Στου Αη – Λιά την πόρτα

Φύτεψα ένα κλωναράκι,

ένα μικρό δεντράκι,

στου Αη-Λιά την πόρτα

και ρώτησα τον ουρανό,

το φωτεινό, το γαλανό,

αν μ’ αγαπάς σαν πρώτα.

 

 

 

Το κλωναράκι αν μαραθεί

και το δεντράκι αν ξεραθεί,

θα σ’ έχει τότε απαρνηθεί,

άφησε τ’ όνειρο να κοιμηθεί…

… Μηνπίνεις το φαρμάκι,

είσαι μικρό παιδάκι…

 

Ένα παιδί

Ένα πουλί, ένα παιδί,

που σ’ αγαπούσε την τρελή

κι άλλο σε καταριότανε,

σου έκαιγε λιβάνι,

μη βρεις ποτέ λιμάνι.

 

 

 

Ένα παιδί, ένα πουλί,

που λαχταρούσε να σε ιδεί

κι άλλο βασανιζότανε,

ζητιάνευε στους δρόμους,

κοιμόταν σ’ υπονόμους.

 

 

 

Ένα σκυλί, ένα παιδί,

μεσ’ τη καρδούλα του πληγή

κι άλλο παραπονιότανε,

ποίος θα του μιλήσει;

Και η πληγή να κλείσει.

Μάθημα β’

Ένα δενδράκι,

ένα χλωμό παιδάκι.

Βαδίζει καταχείμωνο

σε ξένους τόπους,

νά ’βρει ανθρώπους.

 

 

 

Ένα παιδάκι,

ένα χλωμό δενδράκι.

Ψάχνει τη φαμελιά του,

σε άλλους τόπους,

δε βρίσκει ανθρώπους…

Μάθημα α’

Ένα αηδόνι,

το σκέπασε χιόνι.

Δε μπορεί να πετάξει,

αδύναμο και να φωνάξει.

 

 

Το παίρνει ο κόρακας

και το φροντίζει,

με γλυκιά φωνούλα,

το νανουρίζει…

Γι’ αυτό τις αγαπάω!!

Μη μου μιλάς, μη με ρωτάς,

είμαι τώρα φευγάτος.

Δεν είμαι άνθρωπος στη γη,

αλλά στ’ αστέρια γάτος.

 

 

Νιάου – νιάου νιαουρίζω

και αδιάφορα σφυρίζω.

Δεν δίνω λόγο, σε κανένα,

μόνο γάτες, αγαπάνε εμένα.

 

 

Μη μου χτυπάς, πως μ’ αγαπάς,

αφού είμαι προδομένος.

Θέλεις πουλάκι σε κλουβί…

Νοιώθω λευτερωμένος

 

 

Νιάου – νιάου τραγουδάω,

τις γατούλες αγαπάω.

Αυτές δεν έχουν εμμονές

και δεν είν’ αυταρχικές…

ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΡΧΙΚΕΣ

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΤΙΣ ΑΓΑΠΑΩ!!

Απογοητεύτηκα

Στα λημέρια της καρδιάς σου βρέθηκα,

μ’ αλυσίδες της ματιάς σου δέθηκα.

Όνειρα στις στράτες,

σε βραδιές φευγάτες,

απογοητεύτηκα.

 

 

 

Στα νυχτέρια του κορμιού σου στάθηκα,

σε νησίδες της ψυχής σου χάθηκα.

Όνειρα στις στράτες,

σε βραδιές φευγάτες,

απογοητεύτηκα.

 

 

 

Στ’ αποκέρια του μυαλού σου έλιωσα,

τον πόνο, την αχαριστία ένοιωσα.

Όνειρα στις στράτες,

σε βραδιές φευγάτες,

απογοητεύτηκα.

Διάβασα μεσημέρια

Μίλησα με τα σύννεφα,

ρώτησα τις γοργόνες,

άνοιξα τα τεφτέρια τους,

διάβασα τους αιώνες.

 

 

Είσαι πουλί της λησμονιάς,

φύλλο που σκέπασ’ ο χιονιάς.

Είσαι πηγή χωρίς νερό,

να ξεδιψάσω δεν μπορώ.

 

 

Μίλησα με τα νούφαρα,

ρώτησα και τ’ αστέρια,

άνοιξα την καρδούλα τους,

διάβασα μεσημέρια.

 

 

Είσαι παιδί της απονιάς,

δένδρο που σ’ έκαψ’ ο χιονιάς.

Είσαι πουλί χωρίς φτερά

και μούχεις διώξει τη χαρά.

Θα έλθουν θα φύγουν

Θα έλθουν οι καλλίτερες μέρες μας…

Μετά τη θύελλα,

γαλήνη και όνειρα.

 

 

Θα φύγουν οι χειρότερες νύχτες μας …

Μετά το σκοτάδι,

ο ήλιος φωτίζει χαμόγελα.

 

 

Θα έλθουν οι χαρούμενες μέρες μας…

Μετά τον πόνο,

η αγάπη κι οι έρωτες.

 

 

Θα φύγουν τα δύσεχτα βράδια μας…

Μετά τις κακίες,

λουλούδια και Άνοιξες.

Είσαι

Μιας Κυριακής, μιας χαραυγής,

μιας Πασχαλιάς γιορτάσι.

Είσαι του πρόσφυγα καημός,

μοσχοβολιά στην πλάση.

 

 

Ανατολής φεγγοβολιά,

είσαι των αηδονιών λαλιά.

Τ’ αστέρια και η Πούλια,

ανθώνες με ζουμπούλια.

 

 

Μιας προσευχής, μιας γειτονιάς,

μιας γιορτινής ημέρας.

Είσαι και του τυφλού το φως,

στην πλάση ο αγέρας.

 

 

Ανατολής φεγγοβολιά,

είσαι των αηδονιών λαλιά.

Της Άνοιξης λουλούδια

και της ψυχής τραγούδια.

Τραγούδα Ανατολή μου

Σαν χόρευες, τραγούδαγες,

γελούσαν οι αγγέλοι.

Σαν άνοιγες χρυσά φτερά

κι οι πίκρες στάζαν μέλι.

 

Χόρεψε και γλέντησε,

τραγούδα Ανατολή μου.

Λουλούδιασε και χάρισε,

ταξίμια στην ψυχή μου.

 

 

Σαν μπόλιαζες τις ξόβεργες,

γελούσανε οι μήνες.

Σαν άνοιγες τις αγκαλιές,

ανθίζανε οι μνήμες.

 

 

Χόρεψε και γλέντησε,

τραγούδα Ανατολή μου.

Λουλούδιασε και χάρισε,

ταξίμια στην ψυχή μου.