Τα παμπόνηρα

E-mail

Του κόσμου τ’ ανεξήγητα

του νου τ’ ανεκδιήγητα,

πλακώνει ο χαμός.

Στης νύχτας τ’ αφανέρωτα

σε βράδια αξημέρωτα,

δέκα ρίχτερ σεισμός.

 

Σε δρόμους και σε θάλασσες

οι χαρτορίχτρες, μάγισσες,

ανοίξανε πληγές.

Τ’ αστέρια πάλι κρύφτηκαν

και οι ελπίδες σβήστηκαν,

πώς να ’ρθουν οι αυγές; ή (οι γιορτές;)

 

Κόσμε, χαμέ μου κι ώρα μου,

στρώστε την κατηφόρα μου.

Ρήξτε στη στράτα μου όνειρα

κι αφήστε τα παμπόνηρα.