες,

θα είναι η αιώνια φυλακή μας,

προσκέφαλο γλυκό οι αναμνήσεις μας

και μι’ ανθισμένη μέρα του Μαγιού,

θα βρει το τέλος…

τ’ όνειρό μας

κι η Ζωή μας…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Θέλω να μείνω στ’ όνειρό μου»

Είδα την πρώτη αγάπη μου,

χθες βράδυ στ’ όνειρό μου.

Στα μάτια είχε θάλασσες

κι από χρυσάφι τα μαλλιά.

Τα χείλη της, θυμίζανε

από ηφαίστειο λάβες

και το κορμί της,

έβγαζε φλόγες και ομορφιά.

Θέλω να μείνω στ’ όνειρό μου,

να μην ξυπνήσω το πρωί.

Θέλω να ζήσω στ’ όνειρό μου,

αυτό που μου ’κλεψε η ζωή.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Η ζωή είναι σαν όνειρο»

Η ζωή είναι σαν όνειρο,

έρχεται και φεύγει βιαστικά,

σου σκάει ένα γλυκό χαμόγελο

και σ’ ανεμίζει το μαντήλι, οριστικά.

Η ζωή είναι σαν όνειρο,

έως ότου γνωριστείτε, θα χαθείς,

να η αυγή, να και τ’ απόβραδο

και στον αιώνιο ύπνο, θ’ αφεθείς.

Η ζωή είναι σαν όνειρο,

τρέχει, δεν λογαριάζει τον καιρό,

το γλυκοχάραμα, σου γνέφει με χαμόγελο,

και το ηλιοβασίλεμα, σου φτιάχνει το σταυρό.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το βλέμμα της φόνισσας»

Ένα βράδυ Χειμωνιάτικο

με πανωφόρι το χιονιά,

το κράταγες Μανιάτικο,

πώς να δικάσεις το φονιά (;)

Το βλέμμα της Σωτήραινας,

στο λιακωτό του κόσμου,

χαμόγελο μιάς ύαινας

και χάθηκε το φώς μου.

Ένα χάδι Ανοιξιάτικο

χαροκαμένο μου παιδί,

στεφάνι μου Μαγιάτικο,

ποιός στα σκοτάδια να σε ιδεί (;)

Το βλέμμα της Σωτήραινας,

στο λιακωτό του κόσμου,

χαμόγελο μιάς ύαινας

και χάθηκε το φώς μου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μίση και πάθη»

(Ι)

Του κόλησαν την ρετσινιά,

κάτι παλιόπαιδα,

του κάρφωσαν δυό μαχαιριές,

πισώπλατα.

Δε νοιάστηκαν οι συγγενείς,

ούτε κι οι φίλοι του,

για να του βρέξουνε λίγο νερό,

στα χείλη του.

Η μάνα του, μονάχη αλυχτά,

πάνω στα αίματα

και οι κατάρες της αντιλαλούν,

σ’ όλα τα ρέματα.

Κι ένα κορίτσι, κρυφά παρακαλεί,

να μην πεθάνει,

η πρώτη αγάπη της…

και φουρκιστεί *

κι αυτή στη Μάνη…

*Αυτοκτονήσει, με θηλειά στο λαιμό της

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μίση και πάθη»

(ΙΙ)

Γεννήθηκε αρχόντισσα,

όμορφη σαν την Άνοιξη,

γεμάτη ανθούς.

Βαφτίστηκε βασίλισσα,

κάνοντας τις «άσχημες»

να βγάζουνε αφρούς…

Όλους τους γαμπρούς απ’ το παζάρι,

νόμιζαν, η Δημητρούλα θα τους πάρει.

Είχανε βαριά φαρμακωθεί

και στην κακία όλες αφεθεί…

Παντού την ρουφιανεύανε,

τάχα, την προστατεύανε…

Μ’ αυτή, απ’ όπου κι αν περνούσε,

όλους τους άντρες συγκινούσε…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

… Ζούσε με την αδελφή της,

είχανε κοιμηθεί οι γονείς της.

Ήταν απροστάτευτη από άντρα

κι οι άναντροι, πηδήξανε τη μάντρα.

Την αρπάξανε οι λύκοι και τα χιταριά

θάτανε, καμία τριανταριά…

Στα μπουντρούμια τ’ Αη – Νικόλα,

της κάναν τα μαρτύρια όλα…

Με την σειρά τη βιάζανε,

μερόνυχτα την κουρελιάζανε…

Είχαν κάνει την καρδιά της χώμα,

μα την βασανίζανε ακόμα…

Είχαν κάνει λυώμα το κορμί της,

κάθε λεπτό, σταυρώναν την ψυχή της…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

… Σκοτώστε με,

εκλιπαρούσε,

σκοτώστε με, σκοτώστε με,

τους δήμιους παρακαλούσε…

… Μα η Δημητρούλα,

η Αγία,

πιά δεν ζούσε…

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Σημείωση: Είναι πραγματική ιστορία. Ολόκληρο το ποίημα είναι εβδομήντα σελίδες. Επειδή αναφέρεται σε πρόσωπα, που είναι στη ζωή (δυστυχώς), δεν θα το δημοσιεύσω ακόμη.

Τ.Λ

«Ο εμφύλιος στη Μάνη»

(Ι)

Προχθές, το Σαββατόβραδο

ρίχναν στη Μάνη τουφεκιές,

οι σφαίρες απ’ το Οίτυλο,

ως της Λαγκάδας τις συκιές. ή (στροφές)

Χτυπάει ο Γιάγκος την καμπάνα,

τρέχει η χαροκαμένη μάνα:

«Μην είδατε γειτόνοι το Γιωργή (;)

Δε θέλω και τον τέταρτο,

να μου τον φάει η γή.

Το Χρήστο μου, τον κάψανε,

τον Άρη μου, τον μαχαιρώσαν,

το Στέλιο μου, τουφέκισαν

σε λάκκο με ασβέστη τον εχώσαν».

«Μην είδατε μανάδες, το στερνό μου το παιδί (;)

Για ’θα καώ η δύστυχη, μέρα να μη με ιδεί»

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Και με τον πόνο της καμπάνας,

περνούν χίλιες σκηνές, απ’ το μυαλό της μάνας.

… Όλοι γυρνούν δαιμονισμένοι,

στο αίμα είναι βουτηγμένοι.

Πως αγαπάνε, λένε, την Ελλάδα

και μαχαιρώνονται αράδα.

… Ώσπου να βασιλέψει ο ήλιος,

πρέπει να θάψει, άλλους εφτά ο παπά – Σπήλιος

… Ξεκλήρισαν από «παιδιά*» οι φαμελιές

κι έμειναν, μαυροντυμένες κοπελιές.

… Της Παναγιάς, μεθ’ αύριο,

θε ’να σβηστεί ο ήλιος,

μη τύχει και ξυπνήσουνε

και σταματήσει ο εμφύλιος.

… Θυμάται η δόλια μάνα,

ξανά θυμάται,

για χρόνια τώρα,

δεν κοιμάται…

*Έτσι αποκαλούν τα αγόρια

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(III)

Χθές, το Δεκαπενταύγουστο

ρίχναν στη Μάνη τουφεκιές,

το Γιωργή με τη Μαριώ παντρεύουνε

κι έχουνε στα χωριά γιορτές.

Τρέχει ευτυχισμένη η μάνα,

τραγουδάει μαζί με την καμπάνα:

«Ελάτε γειτόνοι, χωριανοί,

άλλο κακό να μη μας βρεί.

Παντρεύω απόψε το Γιωργή μου,

όλοι να γλεντήστε στην αυλή μου.

Θα κάμω κόρη, τη Μαριώ του Γιάννη,

ντύθηκε στα γιορτινά η Μάνη.

Τέλος μίση, πάθη και βεντέτες διχασμού,

τέρμα οι φόβοι κι οι αγρύπνιες…

Απόψε σας μελώνω δίπλες,

για να φάτε του σκασμού».

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(IV)

… Πιο φωτεινός,

βγαίνει από χθές ο ήλιος,

γιατί στη Μάνη,

θάφτηκε ο εμφύλιος…

Σημείωση: Η συλλογή μου «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΣΤΗ ΜΑΝΗ» είναι μια σειρά από ογδόντα ποιήματα. Δεν έχουν δημοσιευτεί έως τη στιγμή αυτή επειδή αναφέρονται σε πραγματικά γεγονότα, σε οικογένειες και σε γνωστά πρόσωπα.

Ίσως, εκδοθούν μελλοντικά.

Τ.Λ

Υ.Γ :Σ’ αυτούς τους στίχους, χρησιμοποιώ έναν ιδιαίτερο τρόπο έκφρασης, λεξιλογίου, που χρησιμοποιούν στο χωριό μου και γενικά στην πατρίδα μου Μάνη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Χάθηκα»

Κλείστηκα στη Βάθεια σ’ έναν πύργο

κι έμαθα του έρωτα τον τρύγο,

χάθηκα, μέσ’ στις ομορφιές,

μέσα στο χρόνο, χάθηκα.

Του Ταίναρου ο ουρανός,

πιό φωτεινός, πιο γαλανός,

σ’ ανοίγει φυλλοκάρδια.

Στου Κότρωνα την αγκαλιά

κι από της Λάγιας τα φιλιά,

ονειρεμένα βράδια…

Στης Μάνης μας τα χάδια…

Γεύτηκα το άρωμα της Μάνης,

σ’ ό,τι αγγίζω, σ’ ό,τι πιάνεις,

γνώρισα τις γλυκολαλιές

και τις αγάπες γνώρισα.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στα βράχια»

Για τη χαρά ξεκίνησα

κι αντάμωσα τη λύπη.

Τη φύση δεν εκτίμησα,

μόνιασα με τη γρίπη.

Στα βράχια στις ξερολιθιές,

με της ματιάς τις μπαλοθιές,

διχάστηκε ο φθόνος.

Στ’ ακρώρια και στα γαλανά,

στους λόγκους και στο πουθενά,

περίσεψε ο πόνος.

Με τη χαρά βρεθήκαμε

και θάψαμε τη λύπη.

Τη φύσημας γευθήκαμε

κι αρρώστησε η γρίπη.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Γοργόνα απ’ το Πόρτο – Κάγιο»

Στη Βάθεια σε βαφτίσανε,

σου ’δώσαν τα προικιά σου,

μέσα σε πύργο κλείσανε

τη νιότη, τ’ άρωμά σου.

Γοργόνα απ’ το Πόρτο – Κάγιο,

έχεις φύλακά σου Άγιο,

που σου χτίζει και τα χρόνια,

με της Μάνης τα κοτρώνια.

Στο Ταίναρο σ’ αντάμωσαν,

να πλέκεις τα μαλλιά σου

και στην καρδιά σε λάβωσαν,

να πάρουν τα φιλιά σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Όρμησες στα βαθιά»

Σε μαγεμένα ακρογιάλια

και στου κορμιού φωτιές,

ανοίγουν τα κανάλια

του έρωτα οι ματιές.

Σε ανθισμένα μονοπάτια

των αετών φτερά,

ανοίγουν σκαλοπάτια

στου πόθου τη χαρά.

Σε φλογισμένα πρωτοβρόχια

με της ψυχής σπαθιά,

κομμάτιασες τα βρόχια

κι όρμησες στα βαθιά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μια πληγή»

Τη μέρα και τη νύχτα,

σε σχόλη, σε γιορτή,

στη Βάθεια και στην Κοίτα,

πετούσες σαν πουλί.

Έψαχνες και ρωτούσες

στις ρούγες, στα στενά,

αυτή που αγαπούσες,

αν είδαν πουθενά.

Σ’ όλη τη Μάνη τρέχει,

απ’ το βράδυ ως την αυγή

και λογισμό δεν έχει,

την τρώει μια πληγή.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Δάνεισες τα κλειδιά σου»

Στη λεωφόρο με τα φώτα

Και στη μικρή νησίδα,

Εκεί σε πρωτοείδα

Και μ’ άνοιξες την πόρτα,

Να μπώ στα εσώψυχά σου,

Στην άδεια κάμαρά σου.

Δεν είμαι σαν και πρώτα

Χαθήκανε τα φώτα,

Πέταξε κι η νησίδα

Και δεν σε ξαναείδα.

Δάνεισες τα κλειδιά σου,

Κλείδωσαν την καρδιά σου.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Το κύμα»

Έρχεται ένα κύμα και ρωτά

κι όλο με γλυκοχαιρετά:

«Μην είδες τη γοργόνα;»

Να του μιλήσω δεν μπορώ,

γιατί κι εγώ την αγαπώ,

χρόνια στον Πλαταμώνα.

Φεύγει το κύμα ένα πρωί,

τραβάει για την ανατολή

μήπως την συναντήσει.

Φθάνει στην ακροθαλασσιά,

με του έρωτα τη φορεσιά,

μαζί της για να ζήσει.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Στης Μάνης τα σκαλιά»

Ήλθες στο Γέρο – Λιμένα,

βράδια μου ονειρεμένα,

μέσ’ στα κύματα του νού.

Άνοιξες και τα φτερά σου,

στα σοκάκια της καρδιάς σου,

μέσ’ στο χρώμα τ’ ουρανού.

Ήλθες πάνω στην αιώρα,

με του έρωτα τη μπόρα

στο Σκουτάρι με φιλιά.

Ο Ταΰγετος σου γνέφει

και με ομορφιές σε τρέφει,

μέσ’ στης Μάνης τα σκαλιά.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Ταξίδι στη Μάνη»

Το ταξίδι στο Ταίναρο,

μιά επίσκεψη στον Παράδεισο,

απ’ την πύλη του Άδη.

Το ταξίδι στην Μάνη μας,

χαμόγελο στο σκοτάδι μας,

ομορφιάς θείο χάδι.

Το ταξίδι μας στον Ταΰγετο,

πανσέληνος μέσ’ στον Αύγουστο,

ερωτευμένων καυτό βράδυ.

… Τα ταξίδια μας, μέσα στα όνειρα,

στην Αρεόπολη, στη Λάγια,

στο Γύθειο, στο Πόρτο – Κάγιο,

στον Κότρωνα…

Στην έξω και στη Μέσα Μάνη….

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

«Μάνη αγαπημένη»

(Ι)

Φτερά μου βάζει η χαρά,

όταν περνώ στη Μάνη,

γίνομ’ αητός στον Αλμυρό

και στις Κιτριές, γεράνι.

Δε λογαριάζω κεραυνούς

και δε φοβάμαι χάρο,

Βέργα, Μαντίνειες και Δολούς

κι όλη τη Μάνη, φάρο.

Βαρούσι και Προσήλιο,

Κάμπος και Καρδαμύλη,

Τσέρια, Προάστιο, Γαϊτσιές,

η Μάνη (;) Είναι στολίδι.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙ)

Δε λογαριάζω κεραυνούς

και δε φοβάμαι χάρο,

Ξωχώρι, Σωτηριάνικα

κι Άγιο – Νικόλα, φάρο.

Σαν πας Νιοχώρι και Μηλιά,

στην Πλάτσα, στη Σαϊδόνα,

Άγιο – Δημήτρη και Πηγή,

θα φτάσεις, τον αιώνα.

Δε λογαριάζω κεραυνούς

και δε φοβάμαι χάρο,

με την Καστάνια συντροφιά

και με τον Πύργο, φάρο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

(ΙΙΙ)

Σε Ίσνα, Πιάλα, Αράχωβα

και Ρίγκλια, το χωριό μου,

Σβίνα, Τραχήλα, Νομιτσί,

κοιμούνται στ’ όνειρό μου.

Δε λογαριάζω κεραυνούς

και δε φοβάμαι χάρο,

Πολιάνα και Χοτάσια

κι όλη τη Μάνη, φάρο.

Σαν πας Λιμένι, Οίτυλο,

Τσίπα, Καραβοστάσι,

Λαγκάδα και Κουτήφαρι,

Θεέ μου! Τι έχεις φτειάσει (;)

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

V)

Δε λογαριάζω κεραυνούς

και δε φοβάμαι χάρο,

έχω τη Στούπα συντροφιά

κι όλο το Λεύκτρο φάρο.

Έχω το Λεύκτρο συντροφιά

κι όλη τη Μάνη, φάρο,

δε λογαριάζω κεραυνούς

και δε φοβάμαι, χάρο.

ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ

«ΝΕΑΝΕΣ»

Όταν βραδιάζει η ζωή

Αν ξημερώσει Πασχαλιά

κι ανθίζουνε οι μνήμες,

θα σου χαρίσω με φιλιά

και μια ατέλειωτη αγκαλιά

τις ώρες και τους μήνες.

Τους χρόνους να κερδίσεις,

τα μάγια σου να λύσεις.

Φτερά θα δώσεις στα πουλιά

αν ξημερώσει Πασχαλιά.

 

 

 

Όταν βραδιάζει η ζωή

και μαραθούν τα χρόνια,

σου ’χω κρατήσει μιαν ευχή

να κάνεις μια καινούρια αρχή

μ’ αρώματα αιώνια.

Μη μου γιατρέψεις τις πληγές,

μόνο μου άφησε στο χθες.

Θα περιμένω μιαν αυγή

όταν βραδιάζει η ζωή.

Για την αγάπη μου

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου,

τον ήλιο θα στολίσω

και με τους χτύπους της καρδιάς,

παλάτι θα σου χτίσω.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου,

καράβια θ’ αρματώσω

και στης ψυχής τα πέλαγα,

αστέρια θα σου στρώσω.

 

 

 

Αν μ’αγαπάς αγάπη μου,

θα βάλω τα γλαρόνια

να ζωγραφίζουν τη μορφή

και τη ματιά σου αιώνια.

Στη Πεπαντή

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα πάρω τα κοχύλια,

πύργο να χτίσω στο γιαλό

με χίλια παραθύρια.

 

 

 

Αν μ’αγαπάς αγάπη μου

θα φέρω τις γοργόνες,

να σου χτενίζουν τα μαλλιά

να σου φορούν κορόνες.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα βάλω τα καλά μου,

στη Πεπαντή να ενωθώ

με σένα ομορφιά μου.

Οι ομορφιές

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα στρώσω με διαμάντια,

όλους τους δρόμους της καρδιάς

με γιούσερ και μπριλάντια

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

με τους Θεούς μαζί μου,

ολημερίς θα εξυμνώ

την ομορφιά ψυχή μου.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα σταματώ τους μήνες,

μη μου γεράσεις σταυραητέ

και ξεθωριάσουν μνήμες.

Κακίες μην ακούς

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα κλέψω ουρανούς,

τα βράδια να σε ντύνω

μ’ άστρα κι Αυγερινούς.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα πάρω παραγιούς,

να σου μετρούν αστέρι μου

της γης τους θησαυρούς.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα βάλω τους αητούς,

να σε πηγαίνουν στα ψηλά

κακίες άλλες μην ακούς.

Ο ίσκιος σου θα γίνω

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

κάστρο ψηλό θα γίνω,

να σε φυλάω από εχθρούς

τους φόβους σου να σβήνω.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

θα γίνω ο αητός σου,

ψηλά με σένα θα πετώ

να πλέκω τ’ όνειρό σου.

 

 

 

Αν μ’ αγαπάς αγάπη μου

ο ίσκιος σου θα γίνω,

θα μπω στα φυλλοκάρδια σου

για πάντα εκεί θα μείνω.