Όλα εισαγωγής;

Πατάτες απ’ την Αίγυπτο, λεμόνια Βραζιλίας

και το τυρί Ολλανδικό, ξηροί καρποί Τουρκίας.

Κοτόπουλα Κινέζικα, αρνάκια Ζηλανδίας

ο μόσχος είν’ Εγγλέζικος, μπαχαρικά Ινδίας.

Τα όσπρι’ από το Πακιστάν, το μέλι Βουλγαρίας,

Ιταλικά ζυμαρικά, το γάλα, Ουγγαρίας.

Τα βούτυρα Ρουμάνικα, αλλαντικά Τσεχίας,

(οι οίνοι όλοι Γαλλικοί), η βότκα ’ναι Ρωσίας.

Λαθραία τα τσιγάρα μας, τα πούρ’ απ’ την Αβάνα,

τίποτα δεν παράγουμε, «του γαμ…με, τη μάνα».

Παιχνίδια κι ότι φαντασθείς, εκ ΤΑΪΒΑΝ πηγάζουν,

πιάνα, κιθάρες και πνευστά, τις μάρκες τους αλλάζουν.

Να φαίνοντ’ Ευρωπαϊκά, ο κόσμος να τσιμπάει

και φυσικά σ’ εισαγωγείς, τριπλάσια ν’ ακουμπάει.

Ανέκαθεν, μα πιο πολύ σήμερα τα βαφτίζουν,

αλλάζουν χώρα εισαγωγής κι έτσι τα «εξ’αγνίζουν»

Το χασίσι Αλβανικό; Καλαμών, αξίας,

οικονομάνε τα διπλά, λόγω υπεραξίας.

Ο άνθρωπος και τα ζώα

Τα ζώα είναι φίλοι μας, εμείς οι μόνοι εχθροί τους,

στη φύση ζουν αρμονικά, μα όχι εμείς μαζί τους.

Τα ζώα μας, πολύ πιστά, ποτέ δε μας προδίνουν,

εμείς τα βασανίζουμε κι αυτά, στοργή μας δίνουν.

Ο Άργος εκαρτέραγε, χρόνια τον Οδυσσέα

κι ένας ποιμενικός λευκός, τον Γκάτσο στην Ασέα.

Λιοντάρια, τίγρεις, ύαινες, πάνθηρες και αρκούδες,

δε θα σου κάνουνε κακό κι αυτά που λένε μπούρδες.

Τα φίδια, οι κροκόδειλοι, σκυλόψαρα, δελφίνια,

τον άνθρωπο υπηρετούν, αλλά μας τρώει η γκρίνια.

Εμείς τα εξοντώνουμε, με όπλα, με παγίδες,

μα θα μου πεις κι ο άνθρωπος, λίγες έχει ελπίδες.

Αυτοκτονεί καθημερινά, με χίλιες εφευρέσεις,

το τέλος του ψάχνει να ’βρεί, αν ζήσει, να με χέσ…

«Φροντίζει» να καταστραφεί, με δημιουργήματά του,

π’ αντί να τον υπηρετούν, είναι αυτά η θηλειά του…

Το κινητό σου

Η αγορά κατάντησε, τράπεζα κερδοσκόπων,

με καταθέσεις αγροτών, αίμα κι ιδρώτα κόπων.

Οι εργολάβοι, τα ευρά, ευρά κι οι αβανταδόροι,

ο οικοδόμος, το μυστρί, ίσως και πηλοφόρι.

Τηλεφωνίες, κινητά, τα σταθερά, τα πάγια,

μ’ ένα αρχ…ι στο αυτί, λέτε και σούχουν μάγια.

Δεν κάνεις βήμα δυστυχώς, χωρίς το κινητό σου,

προτεραιότητα σ’ αυτό, μετά στον εαυτό σου.

Αν ήταν υπηρέτης σου, βεβαίως σε βοηθάει,

μα έγινε αφέντης σου, στα όρθια σε γαμ…

Αν πεις για τους λογαριασμούς; Σε πιάνει η καρδιά σου,

αφού με ένα δεν μπορείς, τρία τα κινητά σου.

Μη ήχους διαφορετικούς, για να τα ξεχωρίζεις,

και ταυτοχρόνως αν χτυπούν, την τύχη σκυλοβρίζεις.

Ούτε και για κατούρημα, χωρίς τη συσκευή σου,

πρώτα ταχτοποιείς αυτή κι ύστερα το βρακί σου.

Σκυλέ

Έγινε το τραγούδι μας, φρίκη και αηδία,

Καθημερνά του κάνουνε, πολυτελή κηδεία.

Με άνθη και γαρύφαλλα «από τα κοιμητήρια»

Πίστες, αχτίνες λέϊζερ, ουίσκυ στα ποτήρια.

Όμοιες όλες οι φωνές, ενορχηστρώσεις ίδιες,

ο ήχος απαράλαχτος, λογαριασμοί; Τσιμπίδες.

Παρήγορο είναι φίλοι μου, πώς το μπουζούκι αντέχει,

τα δήθεν και τα άψυχα, ανάγκη δεν τα έχει.

Κρατάει τον πήχυ του ψηλά, τους δρόμους; Λεωφόρους,

στον κρυσταλλένιο ήχο του, «τεζάρουν» μ’ άνευ όρους.

Τα «Ηλιοβασιλέματα» «Αρχόντισσα» «Μινόρε»

και Μελωδίες άπειρες, «ΑΠΑΤΗΤΕ ΜΑΣ ΧΩΡΕ»!!

Όσο κι αν σε ληστεύουνε, όσο κι αν ασελγούνε,

η Θεία Δίκη έρχεται… Μέσα τους θα τη βρούνε.

Θα πάρουνε εκδίκηση, «ΡΕΜΠΕΤΗΔΩΝ ΑΓΩΝΕΣ»

και το ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ ΣΟΥ ΛΑΕ!!

Θα βασιλεύει ΑΙΩΝΕΣ!!

Επαγγέλματα;

Τα υπουργεία σπαταλούν, το αίμα του κοσμάκη

κι αν βολευτούν οι κολητοί; Τρως κάνα ψιχουλάκι.

Μηδέν για τον πολιτισμό, ευρώ για την υγεία,

για την παιδεία, τη σύνταξη, στου τάδε τα εργαλεία.

Δεν πάει άλλο βρε παιδιά, τόχουν παρατραβήξει,

πρέπει να τους στριμώξουμε κι η κωμωδία, ας λήξει.

Άμυνας και πολιτισμού, αμαρτωλά υπουργεία,

πρέπει να τα γκρεμίσουμε, αχ! Μα την Παναγία.

Σύλλογοι πολιτιστικοί, «οι Σούλες και οι Μπούλες»

μαζεύουν όλο «το χαρτί» και θίασοι, «ρεμούλες».

Τεμπέληδες, αργόσχολοι και οι γλυψιματίες,

μυριάδες άλλες αφορμές, χιλιάδες οι αιτίες.

Και φτάνουμε «απόπατο» μ’ αυτά και μ’ όλα τάλλα.

Αντί να είμαστε ιππείς, «μας έχουνε καβάλα».

Μα το ποτάμι, πάντα εμπρός, στα πίσω δε γυρνάει,

γελάει όμως καλλίτερα, στο τέλος αν γαμ…

Λαμόγια

Τα υπουργεία σπαταλούν, το αίμα του κοσμάκη

κι αν βολευτούν οι κολητοί; Τρως κάνα ψιχουλάκι.

Μηδέν για τον πολιτισμό, ευρώ για την υγεία,

για την παιδεία, τη σύνταξη, στου τάδε τα εργαλεία.

Δεν πάει άλλο βρε παιδιά, τόχουν παρατραβήξει,

πρέπει να τους στριμώξουμε κι η κωμωδία, ας λήξει.

Άμυνας και πολιτισμού, αμαρτωλά υπουργεία,

πρέπει να τα γκρεμίσουμε, αχ! Μα την Παναγία.

Σύλλογοι πολιτιστικοί, «οι Σούλες και οι Μπούλες»

μαζεύουν όλο «το χαρτί» και θίασοι, «ρεμούλες».

Τεμπέληδες, αργόσχολοι και οι γλυψιματίες,

μυριάδες άλλες αφορμές, χιλιάδες οι αιτίες.

Και φτάνουμε «απόπατο» μ’ αυτά και μ’ όλα τάλλα.

Αντί να είμαστε ιππείς, «μας έχουνε καβάλα».

Μα το ποτάμι, πάντα εμπρός, στα πίσω δε γυρνάει,

γελάει όμως καλλίτερα, στο τέλος αν γαμ…

Διατροφική αλυσίδα

Τροχάδην, άγχος, ιδρωκοπάς, να βγάλεις τα σπασμένα,

μα που να βγουν τα πρόστυχα, πολλά τα γαμ…α.

Οι τράπεζες σε γδέρνουνε, τα ίδια η εφορία,

τα σούπερ-μάρκετ, η ΔΕΗ, ΟΤΕ κι η πιτσαρία.

Τα μηχανάκια τρέχουνε, στομάχια να χορτάσουν,

δε μαγειρεύει ούτε μιά, αυγά κι άμα προφθάσουν.

Δουλεύουνε τα έτοιμα, σβήσαν οι κατσαρόλες,

μπιφτέκια ή κοτόπουλα ή πλαστικές μπριζόλες.

Τα όσπρια, τα λαδερά, παστίτσια, μουσακάδες,

δεν έχει χρόνο η οικοκυρά, θέλουνε και μπελάδες.

Μα πως ν’ αφήσεις σίριαλ, κούς-κούς, τηλεπαιχνίδια,

για φαγητό αδερφάκι μου, καλά και «τα σκουπίδια».

Χοληστερίνη, πίεση, τα καρδιακά, ο διαβήτης,

σε περιμένει στη γωνιά, ο χάρος ο αλήτης.

Πρέπει να δίνει ποσοστά, στα έτοιμα «ο Μιχάλης»

έχουν ανοίξει οι δουλειές, αυτός; Πάει κι η άλλη;

 

Τα θέλουμ’ όλα γρήγορα, φαΐ, αμάξι, χρήμα,

κονσέρβα και τον έρωτα, από τον καναπέ, ούτε βήμα.

Γαμ…ε ηλεκτρονικά, μέσω διαδιχτύου,

δίσκος σκληρός το πέ…ς τους, στο DVD του αιδ…

Θα εξαρτηθεί η ηδονή απ’ της ΔΕΗ την τάση,

γιατί αν κάνει διακοπές, τ’ αρχ…α ίσως σπάσει.

Της φύσης το χαμόγελο, το έχουν κάνει κλάμα,

του έρωτα η ομορφιά, πώς έχει γίνει δράμα;

Ζητώ συγνώμη νέοι μου, για της ζωής τα χάλια,

κόβεις τη μία κεφαλή, χίλια νέα κεφάλια…

Γιατ’ η δική μου η γενιά, τα έχει κάνει ρόϊδο,

μπορεί να είμαι έξυπνος(;) Μα, πιάστηκα κορόϊδο.

Πιστέψαμε μυθεύματα, οι ελπίδες βγήκαν φρούδες,

γιατί τα έκαναν σκατά, της αλλαγής οι αρκούδες.

Κοιτάξανε τις τσέπες τους και όλα, μεταξύ τους,

μονά-ζυγά στην πάρτη τους, τί θέλ’ η όρεξή τους;

Σε άλλο ρυθμό

Ξενύχτηδες, μπατίρηδες, λαμόγια και κλεφτρόνια,

σύντομη είναι η ζωή, γι’ αυτό ξεκλέψτε χρόνια.

 

Στον κάτω κόσμο ο Θεός, σου εξασφαλίζει δωρεάν,

κεριά, ευχέλαια, λοιπά φύλλον συκής, ως και μπουφάν.

Μάσες και ξάπλες όπως θες, φραπέ, μπιλιάρδο, γήπεδα,

ανάπαυση και εκδρομές, σε όλα τα επίπεδα.

Αν δε γουστάρεις στην ¨ΕΔΕΜ» πηγαίνεις και στην κόλαση,

μπουζούκια, γλέντια, γκόμενες, του κάτω κόσμου, όαση…

 

Ζαμπέτας, Μοσχολιού, Νταλκάς, η Ρόζα, ο Τσιτσάνης,

ο Καζαντζίδης, κορυφή!! Σκέφτεσαι, να πεθάνεις;

Ο Μπιθικώτσης τραγουδά, ο Χιώτης στα μπουζούκια,

Γκόγκος, Καλδάρας, Ρούκουνας κι η Μπέλλου στα μπαρμπούτια.

Οι καλλιτέχνες άπειροι, δεν τους χωρά ο άδης

κι απολαμβάνουν αμανέ, που λέει ο Περπινιάδης.

Ο Μπέμπης ρίχνει ταξιμιά, ο Δαλαμάγκας ζάρια

κι ο Μόσχος ο αθεόφοβος κι εδώ κάνει παζάρια…

Διασκέδαση;

Μπουζούκια; Ή σκυλάδικα; Ή νάϋλον διασκεδάσεις;

Μπορεί από το θόρυβο και το μυαλό να χάσεις.

Η πίστα ’χει γαρύφαλλα, «της αηδούς» τα μπούτια,

κονσέρβα όλα τα σουξέ κι από το σίνθυ, ούτια.

Ρυθμοί, ΤουρκοΑράβικα, τραγούδια ’να χαρμάνι

και τα ουΐσκια ρέουνε, στης σήψης το καζάνι.

Λογαριασμοί αστρονομικοί, θες μιά περιουσία,

στο ταβερνάκι του ο λαός, αυτό έχει ουσία.

Μα όλοι οι νεόπλουτοι, πώς θες να ξεχωρίσουν;

Με διατριβές, συγγράμματα; Στις πίστες θα τα ρίξουν.

Να δείξουν την αξία τους, πως τάχα είν’ φτασμένοι

κι όχι «κουλτουροκόροϊδα», γυμνοί και πεινασμένοι.

Οικονομία ελεύθερη, έτσι διατυμπανίζουν,

αεριτζήδες, ποταποί κι οι δήθεν που γαυγίζουν.

Οι αητονύχηδες, χρυσά, κομπιναδόροι; Βίλες

κι όσοι τον Άνθρωπο κοσμούν, με τρύπιες τις αρβύλες.

 

Οι πλούσιοι, πλουσιότεροι και οι φτωχοί; Ζητιάνοι

και οι Αγνοί Δημιουργοί, τραβάνε για τη Μάνη.

Τους στέλνουν για το Ταίναρο, στην είσοδο του Άδη,

μήπως τους αχρηστέψουνε και ζούμε στο σκοτάδι.

Τα φώτα των Δημιουργών, τους μέτριους ζαλίζουν,

τους καλοπερασάκηδες, πάντοτε σατυρίζουν.

Δε μάθανε οι δύστυχοι, «ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ»

και ανά δευτερόλεπτο, «ΑΞΙΕΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΙ».

Του Αριστοφάνη οι φωτιές, δε σβήνουν για αιώνες

και των Αρχαίων μας ρητά, είν’ της Ζωής Πυλώνες.

Και όλοι ας το νοιώσουνε, μία φορά πως ζούμε,

το άδικο, τ’ ανέντιμο, μπροστά μας θα το βρούμε.

Αν δε «χτυπήσει» τους γονείς, ίσως παιδιά ή εγκόνια,

…Μία τριχούλα είμαστε, στα εκατομμύρια χρόνια…

Τους θησαυρούς της πλάσης μας, δώρο στα δίνει η Φύση

κι έχουμε βάλει στοίχημα, ποίος θα τ’ αφανίσει.

Όχι ν’ απολαμβάνουμε, αλλά τι θα λαμβάνουμε.

Όχι το πώς θα ζούμε, αλλά τι θ’ αποχτούμε…

Αθλητισμός;

Στα γήπεδα οι οπαδοί; Εχθροί, μεγάλο πάθος.

Χτυπιούνται σαν οχτάποδες, τα αίτια; Σε βάθος.

Εκεί ξεσπούν οι νεαροί, στα γκολη εκτόνωσή τους

κι αν γίνει και καμιά στραβή; Στη βία, η ένεσή τους.

Παράγκες και κυκλώματα, ποτάμια οι παράδες,

ΠΡΟ-ΠΟ, σικέ στοιχήματα, πολίτες… φουκαράδες.

Η μπάλα, είναι μια θεά, το μάτς σε συνεπαίρνει,

ποδόσφαιρο και στάδιο, την ευεξία φέρνει.

Η μπάλα, είναι φάρμακο, τα άγχη επουλώνει,

την Κυριακή στα γήπεδα, όλους τους καθηλώνει.

Η Νίκη νάναι Δίκαιη, ο πιο καλός; Κερδίζει.

Αυτός είναι ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ, η Άμιλλα τ’ ορίζει.

Άλλοι λαδώνουν διαιτητές, πληρώνουνε και παίχτες,

πουλούν και τη γυναίκα τους, για νίκη οι θεομπαίχτες,

Αρκεί να πάρουν κύπελο, πρωτάθλημα να πάρουν,

μετράει το αποτέλεσμα, με τα ευρά σκοράρουν.