«Ευωδίες και δυσωδίες»
(Ι)
… Της αρμύρας η ανάσα
έφθανε ως την κορυφή των βράχων,
για ν’ αφουγκραστεί
–Από τα ψηλά λημέρια –
Επτασφράγιστα μυστικά της θάλασσας
και του ξεχασμένου βάλτου τα μυστήρια.
… Κρεμασμένη ώρες ατελείωτες
με μπόρες, με χιονιάδες, με υπομονή,
μ’ εσπερινούς σε Βυζαντινούς δρόμους,
κεκραγάρια και μοσχολίβανο,
αφουγκραζόταν, αφουγκραζόταν…
Δυό γερακίνες ζύγιζαν τις φτερούγες τους,
στη λαϊκή αγορά τ’ ουρανού,
αδιαφορώντας για την κόπωση των ήχων
και της αρμύρας τις εμμονές…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙΙ)
Οι σταυροί από τα σέμπρε βίβα
μύρωναν τους άπιστους βοριάδες
και τις πορείες των δελφινιών,
που ξεδιψούσαν
με ταξίδια μακρινά,
τις ψυχές και το χρόνο…
Τα Κύθηρα ξελόγιαζαν
τις λυγερόκορμες
κι οι λυγερόκορμες μάγευαν τους ανέμους
και οι άνεμοι ζωγράφιζαν
στον Αβλέμμωνα έρωτες
απρόβλεπτους, ανικανοποίητους…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙΙΙ)
Το κάστρο έκλεινε στην αγκαλιά του
θούριους, ελπίδες κι ελευθερίες ήλιων,
πλέκοντας οριζόντων βλέφαρα
και μπουλουκιών χαϊμαλιά.
… Στα βοσκοτόπια και στους χειμάρους
–Μιάς άλλης εποχής –
Χόρευαν ολόγυμνες νεράιδες
μ’ έφηβους του Ολύμπου
και με καλοσμιλευμένα κορμιά του Ευρώτα.
Σφιχταγκαλιασμένοι φθόγγοι
από τσιγκάνους οργανοπαίχτες,
έδεναν τα σύννεφα
με τις κορφές των δένδρων
και με τ’ άλικα ντέφια
–Από μιάς νεκρής αρκούδας όνειρα –
Ταξίδευαν κι ονειροπολούσαν…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙV)
Κεραυνοί ζωγραφίζουν φόβους
μικρών παιδιών
και πουλιών χτυποκάρδια,
στις καμένες φωλιές
και στα κακοτράχαλα ρουμάνια των πόθων.
… Με το υπερήφανο άλογο του Αλεξάνδρου
και με τα φτερά της ιστορίας
οι ερωδιοί ανοίγουν δρόμους,
για τους τολμηρούς και αποφασιστικούς
καβαλάρηδες της βροχής…
Περιμένει η γοργόνα μηνύματά του,
από τους ψαράδες των Κυθήρων
και της Νεάπολης τις φουσκοθαλασσιές…
Άργησε το πλοίο της γραμμής,
σε ποιόν κάβο δένουν την υπομονή;
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(V)
Χρόνια τώρα έκλεισαν τις πόρτες
των δημιουργών
και οι φύλακες νωχελικά πλάγιασαν
επάνω στις δάφνες τους,
ναρκωμένοι
για πολλούς αιώνες…
Για χρόνια πολλά και φανταστικά.
Για χρόνια χρήσιμα και φαντασίας.
Για χρόνια άχρηστα και φαντασμάτων…
… Κλαίνε κι οι αναμνήσεις με τη μοναξιά,
κλαίνε και τα μεσημέρια με τους μοναχούς,
κλαίνε κι οι έρωτες μονάχοι τους…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(VΙ)
Τ’ αρμυρίκια ζητωκραυγάζουν
για τις επιδόσεις των γλάρων
και για τους ατέλειωτους οργασμούς
των κυμάτων,
που αναβλύζουν ιδρώτα και μύρα.
… Το δειλινό αρχίζουν να ζευγαρώνουν
οι κάμπιες με το μέλλον
και τα φύκια
–Εν μέσω χασμουρητών –
Ετοιμάζουν κορδέλες και στέφανα,
για τους έσχατους της πεδιάδας…
Κάμποι λουλουδιασμένοι, απόμακροι,
ερωτεύονται την αρμύρα της θάλασσας
κι αγαπούν τις γιορτές και τις βεγγέρες,
πουλώντας τα γλαρόνια της αντίπερα όχθης…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(VΙΙ)
Φυλλωσιές που υπογράφουν μηνύματα
στ’ ακροκέραμα της ανατολής,
μαραίνονται, ξαναφουντώνουν,
μαραίνονται, ξαναμαραίνονται,
αλλ’ αντιστέκονται σθεναρά.
Αντιστέκονται, αντιστέκονται
κι αντιστέκονται,
έως το επόμενο ηλιοβασίλεμα,
που θ’ αναστηθούν
από μόνα τους τα χρυσάνθεμα
και θα ξαναπετάξουν ελεύθερα
οι κύκνοι για το μοναστήρι
της «Γλυκοφιλούσας»…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(VIII)
Κοιμάσαι ανάμεσα στους θορύβους του μυαλού σου
και στης νεροποντής τ’ αγκάλιασμα,
ονειρεύεσαι, ονειρεύεσαι κι ονειρεύεσαι…
Κλείνεις τα ματόκλαδα στις αλήθειες
της ανακωχής
και στα βεγγαλικά του γάμου,
χορεύοντας ασταμάτητα
έως την ώρα του μεγάλου χωρισμού.
Δε χωρίζουν τα κυκλάμινα,
από τη μανία του βοριά.
Δεν ανταμώνουν τα βράχια,
με την αγκαλιά του ορίζοντα.
Δεν αγκαλιάζονται οι στιγμές,
με τη σοφία του μπάτη…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(IX)
… Τραγουδάς, τραγουδάς, τραγουδάς,
άτολμα κι αθόρυβα
και με τους ρυθμούς της αυγής
μοιράζεις αναρίθμητα νούφαρα,
στις λίμνες της προσμονής
και στων μεγάλων προσδοκιών τ’ αντάμωμα.
Σε γιορτές και σχόλες – Μεσάνυχτα –
κάνεις τον ακροβάτη στους χασομέρηδες,
στις πόρνες
και στα φανάρια της Ιεράς οδού.
Αυτά είναι τα όπλα αμύνης
κι επίθεσης
μιάς δίκαιης απόφασης.
Μιάς αμαρτίας βαρυπενθούσας,
που συνεχίζει ν’ αμαρτάνει…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(X)
Το κάλλος και η ομορφιά
χαθήκαν στους αιώνες
κι όλοι επάνω στα καρφιά,
λοιμοί, λιμοί, τυφώνες.
Στρατώνες χτίσαν μ’ άσφαιρα,
σκοπιές με δαχτυλίδια
και λες, πώς τα κατάφερα;
Μ’ ακάνθινα στολίδια…
Δεν κλάψαν τότε οι βροχές
χαθήκαν στις πορείες
κι όλοι μετρούσαν εποχές,
Με θα… Και θα… Ιστορίες.
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XΙ)
… Οι Μούσες επέστρεψαν
τις Θεϊκές τους ιδιότητες,
τις χάρες κι αρετές τους,
στο υπουργικό συμβούλιο του Διός.
Αγανακτισμένες, φοβισμένες,
προβληματισμένες…
«Παραπλανηθήκαμε από Σειρήνες
της Άνοιξης,
από το γεμάτο υποσχέσεις
χαμόγελο του Μάη.
Από τα ηλιοβασιλέματα της Οίας,
από την πανσέληνο τ’ Αυγούστου
κι από την λάμψη του Ερμή
και την ομορφιά της Αφροδίτης…»
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XΙΙ)
Δήλωσαν κατηγορηματικά,
πως δεν επιθυμούν συμμετοχή,
σε προγραμματισμένα παιχνίδια
κερδοσκόπων, σεμινάρια ανθελλήνων
και φονιάδων κάθε ομορφιάς…
Εξήγησαν πως δεν φαντάστηκαν
–Ούτε στους εφιάλτες τους –
Α ρ ά χ ν ε ς να διοικούν,
θρασύτατα, με ιδιοτέλεια
και να κατευθύνουν όνειρα,
ελπίδες και προκοπή, νέων αγγέλων…
Δεν έγινε αποδεκτή η παραίτηση
από τους Θεούς, «λόγω ανωτέρας βίας»
Οι πρώτοι; Απουσίαζαν, σ’ εγκαίνια;
Κι οι έσχατοι; Συνεστιάσεις; Συμβούλια;
… Οι Μούσες παραμένουν άνεργες…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XΙΙΙ)
Με τις ευωδιαστές Κυριακές
που γλυκοξυπνάνε μύθους και παραμύθια,
που καρφώνουν στις ψυχές χρώματα.
Με τ’ ανεξίτηλα χάδια κι αρώματα
της γιαγιάς, με τις ισόβιες ελευθερίες
των παιδικών μας χρόνων.
Με τα χαμόγελα της μικρής λεμονιάς,
με του κήπου μας την ορχήστρα.
Με του κοκκινολαίμη τις μελωδίες,
με τ’ αγκάλιασμα της κληματαριάς.
Με τις επευφημίες και τα χειροκροτήματα
του εσπερινού, αναπολούμε, αναπολούμε…
Δρόμους με πυλώνες και φάρους,
μ’ ευωδιές της ψυχής μας…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XIV)
… Δεν άνθησε η γαρδένια των ματιών σου,
γιατί δεν υπήρξε σπορά επιθυμιών,
γιατί δεν άνοιξαν οι στιγμές τα φτερά τους,
γιατί δε χορεύουν οι μέλισσες
τα Σαββατόβραδα.
Κι όμως ο γερο-βαρκάρης
μεταφέρει ακόμα, νιάτα δροσερά
με το σαπισμένο σκαρί του.
Κουβαλάει ελπίδες, στο καταχείμωνο
της ξεχασμένης καρδιάς.
Συνεχίζει ν’ ανοίγει τα κουπιά του
στη ζωή,
συνεχίζει, συνεχίζει, συνεχίζει,
καρτερικά, νικώντας το χρόνο…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XV)
Και η θάλασσα
γαληνεύει με το μονότονο τραγούδι
της φώκιας.
Δεν περιμένει άλλες καντάδες
από τους ναύτες,
δεν περιμένει κουβεντολόι
με τους ναυαγούς της…
Δυστυχώς έχουν βυθιστεί άδοξα,
έχουν αυτοκτονήσει άνανδρα,
τα «φροντιστήρια» του Ποσειδώνα.
Και οι γοργόνες του Αλεξάνδρου;
Έγιναν θαμώνες τηλεπαραθύρων…
Τηλεπαιχνιδιών…
Και τηλεδικείων…
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
«Θυμήσου»
(Ι)
Θυμήσου Σαββατιανό μου αγκυροβόλημα,
μέσα στην αγκαλιά σου
ξεχνάω κάθε μου πρόβλημα.
*
Θυμήσου απόψε ομορφιά μου,
σε περιμένω να ταξιδέψεις
τα όνειρά μου.
*
Ζωή μου θυμήσου στην Κυπαρισσία,
πως ο έρωτας είναι της φύσης
πανδαισία,
με ανεξίτηλες αξίες και ουσία.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙΙ)
Ψυχή μου θυμήσου
και στους Γαργαλιάνους,
ό,τι ο έρωτας πρέπει νάναι αγνός,
γι’ άρχοντες και για ζητιάνους.
*
Καρδούλα μου θυμήσου
και στα Φιλιατρά,
πως ο έρωτας είναι γιατρειά
και του μυαλού η λευτεριά.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙΙΙ)
Θυμήσου τα τριαντάφυλλα
ανθίσανε για σένα.
Το άρωμά τους με μεθά,
μα το κορμί στα ξένα.
*
Θυμήσου πως η Άνοιξη
ανθίζει για αιώνες.
Να σου φωτίζει αστέρι μου,
του έρωτα πυλώνες.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙV)
Θυμήσου τα χαράματα
του αηδονιού τραγούδια.
Εγώ τα στέλνω αγάπη μου
με της καρδιάς λουλούδια.
*
Θυμήσου το ηλιοβασίλεμα
πως κοκκινίζει ο ήλιος.
Είναι γιατί σε ’ντρέπεται,
που χάθηκε ο Απρίλιος.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(V)
Θυμήσου το ηλιοβασίλεμα
πως κοκκινίζει ο ήλιος.
Το αίμα μου τον σκέπασε
με σκότωσ’ ένας φίλος.
*
Θυμήσου το ηλιοβασίλεμα
πως χαιρετάει τη ’μέρα.
Πηγαίνει σ’ άλλες γειτονιές,
να πει μιά καλημέρα.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(VΙ)
Θυμήσου όμορφες στιγμές…
Μου κράταγες τα χέρια,
σαν με ταξίδευες μακριά,
στου ουρανού τ’ αστέρια.
*
Θυμήσου τον Ταΰγετο,
στο δάσος της Βασιλικής
πάντα μας καλημέριζε
ο ερχομός της Κυριακής.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(VΙΙ)
Θυμήσου και στη Μάνη μας,
σε πύργους και αλώνια.
Ξοδεύαμε τα νιάτα μας,
μην αποχτούμε χρόνια.
*
Θυμήσου και στον Άγιο – Λιά,
της νιότης χτυποκάρδια,
που τα φτερά σου άνοιγες
και μου ’κλεβες τα βράδια.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(VΙΙΙ)
Θυμήσου και τις Άνοιξες
που φύτρωνα για ’σένα.
Με άφησες ξερό δεντρί
και άνθιζες στα ξένα.
*
Θυμήσου την αγάπη μας
στο Πανταζί, στα βράχια.
Άρμεγε χρώματ’ απ’ το νου
κι απ’ της ζωής τα στάχυα.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙX)
Θυμήσου γλάρους που βουτούν
να πιάσουνε κοχύλια.
κι εγώ ρουφούσ’ αρώματα
απ’ τα καυτά σου χείλια.
*
Θυμήσου λόγια μυστικά
και δακρυσμένα μάτια.
Την Πούλια, τον Αυγερινό
και της καρδιάς παλάτια.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(X)
Θυμήσου τα απόβραδα,
σου κράταγα το χέρι.
Σε κάθε χτυποκάρδι σου
έβγαινε κι ένα αστέρι.
*
Θυμήσου ξημερώματα,
στης Πλάκας τα σοκάκια.
Αιώνιους όρκους μου ’δινες
και Θεϊκά φιλάκια.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XΙ)
Θυμήσου «αγάπη μου» τρελή,
στης φυλακής σου το κελί
πως με κρατούσες χρόνια.
Θυμήσου χίλιες μαχαιριές
και της ψυχής κακοκαιριές,
στου κόσμου σου τα χιόνια.
*
Γλυκοχαράματα θυμήσου,
ήμουν στο Πανταζί μαζί σου,
μαζεύαμε όρκους και φιλιά.
Μας αγναντεύανε οι βράχοι
κι εμείς στης αμμουδιάς τη ράχη,
έχουμε μείνει αγκαλιά.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XΙΙ)
Θυμάμαι ξημερώματα
ερχόσουν μεθυσμένη.
Τίποτα δε θυμόσουνα,
στον κόσμο σου κλεισμένη.
*
Θυμάμαι στην Επίδαυρο,
σ’ Αρχαία τραγωδία.
Τα μάτια σου γλυκόπαιζαν,
σαν μέθης μελωδία.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(XΙΙΙ)
Θυμάμαι κάθε πρωινό,
στης Πλάκας τα δρομάκια.
Ερχόσουν πάντα Ήλιε μου,
μ’ ερωτοτραγουδάκια.
*
Θυμάσαι κάθε δειλινό,
τον ήλιο χαιρετούσες.
Θα ζέσταινε κι άλλες ψυχές
κι εσύ λαμποκοπούσες.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
Η θύμησή σου μ’ εξιτάρει,
φλόγες, φωτιές στο μαξιλάρι,
γεμίζει η κάμαρη καπνούς.
Ξημέρωσε και περιμένω,
με τ’ όνειρό μου αραγμένο,
εκεί που θέλει μόνο ο νους.
*
Η θύμηση κι η αρχοντιά
στο χρόνο έκαναν βουτιά,
συμπέρασμα μη βγάλουν.
Βγάζει η θύμηση λυγμούς,
η αρχοντιά μόνο καημούς,
μα θα το ξανακάνουν.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
Στη θύμησή μου κατοικώ,
στο φόρεμά σου το λευκό,
τρέχω σαν ανεμίζει.
Τα λόγια σου ταξινομώ,
λιοντάρι άϋλο ορμώ,
(ή άλικο)
σ’ όποιον το νού σου αγκίζει.
*
Θυμάμαι, συλλογίζομαι,
τρέχω σαν το ζαρκάδι.
Ψάχνω να ’βρώ τα χνάρια σου
και το γλυκό σου χάδι.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
Η θύμηση και η ψευτιά
στο χρόνο ρίχτηκαν βαθιά,
τα λάθη τους ν’ ακούσουν.
Ακούει η θύμηση ζαριές
και η ψευτιά βλέπει σκουριές,
μα θα ξαναβουτήξουν.
*
Οι θύμησες κοιμήθηκαν βαριά,
σε θάλασσες και σε στεριά
κι έχουν παρέα τους λευκά γλαρόνια.
Ανοίξανε παράθυρα ψυχής,
τα άχραντα μιάς προσευχής
κι έχουν σημαία τους, ευτυχισμένα χρόνια.
*
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
«Καληνύχτα»
(Ι)
Καληνύχτα ομορφιά μου,
εικόνες μου,
μπαχτσέδες, ευωδιές μου,
ανθώνες μου.
Καληνύχτα ματάκια του ήλιου μου,
του καημού, του αδελφού μου, του φίλου μου.
*
Καληνύχτα αστέρια της ’μέρας μου,
της αγάπης, της νιότης, της τρέλας μου.
*
Καληνύχτα λεωφόροι
και δρόμοι μου,
πεζοδρόμια, σοκάκια,
υπονόμοι μου.
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»
(ΙΙ)
Καληνύχτα μελωδίες, νότες,
τραγούδια μου,
παρτιτούρες, εμπνεύσεις
λουλούδια μου.
Καληνύχτα παραλίες, μουράγια
και κότερα,
βαρκούλες, γλαρόνια κι αητόφτερα
*
Καληνύχτα ιστορίες, μύθοι
και παραμύθια μου.
Παρέες, βεγγέρες, ξενύχτια μου.
*
Καληνύχτα τραγούδια, ποιήματα,
στίχοι μου.
Μελωδίες, συνθέσεις και ήχοι μου.
ΤΑΚΗ ΛΟΥΚΑΡΕΑ
«ΝΕΑΝΕΣ»