Κοριτσάκι μου στη Μάνη

Κοριτσάκι μου στη Μάνη,

με το Ταίναρο γιορντάνι

και κορδέλα το Διρό.

Αρεόπολη, Λιμένι,

η αγάπη περιμένει,

να τελειώστε το χορό.

Κοριτσάκι η βεντέτα,

είν’ του χάρου τα κουφέτα,

μοιρολόγια και λυγμούς.

Η ζωή μας προχωράει

και το μίσος σ’ αίμα πάει,

στων ανθρώπων τους σεισμούς.

Κοριτσάκι μου στο Πήλιο

Κοριτσάκι μου στο Πήλιο,

με ταξιδευτή τον ήλιο,

στείλε μου ερωτανθούς.

Ομορφιές στην φεγγαράδα,

κάλλη απ’ την Τσαγκαράδα

και το γέλιο απ’ τους Θεούς.

Κοριτσάκι μου στο Βόλο,

ρίξε άγκυρα στο μώλο,

για να βρείς δυό μυστικά.

Το ’να θα σου πεί γιά τύχη,

τ’ άλλο θα μιλά για λήθη,

τ’ έρωτα τ’ αφεντικά.

Κοριτσάκι μου στη Σπάρτη

Κοριτσάκι μου στη Σπάρτη,

στης καρδούλας σου τ’ αδράχτι,

λάμπει φως και ουρανός.

Στη Νεάπολη με τράτα,

θα σε πάρω απο τη στράτα,

να σημάνει εσπερινός.

Κοριτσάκι με κοχύλια,

στο Μυστρά χίλια μαντήλια,

να σου πλέξω φορεσιά.

Θα κεντήσω το Τσιρίγο

και του έρωτα τον τρύγο,

κάστρα απ’ τη Μονεμβασιά.

Κοριτσάκι μου στη Δράμα

Κοριτσάκι μου στη Δράμα,

στο Νησάκι στέλνω γράμμα,

φλόγες, στάχτες της καρδιάς.

Αν δεν μ’ αγαπάς θα κάψει,

τα χειλάκια σου θα βάψει,

με το αίμα της φωτιάς.

Κοριτσάκι στο Δοξάτο,

με φλουρί Κωνσταντινάτο,

στου Αγγίτη τις πηγές.

Γράψε μου κρυφά δυό λόγια,

να αλλάξω τα ρολόγια,

να γιατρέψω τις πληγές.

Κοριτσάκι μου στην Κρήτη

Κοριτσάκι μου στην Κρήτη,

με τον χρόνο τον αλήτη,

λιώνεις και καρδιοχτυπάς.

Μαντινάδες θα σου πέμψω

και τα δάκρυα θα μαζέψω,

στο Καστέλι που σκορπάς.

Κοριτσάκι μου με τ’ άσπρα,

μην κρυφομετράς τα άστρα,

χάνεις πάντα τον καιρό.

Σαν τ’ Απρίλη τα λουλούδια,

σαν του γάμου τα τραγούδια,

σαν της νιότης το χορό.

Κοριτσάκι μου στην Πύλο

Κοριτσάκι μου στην Πύλο,

περιστέρια θα σου στείλω,

με τραγούδι ερωτικό.

Μιά καρδούλα κρυφολιώνει,

ν’ ακουσθεί απ’ τη Μεθώνη,

Ταίναρο και Λυβικό.

Στα ταξίδια της βροχής,

στις σκέψεις νου και προσευχής.

Φάροι σου δείχνουνε το δρόμο,

κορίτσι μου, μη φοβηθείς ποτέ στον κόσμο.

Κοριτσάκι στην Κορώνη,

μη κι «ο μπάρμπας σου» κρυώνει,

δεν σ’ αφήνει στη φωτιά(;)

Να μου στείλεις δυό φλογίτσες,

του μυαλού κρυφ’ αγκαλίτσες,

σε βαρκούλα με κουπιά.

Μάθημα 6ο

(Ι)

Ο κόκορας μέσ’ στο κοτέτσι,

ήταν ο μάγκας και ο έτσι.

Πάντα αυστηρός με τις κότες

και σπιρούνια φορούσε στις μπότες.

Έδινε σύνθημα για να φάνε,

άδεια πότε και πως θα μιλάνε.

Ώρα για ύπνο και εγερτήριο…

Οι κοτούλες περνούσαν, μαρτύριο.

(ΙΙ)

Καθόλου πιστός, αδιόρθωτος,

στην κυρά του…

Με υπονοούμενα κουνούσε, πονηρά,

τα λειριά του.

Δεν ήταν και πιστός,

στο δικό του χαρέμι…

Την κοτούλα ποθούσε,

στη ματιά του, να τρέμει…

Πιστεύω του(;) Εξουσίας αδιαλλαξία,

η ηθική, γι’ αυτόν(;) Καμιά δεν έχει αξία…

(ΙΙΙ)

Δεν άργησ’ όμως για πολύ,

η πληρωμή να έλθει…

Έτσι τα φέρν’ η ζωή,

σ’ όποιον, φαύλα της ’φέρθει.

Ένα γεράκι από ψηλά,

τον έβαλε σημάδι…

Μεζέ τον κάνει στη φωλιά,

γλεντούν όλο το βράδυ.

Γειτόνισσες και γείτονες,

γεράκια, γερακίνες,

στις ρούγες θέμα επίκαιρο,

για πέντε, έξη μήνες…

Πάει η μαγκιά του κόκορα,

πάει το αντριλίκι,

οι κότες ησυχάσανε,

τό ’ριξαν στο τσικρίκι…

Μάθημα 5ο

(Ι)

ΕΓΩ! Είμαι ο παπαγάλος,

έχω ομορφιά,

έχω δύναμη,

μακροζωΐα έχω…

Άλλο πιά, δεν σας αντέχω.

Εσείς ξέρετε, να ψευτοκελαϊδάτε,

σαν κι εμένα όμως, δεν μιλάτε…

Ό,τι κι αν μου πούνε,

αμέσως το επαναλαμβάνω,

Ελληνικά, Γαλλικ’ Αγγλικά,

Κινέζικα και κάτι παραπάνω…

(ΙΙ)

ΕΓΩ! Θα…

ΕΓΩ! Θα…

ΕΓΩ! Θα…

Με το εγώ και με το θα,

μας ζάλησες, παπαγαλοπαραμυθά…

Στις συγκεντρώσεις

και στις λειτουργίες,

στις διαδηλώσεις

και στις απεργίες.

Θα ’ναι η αφεντιά μου, ο μπροστάρης

και ο πανταχού παρών.

Θα ’μαι στη φύση ο καβαλάρης,

απαλλαγμένος υποχρεώσεων

και βαρών…

 

(ΙΙΙ)

Απ’ της βουλής τα έδρανα,

ΕΓΩ! Θα αγορεύω,

την είσοδο σε όλους σας,

ΕΓΩ! Θ’ απαγορεύω…

Παπαγάλε εγωϊστή,

καβάλησες καλάμι,

αλλά μυαλό βρε άμυαλε,

δεν έχεις ούτε δράμι…

Μέσ’ στην παγίδα έπεσε,

του λ α θ ρ ο κ υ ν η γ ο ύ

και το κλουβί, του έσβησε,

τη νόθα λάμψη,

του α ρ χ η γ ο ύ

Μάθημα 4ο

(Ι)

Μιά μπάλ’ απ’ αγκάθια

κυλούσαν στους λόγκους,

δυό αλεπούδες.

Και ματωμένες είχαν,

τις ιδρωμένες μουσούδες…

Στο νερόλακο της ραχούλας,

ρίχνουν την μπάλα

και προβάλουν απ’ τ’ αγκάθια,

δυό μάτια μεγάλα…

 

(ΙΙ)

Του σκαντζόχοιρου είναι,

του χαμού του η αγωνία…

Για καλή του όμως τύχη,

γεωργός καβαλάρης,

με σκυλιά συνοδεία.

Οι αλεπούδες τρεχάλα

να κρυφτούν απ’ τους σκύλους

κι ο σκαντζόχοιρος βγαίνει,

τινάζει τ’ αγκάθια,

χαιρετάει τους φίλους…

 

(ΙΙΙ)

Στο άλογο επάνω,

τον βάζει ο Κυρ – Μήτσος,

κάπου σίγουρα να τον πάει…

Κι ο σκαντζόχοιρος καβαλάρης,

ατενίζει με ύφος.

Έγινα ψηλός,

καλπάζω,

υπερήφανος τρέχω,

ανάγκη σκουλήκια,

κανέναν δεν έχω…

V)

Σε απότομη κλίση του δρόμου,

σ’ ένα αφήνιασμα του αλόγου…

Ο σκαντζόχοιρος βρέθηκε

στου γκρεμού και στου λόγκου,

τα κλαδιά κρεμασμένος…

Είχε πιστέψει ο δόλιος,

άλογο ήταν, περήφανο

κι όχι σκαντζόχοιρος, ταπεινός

και γι’ άλλα ήταν πλασμένος…

… Τροφή στα κοράκια,

έγινε ο συγχωρεμένος…

Μάθημα 3ο

(Ι)

Απ΄ τη χήρα γερακίνα,

μεγάλα φτερά,

δανείστηκε η χελώνα,

όλο χαρά.

«Για όλη μου τη ζωή, πρέπει να σέρνομαι(;)

στα ξύλα, στα χόρτα, διαρκώς θα μπερδεύομαι(;)

Πώς θα κολλήσει τα φτερά, με ατλακόλ(;)

Ξεφυλλίζει, «ΦΤΙΑΞΤΟ ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ» ώρες στο χώλ.

ΜεLOGO, με ούπα ή με ατσαλόκαρφα(;)

Δε φαντάζεται όμως και τα χειρότερα…


(ΙΙ)

Βγαίν’ η χελώνα, με καμάρι στον κάμπο,

πώ, πώ!! Με τις φτερούγες, πως λάμπω!!

Φαντάζεται, σε λίγο, πιό ψηλά απ’ τους άλλους.

Μα τα φτερά, δεν ανοίγουν…

Σκαλώνουν, στης ΔΕΗ τους πασσάλους…

Κλαίει, χτυπιέται,

χιλιοπαρακαλάει:

«Βοηθήστε με αδέλφια»

… Μα η ώρα κυλάει…

Το καύκαλό της άρχισε,

να το πυρώνει ο ήλιος.

Διψούσε, πονούσε,

μα ούτ’ ένας φίλος(;)…

(ΙΙΙ)

Μπλεγμένη την άφησαν,

να πονέσει λιγάκι

Και ας γίνει σε όλους,

ένα μαθηματάκι…

Χελωνίτσα μου γλυκιά,

σ’ έχει πλάσει γι’ άλλα

ο καλός μας Θεός…

Φαντάσου να θέλει, άλογο να γίνει,

ο σκαντζόχοιρος με τ’ αγκάθια,

ο τόσο κοντός…